Ακυρώθηκε η EICMA για το 2020!

Τον Νοέμβριο του 2021 το Σαλόνι του Μιλάνου ξανά!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

26/6/2020

Τα πρώτα σημάδια που προμήνυαν στο "ναυάγιο" της 78ης EICMA στο Μιλάνο, είχαν ήδη φανεί από τον περασμένο Απρίλιο, όταν η BMW αλλά και η ΚΤΜ είχαν ανακοινώσει την μη συμμετοχή τους στο μεγαλύτερο εκθεσιακό event του μοτοσυκλετιστικού κόσμου.

Είχε ακολουθήσει χρονολογικά η ακύρωση της Intermot στην Κολονία, κάτι που μεγάλωσε δραματικά τις αμφιβολίες για την πραγματοποίηση της Έκθεσης στην Ιταλία, παρά το γεγονός ότι οι διοργανωτές της (EICMA S.p.A.) φρόντιζαν με κάθε τρόπο να τονίζουν ότι η EICMA θα γινόταν, αλλά όπως είχαμε γράψει την περίοδο που ανακοινώθηκε η ακύρωση της Intermot, περιμέναμε ότι κάτι αντίστοιχο θα γινόταν και με την EICMA.

Πλέον όμως είναι επίσημο, καθώς σύμφωνα με την ανακοίνωση του Paolo Magri, CEO της διοργανώτριας εταιρείας και Πρόεδρος της ANCMA, η απόφαση για την οριστική ματαίωση του event, "πάρθηκε σε συνεννόηση με τους συντελεστές της αγοράς και για το καλό ολόκληρης της αλυσίδας της βιομηχανίας της μοτοσυκλέτας." Πιο συγκεκριμένα, ο Magri είπε πως οι αρχές και οι αξίες της εταιρείας δεν τους επιτρέπει να διακινδυνέψουν την υγεία όλων όσοι εργάζονται στην βιομηχανία της μοτοσυκλέτας και το αίσθημα ευθύνης που διέπει την διοργάνωσει τους οδήγησε σε μια κίνηση με μεγάλο αντίκτυπο για τους συμμετέχοντες και τους επισκέπτες της Έκθεσης.

Πλέον, όπως γίνεται κατανοητό, οι εταιρείες και τα εργοστάσια θα πρέπει να ανατρέξουν σε εναλλακτικούς τρόπους παρουσίασης των νέων μοντέλων και προϊόντων τους στο κοινό. Η πανδημία του κορωνοϊού φρενάρει, έστω και προσωρινά, ένα παραδοσιακό κανάλι επικοινωνίας και προσέγγισης του εμπορικού κόσμου με τον κόσμο, το οποίο μετρά πάνω από 100 χρόνια Ιστορίας με την Έκθεση του Μιλάνου. Η Έκθεση ήταν προγραμματισμένη για φέτος από τις 3 ως τις 8 Νοεμβρίου και πλέον η διοργάνωση θα μεταφερθεί για τις 9 - 14  Νοεμβρίου του 2021.

 

BOAK: Νέα αποζημίωση στην κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ

Καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις οδηγούν σε νέα οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου
ΒΟΑΚ
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

10/10/2025

Μετά την πρόσφατη αποζημίωση των 21 εκατ. ευρώ για το τμήμα Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, ο ανάδοχος (ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ) του έργου Χερσόνησος–Νεάπολη ζητά πλέον 124 εκατ. ευρώ, επικαλούμενος καθυστερήσεις λόγω έλλειψης ωριμότητας των απαλλοτριώσεων

Η υπόθεση αφορά το τμήμα του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ) από Χερσόνησο έως Νεάπολη, που υλοποιείται από την κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ. Το έργο, μήκους 22,44 χιλιομέτρων, λαμβάνει παράταση 16,3 μηνών καθώς οι καθυστερήσεις στην παράδοση των απαλλοτριωμένων χώρων εμπόδισαν την πρόοδο των εργασιών.

Η αρχική ημερομηνία ολοκλήρωσης, του κυβερνητικά πολυδιαφημισμένου έργου, είχε οριστεί για τις 21 Απριλίου 2027, ωστόσο, όπως σημειώνεται στην απόφαση του Υπουργείου Υποδομών, “δεν διαπιστώθηκαν εργασίες που θα μπορούσε να εκτελέσει ο ανάδοχος για να περιορίσει τις καθυστερήσεις”, αναλαμβάνοντας εμμέσως την ευθύνη. Έτσι, το υπουργείο αποδέχτηκε το δικαίωμα του αναδόχου να ζητήσει αποζημίωση, το ακριβές ύψος της οποίας παραμένει άγνωστο, καθώς “θα οριστικοποιηθεί μετά την υποβολή όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών και την εξέτασή τους από την Αναθέτουσα Αρχή”.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει το υψηλό κόστος που προκαλούν οι ελλείψεις ωριμότητας στα μεγάλα έργα υποδομής. Οι καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις, που δεν αποτελούν ευθύνη του αναδόχου, μεταφράζονται σε σημαντικές αποζημιώσεις προς τις εταιρείες, τις οποίες τελικά επωμίζεται το Δημόσιο.

Το έργο Χερσόνησος–Νεάπολη περιλαμβάνει:

  • 22,44 χλμ. αυτοκινητόδρομου με πλάτος οδοστρώματος 21,5 μ.
  • 9,65 χλμ. παράπλευρου και κάθετου δικτύου
  • 12 γέφυρες μονού κλάδου (1,7 χλμ.)
  • 5 σήραγγες συνολικού μήκους 6,75 χλμ.
  • 5 ανισόπεδους κόμβους

Το τμήμα αυτό αποτελεί το δεύτερο εργοτάξιο του ΒΟΑΚ που έχει ξεκινήσει κατασκευές, μετά το Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, όπου οι εργασίες προχωρούν. Το έργο των 14,5 χιλιομέτρων, με κόστος 186 εκατ. ευρώ, υλοποιείται επίσης από την ΤΕΡΝΑ και την ΑΚΤΩΡ και έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης.

Η νέα διεκδίκηση των 124 εκατ. ευρώ επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της επαρκούς προετοιμασίας των μεγάλων έργων πριν από τη δημοπράτησή τους, ένα θέμα που, όπως φαίνεται, κοστίζει ακριβά στην πολιτεία και κατ’ επέκταση στους πολίτες.