Αποκλειστικό: Δοκιμάσαμε τα KTM EXC 250/300 TPI 2018!

Σκαρφαλώσαμε μαζί τους στο Erzberg!
Από τον

Κίμωνα Καράμπελα

9/6/2017

Κοινός τόπος σε συζητήσεις για νέες δίχρονες enduro, ήταν συχνά η θεωρητική αναζήτηση της πρακτικής πλευράς του ψεκασμού, έχοντας ερωτήματα όπως: πώς θα λειτουργεί κι αν ποτέ θα κάνει την εμφάνισή του στην παραγωγή. Ο καιρός περνούσε, υπήρχαν αρκετά πρωτότυπα μοντέλα με δίχρονους injection κινητήρες που μας προϊδέαζαν ότι η εξέλιξη έρχεται, τα βλέπαμε και κάναμε σκέψεις για την απόδοσή τους, ονειρευόμασταν ότι πλέον δεν θα χρειαζόταν να ασχοληθείς με την ρύθμιση του καρμπυρατέρ όπως και με το υψόμετρο και τις θερμοκρασίες, αλλά και πολλά ακόμα που μέχρι τώρα απασχολούσαν τους αναβάτες των δίχρονων enduro μοτοσυκλετών.

Ήταν τελικά θέμα χρόνου να κάνει κάποιος κάτι για τον ψεκασμό στα δίχρονα, και αυτός ο κάποιος δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από την KTM που δεν έπαψε ποτέ να υποστηρίζει τους δίχρονους κινητήρες ισόποσα με τους τετράχρονους! Οι πρώτες δίχρονες injection enduro μοτοσυκλέτες βγήκαν στην παραγωγή κι εμείς με γουρλωμένα μάτια προσπαθούσαμε να διαβάσουμε ανάμεσα στις γραμμές του δελτίου τύπου των αυστριακών, θέλοντας να αποκωδικοποιήσουμε και να μαντέψουμε την λύση που είχε ακολουθήσει η KTM!

Το μόνο που περιμέναμε πλέον, ήταν να βρεθούμε στην επίσημη παρουσίαση των νέων επαναστατικών δίχρονων μοντέλων του 2018. Η πολυπόθητη στιγμή έφτασε, κι όπως ήδη έχετε παρακολουθήσει από την παρουσία μας στα social media, το ΜΟΤΟ ταξίδεψε αποκλειστικά από την Ελλάδα, μέχρι την Αυστρία στο Erzberg Mine! Πρόκειται για το θρυλικό λατομείο που φιλοξενεί έναν από τους δυσκολότερους extreme enduro αγώνες του κόσμου με την ονομασία Erzberg Rodeo, όπου πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση των KTM EXC TPI 250 και 300ων κυβικών, από όπου συγκεντρώσαμε όλες τις λεπτομέρειες, και αναλυτικά θα παρουσιάσουμε στο επόμενο τεύχος, της 1ης Ιουλίου!

Μέχρι τότε:

Με αυτή την κίνηση, η KTM γίνεται η πρώτη εταιρία που φέρνει σε παραγωγή δίχρονες injection εκτός δρόμου μοτοσυκλέτες. Ένα μεγάλο βήμα για την εξέλιξη των δίχρονων μοτοσυκλετών φωνάζοντας ότι είναι ακόμα στο ‘’παιχνίδι’’ και από ότι φαίνεται θα είναι για πολλά χρόνια ακόμα. Ας δούμε ακόμα πιο αναλυτικά τί νέο μας παρουσίασε η αυστριακή εταιρία:

Η τεχνολογία ΤΡΙ (Transfer Port Injection) εξελίχθηκε από την ΚΤΜ σε συνεργασία με την Synerject, και πρόκειται για σύστημα τροφοδοσίας με ψεκασμό απ’ ευθείας στις θυρίδες μεταφοράς. Η λίπανση του κινητήρα γίνεται αυτόματα μέσω μιας ηλεκτρονικά ελεγχόμενης τρόμπας λαδιού και φυσικά υπάρχει ξεχωριστό δοχείο λαδιού.

ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ:

•        Χαμηλότερη κατανάλωση 20-30%

•        Ελαχιστοποίηση κραδασμών

•        Μεγαλύτερη ευστροφία του κινητήρα

•        Λιγότερα καυσαέρια

•        Βελτιωμένη απόδοση

•        Αυτόματη ρύθμιση καυσίμου-λαδιού ανάλογα με το υψόμετρο και την θερμοκρασία

•        Δεν σημειώνεται απώλεια βενζίνης από υπερχείλιση (καρμπυρατέρ) όπως π.χ. σε περίπτωση πτώσης ή μεγάλης κλίσης σε στροφή

•        Δεν χρειάζεται μίξη βενζίνης-λαδιού στο ρεζερβουάρ

 

Οι νέοι ψεκαστοί - εφοδιασμένοι με το σύστημα ΤΡΙ - κινητήρες της ΚΤΜ, διαθέτουν σώμα ψεκασμού χωρίς μπεκ, με διάμετρο 39mm από την Dell’Orto. Από εκεί γίνεται η ρύθμιση της παροχής του αέρα στον στροφαλοθάλαμο, ενώ τα δύο μπεκ ψεκάζουν την βενζίνη στις θυρίδες μεταφοράς, τοποθετημένα αντίστροφα με την κίνηση του αέρα, ώστε το μίγμα να προχωρήσει στον θάλαμο καύσης. Η αντίστροφη τοποθέτηση των μπεκ, βοηθά στην καλύτερη μίξη και κυρίως στον ακριβή έλεγχο της ποσότητας του καυσίμου. Στην ουσία η μίξη αέρα, λαδιού και βενζίνης διαχωρίζεται σε δύο φάσεις και δεν γίνεται πλέον σε μία, όπως στα καρμπυρατέρ. Η παροχή δύναμης ελέγχεται από την πεταλούδα στο σώμα του ψεκασμού ενώ υπάρχει και σύστημα επιστροφής, το λεγόμενο push-pull. 

Διαθέτει κεντρική ηλεκτρονική μονάδα διαχείρισης, EMS (engine management system) η οποία αποφασίζει λαμβάνοντας τα δεδομένα από όλους τους αισθητήρες που βρίσκονται στην μοτοσυκλέτα. Χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που την τροφοδοτούν οι αισθητήρες για την πίεση του αέρα εισαγωγής και του περιβάλλοντος, της θέσης του γκαζιού και της θερμοκρασίας, η κεντρική μονάδα ρυθμίζει τον χρόνο ανάφλεξης και την ποσότητα καυσίμου που θα ψεκάσει σύμφωνα και με το υψόμετρο και την θερμοκρασία περιβάλλοντος. Απαλλάσσοντας έτσι τον αναβάτη, από την διαδικασία του ψαξίματος της ιδανικής ρύθμισης!

Τα πηνία άλλαξαν και τοποθετήθηκαν εκείνα που χρησιμοποιούν τα τετράχρονα μοντέλα, πολύ απλά γιατί ο ψεκασμός έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις σε ρεύμα, κι έτσι καλύπτονται οι ανάγκες του νέου συστήματος. Το πλαίσιο δέχτηκε αλλαγές για να φιλοξενήσει το δοχείο λαδιού το οποίο τοποθετήθηκε στο κέντρο της μοτοσυκλέτας, απέκτησε δύο τρύπες, μία στην πάνω μεριά του κοντά στον λαιμό και μία στο τρίγωνο που δημιουργείται στο κέντρο του πλαισίου ώστε να περάσει ο σωλήνας πλήρωσης του δοχείου, έτσι από την τάπα που βρίσκεται ακριβώς μπροστά από την τάπα βενζίνης, συμπληρώνεις λάδι. Το δοχείο λαδιού είναι χωρητικότητας 500ml και μαζί με την χωρητικότητα του σωλήνα μπορείς να κερδίσεις άλλα 200ml γεμίζοντας το μέχρι πάνω. Κάτω από αυτό βρίσκεται η ηλεκτρονική τρόμπα λαδιού που και πάλι μέσω της μονάδας EMS ρυθμίζει την ποσότητα του λαδιού που θα στείλει στον κινητήρα, αποφασίζοντας με βάση τα δεδομένα των αισθητήρων που προαναφέραμε.

Η KTM αναφέρει πως με αυτό το σύστημα έχει μειωθεί αρκετά η εκπομπή ρύπων έως και 50%, κάτι που παρατηρήσαμε και οι ίδιοι όπως παρατηρήσαμε και την μικρή κατανάλωση λαδιού συγκριτικά με την χρήση καρμπυρατέρ αφού η σχέση λαδιού-βενζίνης είναι έως 1:80, δηλαδή μπορείς με 0,7 l λαδιού να ''κάψεις'' τουλάχιστον πέντε ντεπόζιτα βενζίνης των εννέα λίτρων!

