ΜINI TEST Yamaha YBR 250 2007 - 2012

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

2/5/2015

Της δουλειάς

 

Υπάρχουν πάρα πολλές κατηγορίες στις οποίες μπορεί να καταταχθεί κάθε μοτοσυκλέτα, μικρή ή μεγάλη, καινούργια ή παλιότερη. Εξειδικεύσεις ανάλογα με τη χρήση, τον κυβισμό, την εμφάνιση και τέλος δεν υπάρχει, αφού συνεχώς οι επικαλύψεις δημιουργούν νέες κατηγορίες, υποκατηγορίες και χαρακτηρισμούς

 

Έτσι, και για την YBR 250 της Yamaha έχουμε την ευχέρεια να την κατατάξουμε στις μοτοσυκλέτες δρόμου με κινητήρες 250 κυβικών. Ο κινητήρας της είναι μονοκύλινδρος και όχι ιδιαίτερα ισχυρός. Από τη εμφάνισή της είναι ολοφάνερο ότι πρόκειται για μια “γυμνή” μοτοσυκλέτα δίχως φαίρινγκ. Δεν έχει όμως το επιθετικό στυλ των μοντέρνων streetfighters ενώ και οι σύγχρονες μοτοσυκλέτες άλλων κατασκευαστών που μοιάζουν με την YBR είναι ελάχιστες για να διαμορφώσουν μαζί της την κατηγορία. Ποια θα ήταν η κατηγορία αυτή; Χρηστικές μοτοσυκλέτες με απλούς κινητήρες 250 κυβικών, θα μπορούσε να λέγεται και να περιγράφει με σαφή τρόπο το πεδίο δράσης της YBR. Ή αν παρακάμπταμε την συχνά επίπονη προσπάθεια κατάταξης και θυμόμαστε την παλιά αρχή όπου οι μοτοσυκλέτες χωρίζονται σε δυο και μόνο κατηγορίες, τις μοτοσυκλέτες διασκέδασης και τις χρηστικές μοτοσυκλέτες τα πράγματα θα γινόντουσαν απλούστερα και η YBR θα έβρισκε αυτόματα την θέση της στην κατηγορία της. Κανένας δεν θα επέμενε στο ότι αυτή η μονοκύλινδρη Yamaha είναι γεννήτρια διασκέδασης, αντίθετα πολλοί θα την ήθελαν σαν μόνιμο εργαλείο για δουλειές. Αυτό ακριβώς είναι η YBR 250 και στην εποχή που ζούμε οι απλές αρετές της ήρθαν και πάλι στο προσκήνιο. Aρετές που έχουν να κάνουν με την ευκολία αλλά και την οικονομία στις μετακινήσεις που προσφέρει. Εάν τολμούσαμε να την συγκρίνουμε με ένα αντίστοιχου κυβισμού σκούτερ, το YBR χάνει όσον αφορά τις ευκολίες -μικρότερη προστασία από τις καιρικές συνθήκες, αποθηκευτικοί χώροι και ευκολία στους χειρισμούς, όπου τα σκούτερ υπερτερούν- αλλά κοστίζει λιγότερο στην μακροχρόνια χρήση χωρίς να υπολείπεται σε επιδόσεις. Από την άλλη, το YBR 250 κάθε άλλό παρά δυσκολοδήγητο είναι. Έχει χαμηλό ύψος σέλας, άφθονο χώρο πάνω της, μαλακά