NOOS: Το δεύτερο ελληνικό σκούτερ που εμφανίζεται σε κοινό!

Το πρώτο ήταν το Yum-e πριν από μερικούς μήνες στην Έκθεση Μοτοσυκλέτας
NOOS: Το δεύτερο ελληνικό σκούτερ που εμφανίζεται σε κοινό!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

8/10/2024

Στην Έκθεση Αυτοκινήτου 2024 επέλεξε ο Όμιλος Πέτρος Πετρόπουλος να αναδείξει το νέο του σκούτερ που πρωτίστως προορίζεται για επαγγελματική χρήση.

Μπορεί να έρχεται δεύτερο στη σειρά εμφάνισης στο ελληνικό κοινό και μερίδα του Τύπου να συνεχίζει να ξεχνά το πρώτο, όπως άλλωστε το ξέχασαν όλοι εκτός από στην Έκθεση Μοτοσυκλέτας όπου παρουσιάστηκε το Yum-e, ωστόσο το NOOS κρύβει την πιο μακρά πορεία σε έρευνα και εξέλιξη έχοντας κάνει ήδη εξαιρετικά πολλές δοκιμές σε εξιδεικευμένο κέντρο επιταχυνόμενης καταπόνησης.

Το NOOS είναι ένα εγχείρημα που ξεκίνησε πριν από μία επταετία από ελληνική start-up που δοκίμασε τότε την έμπρακτη υλοποίηση διαφορετικών τεχνολογιών που βρισκόντουσαν ακόμη στα σπάργανα.

Πριν από δύο χρόνια η ελληνική αυτή start-up εντάχθηκε στην ομπρέλα του Ομίλου Πέτρος Πετρόπουλος με μία επένδυση για την ανάπτυξη οχημάτων στην Ελλάδα, προχωρώντας σε πλήρη αναδιάρθρωση του σχεδίου, έχοντας πλέον την ευχέρεια μίας γενναίας χρηματοδότησης.

Έπειτα από δοκιμές είχαν ήδη καταλήξει ανάμεσα σε δύο συστοιχίες μπαταριών, των εταιριών LG και Samsung επιλέγοντας τελικά την δεύτερη ως βασικό προμηθευτή εξαιτίας του καλύτερου ελέγχου αποφόρτισης και της χωρητικότητας που προσφέρουν τα στοιχεία τους.

https://www.motomag.gr/news/nea-montela-epikairotita/yum-e-proto-elliniko-skoyter-paragogis-paroysiastike-stin-ekthesi

Έχοντας έναν επώνυμο προμηθευτή για το πλέον νευραλγικό σύστημα του νέου σκούτερ, η πορεία προς την δημιουργία μίας αμιγούς ελληνικής λύσης για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της τελικής μεταφοράς καθώς και σε ιδιώτες που χρειάζονται μία ευέλικτη λύση για αυστηρά αστική μετακίνηση, είχε πλέον έναν μονάχα σκόπελο.

Δεν είναι ευρέως γνωστό αλλά στον τομέα των hub-steering κινητήρων υπάρχει μία πολύ αξιόλογη λύση από την Bosch και έπειτα τα χάος. Η hub-steering λύση είναι εξαιρετική για τα πολύ ελαφρά σκούτερ μικρών αποστάσεων όπως το NOOS και αποτελεί πρόβλημα όταν αρχίζει να χρησιμοποιείται σε πιο μεγάλες κατασκευές, όπως έχουμε τονίσει εδώ.

Έχοντας μιλήσει πριν από έξι χρόνια με την Bosch που τότε σχεδίαζε την OEM προμήθεια του νέου τους κινητήρα, ενσωματωμένου στον πίσω τροχό, το όραμά τους ήταν να βοηθήσουν στην δημιουργία νέων ευρωπαϊκών οχημάτων μικροκινητικότητας. Στην πορεία όμως κατέληξαν να έχουν δώσει αυτό τον κινητήρα σε πληθώρα κατασκευαστών με μοντέλα που απέτυχαν να σημειώσουν εμπορική επιτυχία σε διάφορες γωνιές του πλανήτη. Για αυτό και τα τελευταία χρόνια αναθεώρησαν την στάση τους επιλέγοντας πολύ προσεκτικά το πελατολόγιο τους για να προστατέψουν την επένδυση που έχουν κάνει στην γραμμή παραγωγής τους.

NOOS: Το δεύτερο ελληνικό σκούτερ που εμφανίζεται σε κοινό!

Το γεγονός λοιπόν πως το NOOS πέρασε από την δύσκολη αυτή διαδικασία της επιλογής και εγκρίθηκε από την Bosch, είναι μία πρώτη επιτυχία για την ελληνική ομάδα. Σημαίνει πως οι Γερμανοί έχουν ήδη ελέγξει κάθε πτυχή του ελληνικού σκούτερ και έχουν ζητήσει αλλαγές ή εξηγήσεις πριν δώσουν την έγκρισή τους. Αν έκαιγε βενζίνη και προμηθευόταν κινητήρα κανείς OEM προμηθευτής δεν θα έμπαινε σε αυτή τη διαδικασία.

Το νέο ελληνικό σκούτερ θα έχει δύο εκδόσεις ώστε να οδηγείται με δίπλωμα αυτοκινήτου με τελική έως 45χαω και μία δεύτερη έκδοση που θα φτάνει τα 80χαω.

Η απόδοση θα αλλάζει στις δύο αυτές εκδόσεις και θα κυμαίνεται από 3 έως 5kW, δηλαδή από 4 έως 6,7 ίππους και η αυτονομία τους θα είναι από 60χλμ έως τα 120.

NOOS: Το δεύτερο ελληνικό σκούτερ που εμφανίζεται σε κοινό!

Η βαφή των πλαστικών στις τελικές εκδόσεις θα διαφέρει από τα πρωτότυπα που εκτίθενται τώρα στο κοινό με το χρώμα να είναι ενσωματομένο στην θερμική διαμόρφωσή τους που σημαίνει πως και οι πιο βαθιές χαρακιές δεν θα το επηρεάζουν, ενώ έχει γίνει μελέτη κόστους επισκευής μετά από πτώση κατά τον σχεδιασμό.

NOOS: Το δεύτερο ελληνικό σκούτερ που εμφανίζεται σε κοινό!

Από την στατική παρατήρηση προκύπτει πως η εργονομία θέσης οδήγησης είναι εξαιρετική με το τιμόνι να έρχεται στο σωστό ύψος και να δημιουργεί πολύ ικανοποιητικό μοχλό στην καθημερινή μετακίνηση ενώ έχει προβλεφθεί η σχεδίαση ώστε να ευνοεί την μεταφορά τόσο εμπρός, στον χώρο πάνω από την μπαταρία, όσο και κάτω από τη σέλα αλλά και πίσω στην σχάρα όπου μπορεί να τοποθετηθεί και το αντίστοιχο κουτί των εταιρειών που θα το επιλέξουν.

Η σέλα δεν είναι ενιαία και η πίσω αφαιρείται εύκολα και άμεσα ώστε να τοποθετείται κουτί μεταφοράς:

NOOS: Το δεύτερο ελληνικό σκούτερ που εμφανίζεται σε κοινό!

 

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.