Οδηγούμε πρώτοι: Aprilia RSV4 1100 Factory 2019 - Δυναμομέτρηση για συζήτηση!

Η δυνατότερη νορμάλ μοτοσυκλέτα ever!!!!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

5/4/2019

Έχουμε παραλάβει την νέα Aprilia RSV4 1100 Factory αυτές τις ημέρες και είμαστε από τους πρώτους που την οδηγούμε στην Ελλάδα, με τις εκπλήξεις να διαδέχονται η μία την άλλη. Διότι ΟΚ, ούτε εμείς το περιμέναμε! Δηλαδή τι φοβερό έκαναν εκεί στην Aprilia και από τα 177,4 άλογα του RSV4 RF έφτασαν τα 199,37 (στον τροχό!!!) στο RSV4 1100 Factory; Σίγουρα η προσθήκη των 79cc, που αύξησαν τον κυβισμό από τα 999cc στα 1078cc δικαιολογεί κάπως τα σχεδόν 22 παραπάνω άλογα, όμως και πάλι δεν ξέρουμε κανέναν κινητήρα 79cc να βγάζει 22 άλογα… Προφανώς και δεν δουλεύουν έτσι τα μαθηματικά στους κινητήρες εσωτερικής καύσης, αλλά θέλουμε να εκφράσουμε τον ενθουσιασμό μας, καθώς όπως κι αν έχει, το RSV4 1100 Factory είναι αυτή τη στιγμή η δυνατότερη μοτοσυκλέτα που έχουμε δυναμομετρήσει με την προυπόθεση πως βγάζει νόμιμα πινακίδα κυκλοφορίας!

Δηλαδή τι φοβερό έκαναν εκεί στην Aprilia και από τα 177,4 άλογα του RSV4 RF έφτασαν τα 199,37 (στον τροχό!!!) 

Φυσικά είναι και το δυνατότερο νορμάλ Superbike της ιστορίας, ρίχνοντας στη δεύτερη θέση το Ducati Panigale V4-S των 1100 κυβικών, το οποίο είχε βγάλει στο δυναμόμετρό μας “μόλις” 196 ίππους.  Απ’ όσο ψάξαμε εμείς στο διαδίκτυο, αυτή πρέπει να είναι η πρώτη “ανεξάρτητη” δυναμομέτρηση του RSV4 1100 Factory. Βρήκαμε σε ένα γερμανικό forum φίλων της Aprilia μια δυναμομέτρηση που έγινε από μια εταιρεία βελτιώσεων ECU, σε δυναμόμετρο Dynojet.  Όπως βλέπετε στη σχετική φωτογραφία, οι γερμανοί είδαν 203,6 ίππους στις 13.181 στροφές και 213,2 ίππους με την “πειραγμένη” ECU (… και πιθανόν με ελεύθερη εξάτμιση, αφού λείπει το σκαλοπάτι πριν τις 6000 στροφές, όπου στην νορμάλ εξάτμιση ανοίξει η βαλβίδα ροής καυσαερίων).

Η μόνη ανεξάρτητη δυναμομέτρηση που υπάρχει αυτή την στιγμή, είναι η δική μας. Ωστόσο έχουμε βρει και την παρακάτω, που ανήκει σε εταιρία εμπορίας ECU

Τα 203,6 των γερμανών είναι πολύ κοντά στα δικά μας 199,37 και η διαφορά δικαιολογείται απόλυτα, αφού πάντα υπάρχει μια απόκλιση 1-2% από μοτοσυκλέτα σε μοτοσυκλέτα. Πολύ σημαντικό είναι να λάβουμε υπόψη μας, πως οι δυναμομετρήσεις που δημοσιεύουμε στο ΜΟΤΟ είναι με ΕΞΟΜΑΛΥΝΣΗ της καμπύλης. Το λέμε αυτό διότι πολλοί δεν κάνουν εξομάλυνση, με αποτέλεσμα να παίρνουν ως μέγιστες τιμές ιπποδύναμης τις στιγμιαίες κορυφώσεις της καμπύλης ιπποδύναμης. Για να καταλάβετε τι εννοούμε, πριν κάνουμε εξομάλυνση, η δική μας δυναμομέτρηση είχε στιγμιαία κορύφωση στα 201,3 άλογα. Όμως αυτό είναι λάθος και κάνει ΜΗ ΣΥΓΚΡΙΣΗΜΗ τη δυναμομέτρηση με τις υπόλοιπες που έχουμε κάνει.  