 

Η εμπειρία της οδήγησης των νέων KTM EXC ήταν κάτι κυριολεκτικά ανεπανάληπτο, με τις εκπλήξεις να διαδέχονται η μία την άλλη! Καταρχήν ήταν η ίδια η δοκιμασία του Erzberg, που ανήγαγε σε έναν μικρό ή καλύτερα σε έναν κανονικό άθλο, την δοκιμή των δίχρονων EXC. Κι έπειτα ήταν οι ίδιοι οι άνθρωποι της KTM, που δημιουργούσαν ένα υπέροχο κλίμα, κάνοντάς σε να νιώθεις σαν αναβάτης παγκοσμίου πρωταθλήματος, ωθώντας σε να δοκιμάζεις ολοένα και σκληρότερα! Το MOTO ήταν από τα λίγα περιοδικά που όχι μόνο έβγαλε όλες τις διαδρομές, αλλά κέντρισε και το ενδιαφέρον των ανθρώπων της KTM, που προέτρεπαν για μελλοντική συμμετοχή στον αγώνα(!) αλλά το πιο σημαντικό, ρωτούσαν για τυχόν παρατηρήσεις και σκέψεις γύρω από τις νέες EXC! Όλα αυτά, θα τα αναλύσουμε στην έκταση που τους αρμόζει, στο τεύχος της 1ης Ιουλίου όπου θα μάθετε πώς συμπεριφέρονται τα νέα δίχρονα με TPI κάτω από τις απαιτητικές συνθήκες της δοκιμής, με την έντονη υψομετρική διαφορά και την ποικιλία διαδρομών που μας προσέφερε το Erzberg!

 
 
 
 
 
 
 
 
 
Ετικέτες

Honda CBR1000RR & CBR1000RR SP

Οδηγούμε στην Πορτογαλία!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/2/2017

Στον δικό του δρόμο

Επιστρέψαμε από την παρουσίαση των νέων Honda CBR1000RR και Honda CBR1000RR SP - MY 2017 αφήνοντας πίσω μας το Portimao της Πορτογαλίας, να προσπαθεί να στεγνώσει. Από τα τερτίπια της τύχης και του καιρού, είμασταν ανάμεσα στους ελάχιστους που πραγματοποίησαν την δοκιμή στο βρεγμένο, καθώς πέσαμε στην αρχή μία κακοκαιρίας, την στιγμή που άλλοι ξένοι δημοσιογράφοι είχαν την εμπειρία της οδήγησής του στην ηλιόλουστη πίστα του παγκοσμίου WSBK. Αυτό αφαιρεί πολλούς πόντους από την ευχαρίστηση της δοκιμής, δεν μας δίνει την ευκαιρία να δούμε πώς συμπεριφέρεται σε πολύ γρήγορο ρυθμό, όμως από την άλλη μας αποκαλύπτει τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στις πιο δύσκολες συνθήκες… και τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στο Fireblade είναι από τις βασικότερες των αλλαγών, συγκριτικά με το προηγούμενο μοντέλο.