χειριστήρια ενώ η απόδοση του κινητήρα είναι ουσιαστικά γραμμική και η ωφέλιμη απόδοσή του ξεκινά από χαμηλές στροφές. Το μπροστινό του μέρος είναι ανάλαφρο συνθέτοντας μια ιδιαίτερα εύκολη στην οδήγηση μοτοσυκλέτα. Μπορεί κάποιος να εντυπωσιασθεί από τις επιδόσεις του, εάν προέρχεται από την κατηγορία των 125 κυβικών, αλλά το αντικειμενικό είναι ότι το YBR 250 μπορεί να οδηγηθεί από τον καθένα και την καθεμιά, ακόμη και αν διαθέτουν πολύ μικρή εμπειρία. Εκτός από αυτά, το YBR έχει μεγάλης χωρητικότητας ρεζερβουάρ και με μεγάλες επιφάνειες, υπεραρκετό χώρο και για συνεπιβάτη, άνετη θέση οδήγησης και χαμηλή κατανάλωση. Εκτός από το ότι είναι ευχάριστο και ευκολοδήγητο στην πόλη, οι δυνατότητες του κινητήρα του επιτρέπουν να μεταφέρει και μακριά από αυτήν έναν ή δυο αναβάτες. Μπορεί να κινείται πάντοτε με ταχύτητες πάνω από τα 120, ενώ σε καλές συνθήκες περνά και την ένδειξη των 130. Ο εξοπλισμός του δεν είναι ιδιαίτερα πλούσιος -άλλωστε όλη η κατασκευή του, που γινόταν στην Βραζιλία ήδη από το 2003 στόχευε και στην χαμηλή τιμή. Έτσι, δεν υπάρχει κεντρικό σταντ ή σχάρα παρά μόνο μια χειρολαβή για τον συνεπιβάτη και η τάπα του ρεζερβουάρ δεν έχει μεντεσέ. Κάποια σημεία όμως δείχνουν πολυτελή, όπως οι αλουμινένιες βάσεις των μαρσπιέ, η ουρά με τα ενσωματωμένα φλας και οι αεραγωγοί κάτω από το ρεζερβουάρ. Ο κινητήρας -που έχει και καλό φινίρισμα- με την συμβατική τεχνολογία του καταναλώνει, χάρη και στην τροφοδοσία του από ψεκασμό, λιγότερα από τέσσερα λίτρα για κάθε εκατό χιλιόμετρα και φαντάζει ικανός να ζήσει για πάντα. Στα φρένα του, καλύτερο είναι το πίσω ταμπούρο, ενώ το δισκόφρενο, παρά την μεγάλη του διάμετρο, εμφανίζεται απλώς επαρκές όσον αφορά την απόδοσή του. Άλλωστε, το YBR δεν είναι φτιαγμένο για συγκινήσεις και διασκέδαση, αλλά για εξυπηρέτηση και δουλειά. Απλό, εύκολο, οικονομικό και διαχρονικό, αποτελεί μια από τις λίγες σύγχρονες μοτοσυκλέτες που υπηρετούν αυτά τα καθήκοντα. Στην εποχή της οικονομικής στενότητας, αυτού του είδους οι μοτοσυκλέτες ξαναέρχονται στο προσκήνιο, αφού κάνουν ευκολότερη την ζωή του ιδιοκτήτη ζητώντας λιγότερη φροντίδα και χρήματα από πιο εξειδικευμένες μοτοσυκλέτες ή σκούτερ.