Για να είμαστε ειλικρινείς μαζί σας, εμείς περιμέναμε να δούμε κάτι ανάμεσα σε 185-190 ίππους στον τροχό. Το Tuono Factory 1100 με τον ίδιο (θεωρητικά…) κινητήρα είχε βγάλει μόλις 157,8 ίππους στις 11.900 στροφές. Όμως εδώ κρύβεται στο μυστικό της RSV4 1100 Factory. Πρώτα απ’ όλα, ο κινητήρας έχει μόνο τα κάρτερ ίδια με του Tuono. Κεφαλές, ηλεκτρονικά, μπιέλες, έμβολα, τροφοδοσία και κιβώτιο ταχυτήτων είναι διαφορετικά. (Διαβαστε εδώ αναλυτικά τις διαφορές)

Δεύτερον, ο κινητήρας του Tuono 1100 έχει κόφτη στις 12.500 στροφές, ενώ του RSV4 1100 Factory είναι στις 13.600.     

Πάντως αν σκεφτείς πως αυτός ο κινητήρας ξεκίνησε από τους 154,8 άλογα στην RSV4 RF του 2010 και έχει φτάσει πλέον στους 200 ίππους στο (προδιαγραφών Euro 4 για να μην ξεχνιόμαστε…) RSV4 1100 Factory είναι πράγματι εντυπωσιακό επίτευγμα.

Το ίδιο εντυπωσιακό είναι και το γεγονός πως το πραγματικό βάρος της RSV4 1100 Factory είναι ακριβώς 206 κιλά, ενώ της RSV4 RF του 2010 ήταν 206,5 κιλά (χωρίς cornering ABS, χωρίς εξάτμιση Euro 4), ενώ το RSV4 RF του 2018 ήταν 208 κιλά.

Με 199,37 ίππους και 206 -αληθινά μετρημένα από εμάς κιλά- η πραγματική αναλογία κιλών/ίππων είναι στο 1,03!!!

Πέρα από τον κινητήρα, η RSV4 1100 Factory έχει αλλαγές στη γεωμετρία του πλαισίου, με μικρότερο μεταξόνιο και διαφορετικό offset στις πλάκες του πιρουνιού. Αλλάγες έχουν και οι αναρτήσεις της Ohlins, με μεγαλύτερη διαδρομή εμπρός. Οι δαγκάνες της Brembo είναι οι καινούριες ελαφρύτερες Stylema και τα ηλεκτρονικά έχουν εντελώς διαφορετικό λογισμικό ώστε να ταιριάζει με την απόδοση του νέου κινητήρα. Το πόσο επηρεάζουν όλα αυτά τη συμπεριφορά της RSV4 1100 Factory σε σχέση με το RSV4 RF, θα το δούμε κυρίως μέσα στην πίστα. Στο δρόμο έτσι κι αλλιώς οι επιδόσεις της σε έχουν βάλει σε μπελάδες πριν καν αλλάξεις από 2α σε 3η …..

Έχουμε ήδη κανονίσει το ραντεβού στη πίστα, όπου μαζί μας θα έχουμε τον πιο κατάλληλο αναβάτη για την περίσταση. Φυσικά θα κάνουμε και τις απαραίτητες μετρήσεις επιδόσεων για να δούμε αν τα επιπλέον άλογα και τα νέα φρένα έχουν όντως αντίκτυπο στις μετρήσεις ή αν τα ηλεκτρονικά είναι εκείνα που βάζουν τελικά τα όρια σε αυτές τις μοτοσυκλέτες. Μέχρι τότε διαβάστε ΕΔΩ το συγκριτηκό τεστ που είχαμε κάνει μεταξύ της RSV4-RF των 1000 κυβικών με την μέχρι πριν λίγες ώρες δυνατότερη superbike, την Ducati V4-S Panigale των 1100 κυβικών στα Μέγαρα και στις Σέρρες.