Μαζί μας στην οδήγηση ήταν ο Freddie “Fast” Spencer και ο Nicky Hayden -που μόλις είχε επιστρέψει από την Jerez και την δοκιμή του SP2- κι έτσι με την δική τους παρουσία η εμπειρία της οδήγησης στην καταρρακτώδη βροχή, έγινε σημαντικά πιο ανώδυνη. Έχοντας μπροστά σου τον Freddie Spencer να οδηγεί δεκάδες φορές πιο ομαλά από όλους τους υπόλοιπους, κρατώντας τις ιδανικές γραμμές και καταβάλλοντας ελάχιστη προσπάθεια, σε έκανε να ξεχνάς τον κόπο αλλά και τον θυμό που η δοκιμή δεν θα ήταν τόσο διασκεδαστική όσο την περίμενες. Η πίστα του Portimao αποτελεί παράδεισο για δοκιμές μοτοσυκλέτων και απόλαυση οδήγησης, αλλά όχι τόσο για αγώνες σύμφωνα με τον Fast Freddie, κι ας φιλοξενείται εκεί το WSBK… Όπως και να ‘χει είναι απολαυστική και έχοντας οδηγήσει εκεί BMW S1000RR, Kawasaki Ninja ZX-10R, Ducati Panigale αλλά και supersport μοτοσυκλέτες, ανυπομονούσα να αντιπαραβάλλω την εμπειρία τους με εκείνη του νέου Fireblade. Αντί αυτού, βρεθήκαμε όσοι είμασταν εκεί να υποβάλλουμε τα νέα ηλεκτρονικά στις δυσκολότερες των συνθηκών, με μόνη βοήθεια προς όφελός τους, τα αγωνιστικά βρόχινα ελαστικά της Bridgestone. Η απόδοση των ελαστικών στο βρεγμένο σου δίνει μία εντύπωση για τα περιθώρια πρόσφυσης που απολαμβάνουν οι αναβάτες στα παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά δεν παύουν να υπάρχουν και όρια. Μπορεί να παρουσιάζουν κορυφαία συμπεριφορά στην βρεγμένη άσφαλτο, αλλά δεν γίνονται και θαύματα όταν το νερό καλύπτει στην άσφαλτο και δημιουργεί ρυάκια.

Πρώτη μεγάλη προσθήκη, είναι η χρήση Ride by Wire και μπορεί να ακουστεί περίεργο, όμως αυτή είναι η πρώτη φορά που η Honda χρησιμοποιεί RbW σε τετρακύλινδρο εν σειρά. Κάτι τέτοιο περνά ως λιγότερα σημαντικό μπροστά στα υπόλοιπα ηλεκτρονικά βοηθήματα που φέρνει η Honda στην οικογένεια Fireblade, όμως αν γνωρίζει κανείς την εμμονή της Honda με το RbW θα καταλάβει τον λόγο που δίνουμε έκταση. Στο Africa Twin δεν τοποθέτησαν RbW λέγοντας ότι δεν είχαν τρόπο να το κάνει να συμπεριφέρεται σαν να υπάρχει κανονική γκαζιέρα, πράγμα σημαντικό για την οδήγηση στο χώμα. Αντίστοιχα σημαντικό είναι και για την οδήγηση στην πίστα, καθώς όταν ανοίγεις το γκάζι στην έξοδο με την μοτοσυκλέτα πλαγιασμένη, χρειάζεται να έχεις πολύ καλό έλεγχο του γκαζιού. Εδώ είναι που έρχεται η εμμονή της Honda, που λέει ότι για να χρησιμοποιήσει RbW θα πρέπει αυτό να ανταποκρίνεται με την αίσθηση που σου δίνει μία κανονική γκαζιέρα, αλλιώς δεν βλέπει τον λόγο να το κάνει. Για να είναι λοιπόν παρόν το RbW στο νέο Fireblade, σημαίνει ότι η Honda κατάφερε να προσαρμόσει την λειτουργία του, και να την φέρει πολύ κοντά στο συνηθισμένο. Πράγματι, η αίσθηση από το γκάζι είναι εκπληκτική και δεν σ’ αφήνει να παραπονεθείς για κανένα από τα μειονεκτήματα που έχει η ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό. Μεταφέροντας ένα μέρος των στρεβλώσεων στο πλαίσιο, από το ψαλίδι που ήταν μέχρι τώρα, το Fireblade μετατρέπεται αρκετά σε συμπεριφορά. Αυξάνεται σημαντικά η ευελιξία και οι αλλαγές κατεύθυνσης γίνονται πιο άμεσα από πριν. Σε επόμενο τεύχος θα αναλύσουμε πλήρως τι έχουν κάνει με πλαίσιο και ψαλίδι οι Ιάπωνες της Honda, και πώς μεταφράζεται αυτό στην οδήγηση της μοτοσυκλέτας. Προς το παρόν ας κρατήσουμε το σχόλιο του “Fast” Freddie: «Οι αλλαγές σε ακαμψία που ήθελα από το 2008, είναι τώρα εδώ! Η μοτοσυκλέτα είναι πολύ πιο εύκολο να μετατοπίσει το βάρος εμπρός, ώστε να ελαφρύνεις τον πίσω τροχό στην είσοδο και να τον κατευθύνεις προς το εξωτερικό της στροφής στο σημείο ακριβώς που θέλεις»