 

 

Ναι

Χρηστική και χαμηλού κόστους

Όχι

Εάν αναζητάτε διασκέδαση

Γιατί

H απλότητα είναι διαχρονική

 

Τι να προσέξετε

Αναλογικά με ακριβότερες μοτοσυκλέτες για τις μεταχειρισμένες YBR 250 οι ιδιοκτήτες τους ζητούν αρκετά χρήματα για να τις αποχωριστούν. Οι φθηνότερες πλησιάζουν στο κατώφλι των 2.000 ευρώ ενώ σε γενικές γραμμές είναι καλομεταχειρισμένες, χωρίς πολλές επεμβάσεις και αλλοιώσεις

Διαχρονικό σχήμα έχει ο στρογγυλός προβολέας του που διαθέτει και πολύ καλή απόδοση

 

 

Αρκετός χώρος στην σέλα τόσο για τον αναβάτη όσο και για τον συνεπιβάτη

Ευανάγνωστα αλλά παλιομοδίτικα τα όργανά του, που συμπληρώνονται και από την οθόνη με τον μετρητή καυσίμου στο κάτω μέρος τους

Απλώς επαρκές το εμπρός δισκόφρενο και μαλακό στην λειτουργία του το πιρούνι. Ακριβώς ό,τι χρειάζεται το YBR250

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, αερόψυκτος 1ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 74 x 58

Κυβικά (cc): 249

Σχέση συμπίεσης: 9,8:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός     

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής: 1 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:  Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: έξι

Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό σωληνωτό

Γωνία κάστερ (o): 26,3

Ίχνος (mm):  104,5

Μεταξόνιο (mm):  1.360 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (Kg):138 /

Βάρος πραγματικό, γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 155                   

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):            19,2/4,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  37

Διαδρομή (mm):  115                

Ρυθμίσεις: Καμία

Πίσω: ένα αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 120

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δισκόφρενο 282mm, δαγκάνα με δύο έμβολα

Πίσω:   Ταμπούρο 130mm, δαγκάνα με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ζάντα :

Ελαστικό: 100/80-17     

Πίσω

Ζάντα :

Ελαστικό:            130/70 - 17

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό ταχύμετρο και στροφόμετρο, ενδεικτικές λυχνίες για φώτα, φλας, λειτουργία ψεκασμού, ψηφιακή οθόνη με ρολόι και ένδειξη καυσίμων, χώρος κάτω από τη σέλα, αλάρμ

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 21/7.500

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 2,1/6.500

 

 

 

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 17,5/7.500

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 1,9/6.300

Η ομαλότητα και η απόδοση από τις χαμηλές στροφές είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του αερόψυκτου κινητήρα. Είναι κομμένη και ραμμένη στην χρηστικότητα, την ευκολία και το μικρό κόστος χρήσης

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            3,8

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            505

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%)

 

Έμβολο πλήρες : 75               

Μπιέλα :            63       

Ρεζερβουάρ:      262                            

Εμπρός φτερό : 81,26                                    

Εμπρός ζάντα: 228                             

Μανέτα φρένου : 10   

Φανάρι εμπρός: 164             

Σέλα:   176                

                         

Oι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Νοέμβριο του 2013

 

Aprilia RSV Mille R Factory (2004 - 2009)

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/8/2010

Κατάφερε στο πέρασμά της όχι μόνο να εισβάλλει στην κυριαρχία των Ιαπώνων στα superbike, αλλά και να γίνει αγαπητή στον κόσμο. Δεν έχει υπερεπιδόσεις και υπερβολικό γκάζι, αλλά είναι ένα απόλυτα ισορροπημένο σύνολο με εξωτικά περιφερειακά που τα καταφέρνει περίφημα παντού
[blockquote]Ναι...
Γιατί είναι ένα ολοκληρωμένο superbike
Όχι...
Γιατί είναι από τα πιο βαριά superbikes...
Γιατί...
Ο συνδυασμός του συγκεκριμένου πλαισίου και του συγκεκριμένου κινητήρα, είναι πραγματικά ένα "ποίημα" για τον δρόμο και την πίστα
Tι πρέπει να προσέξετε
Αυτό ο δικύλινδρος έχει αποδειχθεί “τέρας" αξιοπιστίας, οπότε δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος τομέας που "πονάει" μηχανολογικά. Βεβαιωθείτε ότι η συντήρηση έχει τηρηθεί, όπως προτείνει η Aprilia, και ψάξτε για τυχόν σημάδια που θα μαρτυρούν σκληρή χρήση σε πίστα ή και πτώση (όπως για παράδειγμα ισιωμένο υποπλαίσιο κ.λπ.)[/blockquote]
Έκανε τα πρώτα της βήματα στα τέλη της δεκαετίας του ‘90, όταν οι Γιαπωνέζοι μάχονταν σώμα με σώμα με τα τετρακύλινδρα 1000 και 900 της εποχής και έδειξε αμέσως άκρως ανταγωνιστική. Το ίδιο ακριβώς συνέχισε να κάνει και στη συνέχεια της καριέρας της, που μετά το 2004 ανανεώθηκε, έχοντας αυτή τη φορά απέναντί της τους ίδιους, αλλά πολύ πιο ισχυρούς τετρακύλινδρους κινητήρες των 1000 κυβικών των Γιαπωνέζων που πλέον είχαν αποκτήσει σχεδόν 150 άλογα στο τροχό. Ο δικύλινδρος κινητήρας της Rotax που έχει στα σπλάχνα του το Mille σίγουρα δεν μπορούσε να έχει τέτοια απόδοση, οπότε οι άνθρωποι της Aprilia συνέχισαν την Ιταλική συνταγή για μια καλή μοτοσυκλέτα. Αυτή δεν ήταν άλλη από την τοποθέτηση ενός πολύ ισχυρού και άκαμπτου αλουμινένιου πλαισίου, αλλά και την προσθήκη αναρτήσεων με την υπογραφή της Ohlins. Τα φρένα είναι της Brembo με δαγκάνες ακτινικά τοποθετημένες τεσσάρων εμβόλων, τα οποία μαζί με το ακριβέστατο πιρούνι συνέθεταν ένα καλορυθμισμένο μπροστινό σύστημα που σε προδιέθετε ανάλογα για το πώς πρέπει να οδηγήσεις αυτή την μοτοσυκλέτα. Το κερασάκι στην τούρτα είναι και οι σφυρήλατες ζάντες της ΟΖ, οι οποίες σημαντικά το αναρτώμενο βάρος της μοτοσυκλέτας.
Ανεβαίνοντας στη σέλα της, αίσθηση προκαλεί η ευρυχωρία που διαθέτει, καθώς από τα κλιπ ον είναι αρκετά μακριά, όπως και τα μαρσπιέ. Βέβαια, αίσθηση προκαλούν και τα παραπανίσια κιλά της που ξεπερνούν τα 215, νούμερο στο άνω άκρο της κατηγορίας, το οποίο ευτυχώς στην οδήγηση δεν γίνεται αντιληπτό. Το “ζύγισμά” της είναι πολύ καλό και γενικά η οικειότητα που αποκτάς μαζί της δεν θυμίζει και πολύ ιταλική μοτοσυκλέτα. Δεν υπάρχουν καθόλου μηχανικοί θόρυβοι και τα πάντα έχουν μια ποιοτική πινελιά που ξεφεύγει αρκετά από την μαζικότητα των γιαπωνέζικων superbike. Εξίσου ξεχωριστή και όμορφη, ακόμα και σήμερα, είναι η εμφάνισή της, με χαρακτηριστικό στοιχείο το μακρόστενο ρεζερβουάρ και την σχετικά φαρδιά σιλουέτα της, παρά τον στενό δικύλινδρο κινητήρα της. Οδηγώντας την και συγκρίνοντας με τα σημερινά δεδομένα, σίγουρα αυτό που δεν σε εκπλήσσει είναι το γκάζι του κινητήρα της. Δεν διαθέτει την ευστροφία και τη δύναμη των σύγχρονων δικύλινδρων (βλέπε Ducati 1198) και στις υψηλές στροφές υστερεί σημαντικά. Αυτό βέβαια δεν την εμποδίζει να σημειώνει αρκετά καλές επιδόσεις, κάτι που οφείλεται στις σωστά κλιμακωμένες σχέσεις του κιβωτίου ταχυτήτων που εκμεταλλεύονται πλήρως την ισχύ του κινητήρα της. Δεν είναι όπλο και ταχεία υπερυψηλών επιδόσεων, αλλά εύκολα το