 

 

Δείτε επίσης:


Superbike test: Ducati Panigale V4S vs Aprilia RSV4RF: Στις Σέρρες, στα Μέγαρα και στο δρόμο

Ετικέτες

Οδηγούμε τα νέα ελαστικά Bridgestone T32/GT

Άμεση "σύνδεση" με το δρόμο!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/5/2021

Τα Bridgestone Τ31 είναι από τα πιο επιτυχημένα και πιο ολοκληρωμένα sport touring ελαστικά της αγοράς, γι' αυτό και το επόμενο βήμα της εξέλιξής τους ήταν ένα πολύ δύσκολο και απαιτητικό καθήκον. Έχουμε ξαναπεί ότι το να ανεβάσεις επίπεδο σε κάτι που ήδη έχει τον πήχυ ψηλά, είναι πολύ πιο δύσκολο από το να εξελίξεις μια μετριότητα σε κάτι εξαιρετικό. Με τα Τ31 είχαμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα και γνωρίζαμε από πρώτο χέρι ότι αποτελούν ένα σημείο αναφοράς για την συγκεκριμένη κατηγορία. Αυτομάτως, λοιπόν, οι προσδοκίες για την διάδοχη κατάσταση, τα ολοκαίνουργια Τ32 και T32 GT, έβαλαν με το "καλημέρα" δύσκολα στους ανθρώπους της Bridgestone.

Η αποδοχή αυτής της πρόκλησης όμως, έγινε με τον πιο πειστικό τρόπο. Ο μοναδικός τρόπος για να επιβεβαιωθεί στην πράξη το αν πέτυχαν τον υψηλό στόχο που οι ίδιοι είχαν θέσει, ήταν η απόδειξη στην πράξη, στο πεδίο των πραγματικών συνθηκών. Γι' αυτό και η παρουσίαση των νέων Τ32 ήταν ένα εντελώς ιδιαίτερο και ξεχωριστό event που μετά από… 3.000 χιλιόμετρα, δύο εβδομάδες και την διάσχιση μιας ολόκληρης χώρας, δεν άφησε κανένα ερώτημα ή απορία αναπάντητη.

Πιο συγκεκριμένα, η Bridgestone οργάνωσε ένα κανονικό road trip με την μορφή… σκυταλοδρομίας, με το κάθε γκρουπ των δημοσιογράφων να οδηγεί διαδοχικά τις μοτοσυκλέτες από εκεί που σταμάτησε το προηγούμενο. Το όλο ταξίδι ξεκίνησε από την Κατάνια της Σικελίας και τερμάτισε λίγο έξω από την Φλωρεντία, με το δικό μας γκρουπ να είναι αυτό που θα οδηγούσε τις μοτοσυκλέτες στον τερματισμό, έχοντας οδηγήσει πάνω από 800 χιλιόμετρα από την Ρώμη που παραλάβαμε τις μοτοσυκλέτες, μέχρι την Τοσκάνη, όπως θα διαβάσετε αναλυτικά στην παρουσίαση που θα φιλοξενηθεί στο τεύχος Ιουλίου του ΜΟΤΟ.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με το τι καινούργιο ή διαφορετικό φέρνει το Τ32 σε σχέση με τον προκάτοχό του. Η πρώτη διαφορά είναι κάτι που φαίνεται με το μάτι και αφορά φυσικά τη νέα χάραξη στο πέλμα που οι άνθρωποι της Bridgestone ονομάζουν "Pulse Groove" η οποία έχει ως στόχο τον κύριο άξονα της εξέλιξης: την βελτίωση της συμπεριφορά στο βρεγμένο. Επιπλέον, έχει αλλάξει το σχήμα του πίσω ελαστικού, ενώ έχει αυξηθεί η επιφάνεια επαφής με την άσφαλτο και έχει γίνει ξεχωριστή μελέτη για την τοποθέτηση των αυλακώσεων έτσι ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις δυνάμεις που ασκούνται στο ελαστικό. Το "Pulse Groove" αποτυπώνει λεκτικά το κυματοειδές σχήμα των αυλακώσεων, το οποίο εκμεταλλεύεται τους φυσικούς νόμους για την ροή των υγρών, έτσι ώστε να επιταχύνει την απομάκρυνση του νερού.

Επιπλέον μέσα στις αυλακώσεις υπάρχει μικρά εξογκώματα που λειτουργούν επίσης υπέρ της αύξησης της ταχύτητας της ροής, ενώ χάρη σ' αυτή την χάραξη έχει αυξηθεί κατά 3% μπροστά και κατά 6% πίσω η επιφάνεια των αυλακώσεων. Βάσει των εργαστηριακών μετρήσεων και των δοκιμών του εργοστασίου επιτυγχάνεται τοπ εντυπωσιακό νούμερο της μείωσης κατά 7% της απόστασης φρεναρίσματος στο βρεγμένο οδόστρωμα, σε σχέση με το Τ31, ενώ ταυτόχρονα το πίσω ελαστικό αρχίζει να γλιστράει πιο αργά και σε μικρότερη αναλογία. Το ιδιαίτερο όμως όλης αυτής της κατασκευής που έρχεται και σε αντίθεση με αυτό που προδιαθέτουν τα δεδομένα, είναι ότι αυξήθηκε η επιφάνεια επαφής κατά 13% στο πίσω ελαστικό παρά την μεγαλύτερη αναλογία των αυλακώσεων.