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό

Το ABS και το traction control είχαν άψογη συμπεριφορά στις δύσκολες δικές μας συνθήκες. Είναι τελείως διαφορετικό να δοκιμάζεις το ABS με slick ελαστικά κρατώντας τα φρένα μέχρι το εσωτερικό της στροφής σε μεγάλη κλίση, από το να φρενάρεις οριακά με βρόχινα αγωνιστικά ελαστικά, πριν αφήσεις τα φρένα για να στρίψεις με πολύ μικρότερη κλίση. Στις δύο αυτές περιπτώσεις έχεις την ευκαιρία να καταλάβεις τα πάντα για την λειτουργία του, αλλά χρειάζεται να το γνωρίσεις και στις δύο περιπτώσεις κι όχι σε μία από τις δύο. Αντίστοιχα είναι τα πράγματα και για το traction control με την διαφορά ότι στο βρεγμένο αντιλαμβάνεσαι πολύ καλύτερα την προοδευτικότητα του συστήματος και τον βαθμό παρέμβασης. Δεν περίμενα η Honda να πράξει κάτι λιγότερο, από το να κυνηγήσει τα υψηλότερα των στάνταρ αυτή την στιγμή. Δεν είχε και επιλογή άλλωστε. Όταν μπαίνεις τελευταίος στον χορό των ηλεκτρονικών δεν υπάρχουν περιθώρια για αναθεωρήσεις. Θα πρέπει κατευθείαν να βρεθείς στο ίδιο σκαλί με τους υπόλοιπους, αν όχι στο πιο πάνω.
Όταν βρίσκεσαι σε μία τέτοια παρουσίαση, τόσο σημαντική, η χαρά της οδήγησης είναι μονάχα μία πτυχή της δουλειάς. Η συζήτηση με τους ανθρώπους του εργοστασίου έχει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα. Το «σημαντική παρουσίαση» στην αρχή της παραγράφου, χαρακτηρίζει την τεχνολογική πολυπλοκότητα του μοντέλου και τον βαθμό κατάρτισης όσων έδωσαν το παρόν. Δεν έχει να κάνει με το αγοραστικό ενδιαφέρον του κόσμου, ή την εμπορικότητα του μοντέλου. Οι μηχανικοί του CBR1000RR είναι από τους καλύτερους στην Honda και μαζί τους έφεραν τους καλύτερους από Bridgestone και Ohlins. Είχα την ευκαιρία να απευθύνω τις ερωτήσεις απευθείας στα αυτιά εκείνου που ήταν σε θέση να απαντήσει… Μαθαίοντας για παράδειγμα για τις χιλιάδες γραμμές κώδικα που χρειάζονται οι αναρτήσεις του SP, τον λόγο που λειτουργούν με προκαθορισμένα βήματα και όχι ελεύθερα ανάμεσα σε πλαίσια, όπως της Aprilia, και εκείνος να εκθέσει τα υπέρ και τα κατά κάθε επιλογής. Μιλάμε για μία σπάνια ευκαιρία. Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις του SP έχουν ένα πολύπλοκο τρόπο λειτουργίας, για τον οποίο μπορείς –αν βαριέσαι- να μην μάθεις καμία λεπτομέρεια και να τις διαχειριστείς με εύκολο τρόπο που δεν μαρτυρά τι γίνεται παρακάτω.

Τα εθνικά πρωταθλήματα έχουν φτάσει σε σημείο που μονάχα με πολλά λεφτά και προετοιμασία, μπορείς να τα κυνηγήσεις. Υπάρχουν αγώνες που μπορείς να συμμετέχεις με πολύ μικρότερο κόστος, όμως σε γενικές γραμμές τα πρωταθλήματα έχουν ξεφύγει πλήρως από τότε που αγόραζες μία μοτοσυκλέτα από τον αντιπρόσωπο και την επόμενη μέρα την έτρεχες με σκοπό το κύπελλο. Πολλές δεκαετίες και τεράστια βήματα εξέλιξης έχουν γίνει από τότε, και τώρα έρχονται τα ηλεκτρονικά να μας φέρουν πιο κοντά σε αυτή την εξαιρετική περίπτωση: Να αγοράζουμε κάτι ανταγωνιστικό με αυτό που ο πρωταθλητής της χώρας κερδίζει το κύπελλο!