νούμερο 260 θα εμφανιστεί στην ψηφιακή οθόνη των πληρέστατων οργάνων του, και χωρίς πρόβλημα μπορεί να διατηρεί σταθερά ταχύτητες κοντά στα 240 χιλιόμετρα. Σε αυτά τα απαγορευτικά νούμερα ταχυτήτων, το πολύ ισχυρό πλαίσιο και οι ποιοτικές αναρτήσεις κάνουν εξαιρετική δουλειά, προσφέροντας όχι μόνο  ασφάλεια και σταθερότητα, αλλά και πολύ καλή κατευθυντικότητα. Εκτός εθνικής και σε γρήγορες ανοιχτές στροφές το Mille μπορεί και δείχνει τα ακονισμένα δόντια του ακόμα καλύτερα, αφού η ακρίβεια που προσφέρουν οι αναρτήσεις του επιτρέπουν να στρίβει καταπληκτικά, ενώ η ροπή και η δύναμη στις μεσαίες στροφές που έχει ο δικύλινδρος κινητήρας του επιτρέπει δυνατές και απολαυστικές εξόδους από κάθε στροφή.
Όμως όλα αυτά τα απολαμβάνεις καλύτερα μέσα στην πίστα, αφού ουσιαστικά η μοτοσυκλέτα εκεί έχει εξελιχθεί και μπορείς να κινηθείς πραγματικά γρήγορα χάρη στο πολύ καλό “πακέτο” αναρτήσεων και πλαισίου, ενώ στους καλούς χρόνους στην πίστα που μπορεί να πετύχει βοηθάει και ο αδύναμος μεν αλλά πολύ γραμμικός κινητήρας του που σου επιτρέπει να κρατάς σχεδόν παντού το γκάζι ανοιχτό. Μην ξεχνάτε ότι το 2007 κατάφερε και βγήκε πρώτη στο Master bike κόντρα σε όλα τα γιαπωνέζικα και ευρωπαϊκά της εποχής εκείνης.
Σήμερα δεν είναι και πολύ εύκολο να βρεις μεταχειρισμένη μια Aprilia Mille Factory, καθώς οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τους δύσκολα την αλλάζουν παρά την έλευση του νέου RSV4. Για αυτό το λόγο κρατά και υψηλή μεταπωλητική αξία που σχεδόν αγγίζει τα 7.500 ευρώ. Είναι μια μοτοσυκλέτα που μπορείς να ταξιδέψεις σχετικά άνετα, να ευχαριστηθείς χωρίς ουρλιαχτά και πολλή προσπάθεια για γρήγορη οδήγηση στο δρόμο, ενώ μπορείς ταυτόχρονα με ένα ζευγάρι racing ελαστικά να γράψεις και πολύ καλούς χρόνους σε μια πίστα. Επίσης, είναι και η τελευταία Aprilia που φέρει το λογότυπο Mille στα πλαστικά της…   



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V600, υγρόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97x67,5
Κυβικά (cc): 997,6
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Sagem
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2 σε 1


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,687


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο, δύο δοκών
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 101,7
Μεταξόνιο (mm): 1418
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 185
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο Ohlins
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς, προφόρτιση
Πίσω: Μονόμπρατσο ψαλίδι, ένα αμορτισέρ Ohlins με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320 χιλιοστών, δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 255mm, δαγκάνα με δυο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 190/55-17
Ζάντα: 6 x17''


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Tαχύμετρο και στροφόμετρο με αναλογικές ενδείξεις, δύο μερικοί και ένας ολικός χιλιομετρητής, ενδείξεις για ποσότητα καύσιμου, θερμοκρασία περιβάλλοντος / ψυκτικού, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / ψεκασμό / ρεζέρβα / ανοιχτό σταντ / προειδοποίηση service


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 143/10.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 9,8 / 7.250


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 124,5 / 9.700
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 9,9 / 7.600


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,4