Φυσικά, τα Τ32 διαθέτουν την τεχνολογία 3LC για την γόμα του πίσω ελαστικού, με διαφορετική σύνθεση για τα πλαϊνά τμήματα που επεκτείνεται και στο κάτω τμήμα των πλαϊνών τμημάτων και διαφορετική για το πάνω μέρος στο κέντρο του πέλματος, ενώ στο μπροστινό η σύνθεση της γόμας είναι ενιαία. Ο σκελετός τόσο μπροστά όσο και πίσω είναι κατασκευασμένος με τεχνολογία MS-Belt, είναι δηλαδή μονοσπιράλ με το ατσάλινο "κορδόνι" να διαθέτει ανεξάρτητη ελαστική γέμιση, έτσι ώστε να μεταφέρεται ομοιόμορφα η θερμοκρασία που αναπτύσσεται σε όλη την επιφάνεια του ελαστικού, ενώ αποτρέπεται και το φαινόμενο της οξείδωσης. Ταυτόχρονα όμως επιτρέπει την ελεγχόμενη παραμόρφωση του ελαστικού, έτσι ώστε να μεταφέρεται με ακρίβεια η πληροφορία στον αναβάτη για το επίπεδο πρόσφυσης. Η σύνθεση της γόμας είναι πλούσια σε πυρίτιο χάρη στην τεχνολογία "Silica Rich Ex" και "Silica Rich", επιτυγχάνοντας έτσι καλύτερη απόδοση στο βρεγμένο. Αντίστοιχα είναι και τα χαρακτηριστικά για την έκδοση GT των Τ32 η οποία προορίζεται για μοτοσυκλέτες με μεγαλύτερο βάρος, με μικρότερη όμως αναλογία στις αυλακώσεις της χάραξης και κατά συνέπεια μικρότερη απόκλιση σε όλα τα επίπεδα απόδοσης από το αντίστοιχο Τ31 GT.

Κι αν όλα αυτά στα χαρτιά και την θεωρία δείχνουν πολλά υποσχόμενα, τα 800 χιλιόμετρα που διανύσαμε με πολλές και διαφορετικές μοτοσυκλέτες, σε όλα τα είδη των δρόμων, από autostrada και γρήγορους επαρχιακούς, μέχρι φιδωτά στενά ορεινά δρομάκια, αλλά και σε όλες τις συνθήκες (καθώς η δεύτερη μέρα οδήγησης ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου υπό βροχή) επιβεβαίωσαν πως η απόσταση από την θεωρία στην πράξη είναι… μισή γκαζιά δρόμος!

Για να μην σας κουράσουμε με αναλύσεις και πιο εξειδικευμένη κριτική πάνω σε κάθε συνθήκη ξεχωριστά, όπως θα μπορέσετε να διαβάσετε στο άρθρο της παρουσίασης στο τεύχος Ιουλίου, θα σας πούμε αυτό που έχει ίσως την μεγαλύτερη βαρύτητα επί του πρακτέου. Με τα Bridgestone Τ32 μαθαίνεις να οδηγείς με εμπιστοσύνη, που ως γνωστόν αυτό είναι κάτι που αποκτάται πάρα πολύ δύσκολα και εξανεμίζεται πάρα πολύ εύκολα. Ειδικά στην βρεγμένη άσφαλτο, η συμπεριφορά του ελαστικού ήταν πραγματικά μια ανεκτίμητη εμπειρία, ενώ αυτό που επίσης μας εντυπωσίασε από τα πρώτα κιόλας χιλιόμετρα στο στεγνό, ήταν –πέρα από το πόσο γρήγορα έρχεται σε θερμοκρασία λειτουργίας για τα δεδομένα της Bridgestone- και το πόσο μεγάλο ποσοστό πληροφόρησης παρέχεται στον αναβάτη από το μπροστινό. Είναι ένα λάστιχο που "μιλάς" μαζί του και –το κυριότερο- μπορείς να βασιστείς σε αυτά που σου "λέει". Με τα συγκεκριμένα ελαστικά, το σίγουρο είναι ότι μένεις πάντα… "διασυνδεδεμένος" με το δρόμο!

Ετικέτες