Είχαμε αυτή την συζήτηση με τον Freddie Spencer, τον άνθρωπο που το μυαλό του και το χέρι του, ήταν το software και το hardware ενός traction control που διαχειριζόταν σε αγωνιστικές συνθήκες περισσότερα άλογα σε λιγότερα κιλά. Και το έκανε αλάνθαστα πατώντας στα χειρότερα ελαστικά. Λέγοντας πως τα ηλεκτρονικά θα μας δώσουν ή μας δίνουν, την ευκαιρία να είμαστε κοντά στην κορυφή ενός εθνικού πρωταθλήματος, απλά περνώντας την πόρτα του αντιπροσώπου, σηματοδοτεί μία νέα εποχή για αυτό το σπορ. Υπό λογικά πλαίσια μπορείς να πεις ότι είναι και προσιτή μία τέτοια μοτοσυκλέτα. Όχι για την δική μας οικονομική κατάσταση, όχι για την εποχή μας, όμως και τότε που κέρδιζε κανείς - απλά αγοράζοντας την superbike της εποχής, χρειαζόταν ένα τεράστιο ποσό συγκριτικά με τον μέσο μισθό της εποχής. Αντί να υποστηρίζεσαι από μία ομάδα μηχανικών για να τρέχεις έναν αγώνα, έρχεται η Ohlins και σου λέει ότι θα το κάνεις μόνος σου - και μάλιστα θα σε βοηθήσει ξεμπλέκοντας τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας και απλοποιώντας τις ρυθμίσεις. Εννοείται ότι θέλεις έναν χάρτη στην αρχή για να πλοηγηθείς στο μενού, αφού δεν χωράνε συγκεντρωμένα όλα αυτά στην έγχρωμη, πανέμορφη οθόνη, όμως αμέσως θα το συνηθίσεις και θα αποστηθίσεις τις διαδικασίες.

Είχα επίσης πολύ περισσότερο χρόνο παρέα με τον κ. Masatoshi Sato, υπεύθυνο εξέλιξης του νέου CBR, από την αρχική μας συνομιλία στην EICMA, όταν τον ρωτούσα για τις αλλαγές στο σύστημα ψύξης του CBR και την σχεδιαστική λεπτομέρεια στην ψύξη του τέταρτου και τρίτου κυλίνδρου, που στο προηγούμενο επέφερε διαφορά στην δυνατότητα αποβολής θερμότητας. Τα είχαμε γράψει αυτά στο ρεπορτάζ από την EICMA στο τεύχος 565… Επειδή τέτοιες ερωτήσεις δεν είχε συνηθίσει να ακούει από δημοσιογράφους, θυμόταν το όνομα και τώρα ρωτούσε ο ίδιος πώς ήταν η μοτοσυκλέτα, αν μου άρεσε το design κτλ… Του μετέφερα εκτός από την δική μας άποψη, κι όσα έγραφαν στο Facebook του MOTO συμφωνώντας οι περισσότεροι πως δεν τους αρέσει το τελικό της εξάτμισης και διαφωνώντας για την συνολική εικόνα της μοτοσυκλέτας, που στους περισσότερους άρεσε και μάλιστα αρκετά…

Στο τεύχος Μαρτίου λοιπόν, στο επόμενο τεύχος του MOTΟ, θα δώσουμε μία εκτεταμένη ανάλυση σε όλα τα παραπάνω, όπως ακριβώς χρειάζεται, στην έκταση που τους αξίζει και μπορούν να πάρουν στην έντυπη έκδοση. Θα σχολιάσουμε επίσης και το «πρέπει να ακούς το κοινό σου» που είπε ο αρχιμηχανικός του CBR, την στιγμή που μάλλον τους πήρε πολύ καιρό από τότε που άκουσαν μέχρι τότε που έπραξαν… έμαθαν όμως το μάθημα – μου τόνισε κλείνοντας το μάτι. Οι Ιάπωνες έχουν αλλάξει: Κανονικά δεν μιλούν για τον ανταγωνισμό, δεν είναι διαχυτικοί για όσα φτιάχνουν και προπαντός δεν «κλείνουν το μάτι», ενώ γενικότερα οι γκριμάτσες περιορίζονται ανάμεσα σε φίλους… οπότε αυτά είναι νέα δεδομένα και φανερώνουν αλλαγές και στον τρόπο σκέψης.

Ο John McGuinness όπως είναι κάθε φορά όταν πρόκειται να οδηγήσει...
 
 
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες από την παρουσίαση των Honda CBR1000RR και CBR1000RR SP: