Honda GTR 150: Δυναμομέτρηση και οδήγηση στην… πίστα!

Προπόνηση με παπί όπως ο Marquez
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

4/3/2019

Το Supra GTR 150 είναι χωρίς αμφιβολία το “Superbike” των παπιών στη γκάμα της Honda στην Ελλάδα. Έχοντας έναν υγρόψυκτο κινητήρα 150 κυβικών με δύο εκκεντροφόρους επικεφαλείς και κανονικό κιβώτιο έξι ταχυτήτων με συμπλέκτη, το GTR 150 είναι μια κανονικότατη μικρή μοτοσυκλέτα σε σχήμα παπιού. Προφανώς δεν πρόκειται για ένα φτηνό παπί για να κάνεις delivery – όχι ότι απαγορεύεται βέβαια… άσε δε που θα είσαι πιθανότατα και ο γρηγορότερος ντελιβεράς της περιοχής σου! Όμως για φτηνή αγορά και οικονομική μετακίνηση η Honda έχει το Astrea Grand στα 2.250€ και όποιος θέλει περισσότερη πολυτέλεια και αποθηκευτικούς χώρους υπάρχει το Supra-X Helmin με 2.780€.

Έτσι το GTR 150 των 3.460€ στην έκδοση Sporty και των 3.590€ στην έκδοση Exclusive δεν απευθύνεται στον κλασικό πελάτη των παπιών. Ούτε έχει σχεδιαστεί για τον κλασικό πελάτη των παπιών. Με το παπί αυτό (και αντίστοιχα των υπόλοιπων εταιρειών) γίνεται το πρωτάθλημα ταχύτητας στην Ινδονησία και ο συνολικός σχεδιασμός του αποσκοπεί ξεκάθαρα στη σπορ χρήση. Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο που σε όλες τις παρουσιάσεις της ομάδας της Honda (…και της Yamaha) των MotoGP στις χώρες της Ασίας, ο Marc Marquez (… και ο Rossi) οδηγούν στην πίστα ένα από αυτά τα super-παπιά με τους υγρόψυκτους κινητήρες και τον κανονικό συμπλέκτη.

Έχοντας στα χέρια μας το GTR 150, μας μπήκε η ιδέα να δούμε πως είναι να οδηγάς εξατάχυτο παπί στην πίστα. Βέβαια πριν πάμε στην πάντα φιλόξενη πίστα καρτ Speed Force στο Κορωπί, που είναι μία από τις ελάχιστες πίστες καρτ στην Ελλάδα που έχει άσφαλτο με υψηλό κράτημα, περάσαμε μια βόλτα από το δυναμόμετρο για να ξέρουμε… με πόσα άλογα θα παλέψουμε!

Η δυναμομέτρηση μας πήρε τον διπλάσιο χρόνο απ’ ότι συνήθως χρειάζεται ένα συμβατικό παπί. Μια αιτία ήταν φυσικά ο περίπλοκος σχεδιασμός της ποδιάς, με τα πάρα πολλά ξεχωριστά κομμάτια πλαστικών που έπρεπε να αφαιρεθούν για να βρούμε την ηλεκτρονική και να πάρουμε με ακρίβεια τις στροφές του κινητήρα. Η άλλη αιτία ήταν ότι κάναμε τρεις διαφορετικές δυναμομετρήσεις. Μία κανονική, μία χωρίς το χάρτινο φίλτρο αέρα και μία με το φίλτρο αέρα στη θέση του, αλλά χωρίς το καπάκι που έχει το φιλτροκούτι με την μικρή εισαγωγή αέρα. Οι διαφορές είναι ασήμαντες ως προς την μέγιστη τιμή της ιπποδύναμης, αλλά αρκετά ευδιάκριτες για να καταλάβουμε πως αν είχε μεγαλύτερου όγκου φιλτροκούτι θα κέρδιζε μερικά αλογάκια παραπάνω. Σημασία έχει πως είδαμε 14,09 αληθινούς ίππους στον πίσω τροχό στις 7.500 στροφές. *Ο κινητήρας έχει μεγάλη διάρκεια και συνεχίζει ως τον κόφτη. Στο τεύχος θα έχουμε όλη την ιστορία της δυναμομέτρησης, όπως και στο video που ετοιμάζουμε. Η Honda ανακοινώνει 15,1 ίππους στις 9.000 στροφές που είναι πολύ κοντά στην πραγματική απόδοση του κινητήρα.

*Αρχική δυναμομέτρηση... κι έπεται συνέχεια...

Με το εργοστασιακό βάρος να είναι μόλις 119 κιλά, οι επιταχύνσεις του GTR 150 είναι πραγματικά ζωηρές. Γενικά η Honda βάζει αρκετά μακριές σχέσεις στο κιβώτιο ταχυτήτων της και σπάνια οι μοτοσυκλέτες της πιάνουν κόφτη με 6η σε επίπεδη ευθεία. Το GTR 150 όμως είναι η εξαίρεση του κανόνα και μόνο στις ανηφόρες ή με κόντρα αέρα δυσκολεύεται να τερματίσει το κοντέρ του.

Μέσα στην πίστα της Speed Park στο Κορωπί, το GTR 150 σου δίνει αμέσως να καταλάβεις γιατί οι αγώνες ταχύτητας με τέτοια παπιά στην Ινδονησία έχουν πραγματικά νόημα.

Με όπλο τα φαρδιά ελαστικά που είναι 90/80-17 εμπρός και 120/70-17, αλλά και το μικρό μεταξόνιο, το GTR 150 βρίσκει όσο χώρο χρειάζεται μέσα στην κλειστή πίστα και έχει πολύ κράτημα για να πάρεις όση φόρα χρειάζεσαι. Τα δισκόφρενα είναι πολύ δυνατά και χάρη στο μικρό βάρος, μπορείς να οδηγάς μέσα στην πίστα με μόλις ένα δάκτυλο στη μανέτα. Φυσικά έχει ABS, αλλά επεμβαίνει μόνο αν υπερβάλεις και γραπώσεις τη μανέτα τελευταία στιγμή. Ο ψεκασμός είναι κάπως απότομος όταν ανοίγεις το γκάζι από τέρμα κλειστό και ο κινητήρας φρενάρει έντονα όταν κλείνεις απότομα το γκάζι. Οπότε είναι καλύτερα να διατηρείς την φόρα σου μέσα στη στροφή και έχοντας μια ταχύτητα πάνω να ανοίγεις το γκάζι νωρίτερα, παρά να κατεβάζεις πολλές ταχύτητες και να έχεις στις στροφές του κινητήρα κοντά στο κόκκινο.

Με αυτόν τον τρόπο οδήγησης, το GTR 150 πάει διαολεμένα γρήγορα μέσα στην πίστα και ο μόνος περιοριστικός παράγοντας είναι τα σταθερά μαρσπιέ. Αν είχε αναδιπλώμενα μαρσπιέ, όπως αυτά που βάζουν οι Ινδονήσιοι στα αγωνιστικά παπιά του πρωταθλήματός τους, τότε το GTR 150 θα ήταν ένα φανταστικό pit-bike για προπονήσεις σε πίστες καρτ.

Τα σταθερά μαρσπιέ είναι ο μόνος περιοριστικός παράγοντας του GTR 150 στην πίστα. Οι αναρτήσεις και τα φρένα κάνουν μια χαρά τη δουλειά τους και δεν χρειάζονται καμία επέμβαση, αν σκοπός είναι η διασκέδαση. Τώρα αν μπούμε στην λογική του αγώνα, τότε σίγουρα εκτός των μαρσπιέ, θα χρειαστεί να σηκωθεί η εξάτμιση, να απενεργοποιηθεί το ABS και να μπει ένα ρυθμιζόμενο αμορτισέρ πίσω. Όλα αυτά βέβαια κοστίζουν κάποια επιπλέον χρήματα που έρχονται να προστεθούν στα 3.460€ της αρχική τιμής του GTR 150. Όμως αν πρόκειται να δούμε ένα πρωταθληματάκι με παπιά στην Ελλάδα, που θα διεξάγεται σε πίστες καρτ (υπάρχουν σχεδόν σε κάθε νομό της χώρας μας), τότε θα πρόκειται για την πιο προσιτή οικονομικά μορφή μηχανοκίνητου αθλητισμού.

Τα παπιά δεν χάνουν ποτέ την μεταπωλητική αξία τους (ειδικά αν είναι Honda) και είναι γεμάτη ολόκληρη η Ελλάδα με αυτά. Επίσης μπορείς να τα συντηρείς εύκολα και οικονομικά σε οποιοδήποτε επαρχιακό συνεργείο. Ανάμεσα στους 6.000 Έλληνες που αγοράζουν καινούριο παπί κάθε χρόνο, μάλλον θα υπάρχουν 20-30 άτομα που θα γούσταραν να τρέξουν έναν αγώνα…   

 

Ευχαριστούμε θερμά την πίστα Speed Force στο Κορωπί για την φιλοξενία της 

Peugeot Speedfight 4 125: Διαστημικό!

Σήμα κατατεθέν της γαλλικής εταιρείας
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

3/3/2022

Το Speedfight αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μοντέλα που έχει σχεδιάσει ποτέ η Peugeot και δικαιολογημένα έχει την μακροβιότερη παρουσία στη γκάμα της, με φανατικούς οπαδούς στις αγορές της Ευρώπης και όχι μόνο. Οδηγήσαμε την τελευταία του έκδοση με τετράχρονο κινητήρα 125 κυβικών το 2018 και αναδημοσιεύουμε την πλήρη δοκιμή του από το τεύχος 590 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

Η σειρά Speedfight της Peugeot μετράει πάνω από δύο δεκαετίες στην παγκόσμια αγορά, προσφέροντας μια οικονομική λύση στην αστική μετακίνηση. Η οικογένεια πάντοτε χαρακτηριζόταν απ’ τον διαστημικό σχεδιασμό που η εταιρεία φρόντιζε να ανανεώνει με την πάροδο των χρόνων, ενώ το Speedfight 4 125 μετρά ήδη τέσσερα χρόνια απ’ την τελευταία του ανανέωση, κάτι το οποίο ακόμα και σήμερα παραμένει δυσδιάκριτο με μια γρήγορη ματιά.

 

Αυτό το γεγονός οφείλεται κυρίως στον χρόνο που επένδυσε η Peugeot στο σχεδιασμό του μικρού scooter, ανανεώνοντας το "μούτρο" του Speedfight δίνοντας έτσι μια πιο φρέσκια εικόνα. Παράλληλα φρόντισε να διατηρήσει τις βασικές γραμμές, ώστε να μένει κοντά στα πρότυπα της οικογένειας, ενώ αντικατέστησε τα φωτιστικά σώματα με νεότερα τεχνολογίας LED. Το αποτέλεσμα που προέκυψε είναι διαμετρικά αντίθετο απ’ την μόδα με τα neoretro scooter και βρίσκεται εδώ για να προσφέρει μια διέξοδο σε όσους πιτσιρικάδες -αλλά και μεγαλύτερους- που θέλουν ένα scooter με επιθετική σχεδίαση. Το μεγαλύτερο ατού του Speedfight όμως, είναι οι τεχνολογίες που υιοθετεί ο υδρόψυκτος κινητήρας του.

Για να τα βάλουμε όμως όλα σε μια σειρά ας ξεκινήσουμε απ’ το γεγονός ότι ο κινητήρας κατασκευάζεται απ’ τη SYM και διατίθεται αποκλειστικά για την Peugeot. Η ιπποδύναμή του δεν βρίσκεται στην κορυφή της κατηγορίας, καθώς ανέρχεται στους 11 ίππους, όμως δεν υπολείπεται σημαντικά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως η εταιρεία δεν στόχευσε στις απόλυτες επιδόσεις αλλά στη χαμηλή κατανάλωση και στη μέγιστη επιτάχυνση, έτσι η ροπή του βρίσκεται στα 1,1 χιλιογραμμόμετρα με τη μέγιστη τιμή της να επιτυγχάνεται στις 5.400 στροφές. Παράλληλα όμως, για να ενισχύσει την αίσθηση της γρήγορης επιτάχυνσης η Peugeot εφοδίασε τον κινητήρα με το σύστημα ACG. Η λειτουργία του συστήματος επιτρέπει στον κινητήρα τόσο κατά την επιτάχυνση όσο και την επιβράδυνση να απενεργοποιήσει τη λειτουργία της γεννήτριες, με αποτέλεσμα αφενός μεν να μειώνονται οι απώλειες του κινητήρα. Η γεννήτρια από την άλλη, μπαίνει σε λειτουργία μόλις η ταχύτητα του scooter σταθεροποιηθεί, φορτίζοντας έτσι την μπαταρία αποτελεσματικά. Παράλληλα για την εξοικονόμηση του συνολικού βάρους -που πάντοτε έχει μεγάλη σημασία ανεξαρτήτου κατηγορίας-  η Peugeot εγκατέστησε το ψυγείο του ψυκτικού υγρού στη δεξιά πλευρά του κινητήρα, περιορίζοντας την έκταση του κυκλώματος χρησιμοποιώντας μικρότερου μήκους σωλήνες. Με αυτό τον τρόπο κατάφερε να δημιουργήσει ένα ελαφρύτερο κύκλωμα και για την ψύξη του ψυγείου χρησιμοποίησε αεροδυναμικά πτερύγια που κατευθύνουν τον αέρα πάνω του, ενώ απ’ την πίσω πλευρά είναι εφοδιασμένο με βεντιλατέρ. Επιτυγχάνοντας έτσι τις ιδανικές συνθήκες ψύξης του κινητήρα, η εταιρεία υπόσχεται και χαμηλότερη κατανάλωση.

Σε πραγματικές συνθήκες

Στη θεωρία το Speedfight δείχνει πως έχει όλα τα φόντα ώστε να εκπληρώσει το σκοπό του, προσφέροντας μια γρήγορη και οικονομική μετακίνηση. Έχοντας το μικρό scooter μια βδομάδα στην κατοχή μας, είχε αρκετό χρόνο για να μας αποδείξει έμπρακτα την αξία του και αν κατακτά τον στόχο του. Στην πραγματικότητα το ACG σύστημα σε συνάρτηση με το ανακοινωμένο χαμηλό βάρος του scooter που βρίσκεται στα 121 κιλά (δυστυχώς δεν καταφέραμε να το ζυγίσουμε καθώς οι ζυγαριές εκείνο το διάστημα βρίσκονταν στις εγκαταστάσεις της DNA για να μετρήσουν το “Billet Sting”, το άρθρο του οποίου διαβάσατε νωρίτερα) κάνουν το Speedfight να ξεχωρίζει στον τομέα τον επιταχύνσεων, προσδίδοντάς του μια πιο ζωντανή επιτάχυνση με αποτέλεσμα να φτάνει γρήγορα την τελική του. Χάρη στις μικρές του διαστάσεις ελίσσεται σαν αίλουρος μέσα στους πνιγμένους δρόμους του κέντρου και σπάνια θα βρεθεί στριμωγμένο ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αλλά ακόμη και τότε που μπορεί να μην επαρκεί το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού, μπορείτε εύκολα να σηκώσετε το μπροστινό τροχό στον αέρα χάρη στη πισώβαρη κατανομή και να το μανουβράρετε επιτόπου. Η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται απ’ την ευελιξία, με την αλλαγή κατεύθυνσης να έρχεται αβίαστα και άμεσα όπως σε όλα τα scooter που είναι εφοδιασμένα με μικρούς τροχούς.

Οι σκληρές αναρτήσεις ενδείκνυνται για γρήγορους ρυθμούς οδήγησης, όμως αν το πιρούνι είχε μια πιο προοδευτική επαναφορά θα φιλτράριζε πιο άνετα τις ανωμαλίες του δρόμου χωρίς να κοπανάει τόσο έντονα. Εδώ είναι καλό να αναφέρουμε πως αυτό είναι γνώριμο χαρακτηριστικό των περισσότερο scooter της κατηγορίας. Τα συνδυασμένα φρένα απ’ την πλευρά τους έχουν καλό αρχικό δάγκωμα και προσφέρουν δυνατή επιβράδυνση που εφιστά την προσοχή σας σε γλιστερούς δρόμους, καθώς το τιμόνι έχει την τάση να διπλώνει στα φρένα πανικού. Στον τομέα της κατανάλωσης η εταιρεία αναφέρει πως η ελάχιστη ανέρχεται στα 2,1 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα, όμως σε πραγματικές συνθήκες η μέγιστη τιμή είναι διπλάσια, ενώ όπως είχαμε αναφερθεί και παλιότερα η ελάχιστη για αυτή τη κατηγορία αποτελεί ουτοπία καθώς είναι σχεδόν ακατόρθωτο να οδηγηθούν νωχελικά με μισόκλειστο γκάζι.

Η απώλεια

Ορισμένα πράγματα πρέπει να τα χάσεις ώστε να τα εκτιμήσεις. Έτσι συνέβη και με το πλαϊνό σταντ του Speedfight, που με την απουσία του κάνει τη διαδικασία της στάθμευσης περισσότερο χρονοβόρα και λιγότερο πρακτική, αποτελώντας έτσι το μεγαλύτερο μειονέκτημά του. Ούτε τα όργανα που είναι τελείως σπαρτιάτικα, αποτελούμενα από μια μικροσκοπική LCD οθόνη, δεν είναι αρκετά για να ξεπεράσουν σε βαθμό το παράπτωμα της Peugeot. Στην προκείμενη περίπτωση όμως, η εταιρεία ίσως να έπραξε σωστά που επέλεξε αυτό τον τύπο οργάνων, καθώς μια έγχρωμη οθόνη θα ανέβαζε το κοστολόγιο ενώ η χρήση των αναλογικών ενδείξεων θα το έκανε να δείχνει ξεπερασμένο. Ανάμεσα στο χάος που επικρατεί στην κατηγορία των scooter των 125 κυβικών από την πληθώρα των μοντέλων, το να θέσετε ως κριτήριο μόνο το κόστος απόκτησης δεν θα βοηθήσει, καθώς με ελάχιστη διαφορά στα χρήματα μπορείτε να αγοράσετε διάφορα scooter που στοχεύουν στην εκπλήρωση των ίδιων στόχων. Συνεπώς θα πρέπει να επιλέξετε πιο συνειδητοποιημένα και αν θέσετε ως κριτήρια την μοντέρνα σχεδίαση και το χαμηλό βάρος τότε το Speedfight αποτελεί μια καλή επιλογή.

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                              Speedfight 4 125

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

1.895

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.296

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

800

Ίχνος (mm):

-

Γωνία κάστερ (˚):

-

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

590

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

720

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

530

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

700

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

113/121

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, υδρόψυκτος, μονοκύλινδρος με 2 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

52,4 x 57,8

Χωρητικότητα (cc):

125

Σχέση συμπίεσης:

-

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

11/7.400

Ροπή (kg.m/rpm):

1,1/5.600

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

44

Τροφοδοσία:

Ηλεκτρονικός ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Φυγοκεντρικός

Μετάδοση / σχέση:

Διαρκώς μεταβαλλόμενη με ιμάντα (CVT)

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

-

Αλλαγή λαδιού (km):

Κάθε 5.000

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

1/-

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

-/-

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

68

Ρυθμίσεις:

Προφόρτισης

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Αλουμινίου

Ελαστικό:

130/60-13

Πίεση (psi):

29/ 31 με συνεπιβάτη

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 196mm με δαγκάνα δύο εμβόλων

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Μια οθόνη υγρών κρυστάλλων με ενδείξεις ταχύμετρου, ενός μερικού και ενός ολικού χιλιομετρητή, ώρας και συντήρησης. Ενδεικτικές λυχνίες για φλας, θερμοκρασία κινητήρα, μεγάλη σκάλα και βλάβης κινητήρα. Δυνατότητα ρύθμισης της έντασης της φωτεινότητας και της αντίθεσης της οθόνης. Συνδυασμένη λειτουργία φρένων και Full LED.

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

85/32

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Αλουμινίου

Ελαστικό:

130/60-13

Πίεση (psi):

26

ΦΡΕΝΟ

Ένας δίσκος 215mm με δαγκάνα ενός εμβόλου

 

Μέση

3,5

Ελάχιστη

3

Μέγιστη

4

Αυτονομία (km):

246,6

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

7,4/-