Ducati V4 Granturismo: Ο κινητήρας της επόμενης Multistrada – Τεχνική Ανάλυση

Θα είναι «λιγότερο» Desmo!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

15/10/2020

Το μυστήριο πίσω από τα 60.000 χιλιόμετρα για service βαλβίδων που προκάλεσε απορίες πριν λίγες ημέρες, λύθηκε από την Ducati με την αποκάλυψη του νέου κινητήρα σήμερα: Για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια βλέπουμε ελατήρια στις βαλβίδες από το εργοστάσιο του Borgo Panigale! Μπορούμε λοιπόν να πούμε πως είναι ένας “semi-desmo” κινητήρας ο νέος Granturismo που όπως λέει και ο Claudio Domenicali προέρχεται από τις Panigale και Streetfighter αλλά φτιαγμένος για να είναι ο καλύτερος V4 για την χρήση που προορίζεται. Για αυτό και το νέο όνομα που δηλώνει μεγάλες αποστάσεις και μακρινά ταξίδια!

Η ύπαρξη ελατηρίων στις βαλβίδες για τον ιταλικό V4 είναι η μεγαλύτερη είδηση για τον νέο κινητήρα και ακολουθούν τα πολύ εντυπωσιακά νούμερα και βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά:

  • Συμπίεση 14:1
  • Ιπποδύναμη 170hp/10.500rpm
  • Ροπή 12,7Kg.m/8.750rpm
  • 1.158 κυβικά V4
  • 60.000km διαστήματα ελέγχου βαλβίδων
  • 15.000km ή δύο χρόνια για αλλαγές λαδιών
  • Euro5 (προφανώς και θα ήταν)
  • Διάμετρος x Διαδρομή – 83 x 53,5mm
  • Οδήγηση βαλβίδων με συνδυασμό αλυσίδας και γραναζιών και δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους
  • Ημίξερο κάρτερ με τρεις αντλίες, μία κεντρική και δύο επιστροφής
  • Τέσσερα οβάλ σώματα ψεκασμού με διάμετρο 46mm
  • Υγρός πολύδισκος, μονόδρομος και υποβοηθούμενος συμπλέκτης
  • Στρόφαλος που περιστρέφεται αντίστροφα μειώνοντας το γυροσκοπικό φαινόμενο, με offset κομβία σε γωνία 70ο
  • Quickshifter δύο κατευθύνσεων στο εξατάχυτο κιβώτιο
  • Στο ρελαντί η ανάφλεξη στους δύο πίσω κυλίνδρους κόβεται για καλύτερη διαχείριση της θερμότητας, των ρύπων και της κατανάλωσης. Κυρίως της θερμότητας
  • 66.7kg συνολικό βάρος κινητήρα
  • 1,2Kg κιλά ελαφρύτερος από τον δικύλινδρο Testastretta
  • 85mm μικρότερο μήκος από τον δικύλινδρο
  • 95mm μικρότερο ύψος από τον δικύλινδρο
  • 20mm μεγαλύτερο πλάτος από τον δικύλινδρο

Πρόκειται για έναν κινητήρα λοιπόν που δεν έχει απλά προσαρμοστεί στα νέα του καθήκοντα αλλά άλλαξε πλήρως για να είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται μία μοτοσυκλέτα με εξαιρετικά υψηλή απόδοση, την ίδια ώρα που στοχεύει στα ταξίδια αλλά και κάποιες εκτός δρόμου διαδρομές.

Η αναγωγή στην αλλαγή του δεσμοδρομικού συστήματος ως πιο σημαντική γίνεται με βάση τα παρακάτω νούμερα:

1956 - Πρώτη φορά τρέχει που τρέχει με το δικό της δεσμοδρομικό σύστημα η Ducati κερδίζοντας και αγώνες, και θα περάσουν 9 χρόνια μέχρι να το δούμε στην παραγωγή.

Είναι το 1967, που πρώτη φορά υπάρχει δεσμοδρομικό σύστημα Ducati σε μαζική παραγωγή, με το Mrk3D

Κι από τότε φτάνουμε… στο σήμερα! Αν εξαιρέσουμε τι συμβαίνει με τα MotoGP και τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες και πάρουμε μία πιο καθημερινή μοτοσυκλέτα στα χέρια μας, όπως η επόμενη Multistrada, τότε καταλαβαίνουμε γιατί η ύπαρξη ελατηρίων στις βαλβίδες στο νέο Multistrada είναι τόσο σημαντική!

Η Ducati εξηγεί πως πήρε όλη την μεγάλη εμπειρία που έχει κερδίσει από την απίστευτη εξέλιξη που έχει κάνει στο δεσμοδρομικό σύστημα και την εφάρμοσε στον νέο κινητήρα, τοποθετώντας όμως ελατήρια. Αυτό καταπονεί λιγότερο τις βαλβίδες και τους εκκεντροφόρους και ήταν ο βασικός λόγος -πάντα σύμφωνα με την Ducati- που κατάφεραν να ανεβάσουν τόσο πολύ τα περιθώρια του μεγάλου service με το τσεκάρισμα βαλβίδων. Αντίστοιχα μπορείς να δεις έως και 25.000 για το μεγάλο service σε άλλους κατασκευαστές στην σημερινή εποχή, αλλά να πάμε σε πάνω από τα διπλάσια χιλιόμετρα κατευθείαν είναι κάτι σημαντικό και από μόνο του αποτελεί είδηση!

Όπως σημαντικό είναι και το 15.000km ή δύο χρόνια, που δίνει πλέον η Ducati για τον περιοδικό έλεγχο και την αλλαγή λαδιών. Τα νέα λάδια μπορούν σίγουρα να το υποστηρίξουν (σύμφωνα με τους κατασκευαστές τους αντέχουν πολύ παραπάνω) το γεγονός πως είναι νούμερο που οι μηχανικοί το ακούν με σκεπτικισμό είναι επίσης κάτι που από τώρα θεωρούμε δεδομένο. Άλλωστε και το manual -που δεν έχουμε διαβάσει- είμαστε σίγουροι πως θα προτείνει στον ιδιοκτήτη να ελέγχει την στάθμη λαδιού στον κινητήρα, κάτι που στην πράξη λίγοι κάνουν σχολαστικά. Μια πιο προσεκτική ματιά στα διαστήματα service, μας λέει πως εκτός από τον περιοδικό έλεγχο και τα λάδια κάθε 15.000Km ή δύο χρόνια, το φίλτρο αέρα αλλάζει κάθε 30.000Km και το μεγάλο service με έλεγχο βαλβίδων και αλλαγές μπουζί έρχεται στις 60.000Km πράγμα που σημαίνει πως αξίζουν ιδιαίτερη μνεία και τα μπουζί. Αυτά τα διαστήματα service δεν υπάρχουν πουθενά, σε κανέναν άλλο κατασκευαστή!

Οι προηγούμενες Multistrada είχαν μία βαριά αίσθηση στην απόκριση του γκαζιού συγκεκριμένα στις χαμηλές στροφές εξαιτίας του μεγάλου δικύλινδρου κινητήρα τους. Άνοιγες βέβαια μετά το γκάζι και ήσουν ο Αλλαντίν στο μαγικό χαλί. Τώρα ο V4 θα αλλάξει πλήρως την αίσθηση αυτή συνολικά, βελτιώνοντας τα πράγματα στις χαμηλές στροφές, (θα έχει και λιγότερη ροπή χαμηλά) ενώ ταυτόχρονα υπάρχει και ο νέος στρόφαλος που περιστρέφεται αντίστροφα με την φορά της μοτοσυκλέτας πράγμα που μειώνει το γυροσκοπικό φαινόμενο και βελτιώνει την ευκολία με την οποία κατευθύνεις από στροφή σε στροφή την μεγάλη μοτοσυκλέτα. Με offset κομβία 70ο οι μπιέλες έχουν μία δουλειά με μικρότερη αντίσταση κι έτσι η ευστροφία που θα έχει αυτός ο V4 αναμένεται παροιμιώδης.

Η Ducati είναι μεγάλη οπαδός ενός στρόφαλου που περιστρέφεται αντίστροφα από την φορά της μοτοσυκλέτας, ιδιαίτερα στους αγώνες, αλλά τα προτερήματα αυτής της λύσης σαφώς και χρειάζονται και εδώ. Όταν μία βασική κινούμενη μάζα, όπως είναι ο στρόφαλος, περιστρέφεται αντίστροφα από την κίνηση της μοτοσυκλέτας, τότε νιώθεις την μοτοσυκλέτα ελαφρύτερη στις εναλλαγές κλίσης. Ταυτόχρονα στο δυνατό φρενάρισμα και κλείνοντας το γκάζι, έχεις τον κινητήρα να προσγειώνει τον πίσω τροχό κι αυτό σημαίνει μικρότερη παρεμβατικότητα από τα σύγχρονα συνδυασμένα φρένα. Τα φρένα επιτρέπουν μία οριακή ανύψωση του πίσω τροχού, πριν αμολήσουν την πίεση στην εμπρός δαγκάνα για να σταματήσουν ένα επερχόμενο endo… οπότε στο τέλος φρενάρεις και με μικρότερη παρέμβαση του ABS! Αντίστοιχα η αδράνεια παίζει τον ρόλο της και στις σούζες, τις οποίες καταπολεμά στην θεωρία. Στην πράξη απλά έχεις καλύτερο έλεγχό τους, καθώς με 170 άλογα στον τροχό προφανώς και οι σούζες θα είναι κομμάτι της οδήγησης αυτής της μοτοσυκλέτας.

Δεν απουσιάζει ολότελα η δικύλινδρη αίσθηση καθώς με διαστήματα ανάφλεξης σε 0ο -90ο – 290ο και 380ο τόσο ο ήχος όσο και η αίσθηση πλησιάζουν τα δεδομένα ενός δικύλινδρου. Δεν αναμένουμε να μπερδευτεί κανείς αν ανέβει με κλειστά μάτια στην καινούρια, αλλά πράγματι η επιλογή “Twin Pulse” που μας δίνει τέσσερις αναφλέξεις ανά δύο ζευγάρια, θυμίζει την λειτουργία ενός δικύλινδρου: Οι δύο αριστεροί κύλινδροι έχουν διαδοχικές κοντινές μεταξύ τους αναφλέξεις, και μετά από ένα διάστημα ακολουθεί αντίστοιχα το δεξί ζευγάρι.

Σημαντική είναι και μία ακόμη δήλωση της Ducati για τον ήχο σε συνδυασμό με τα τοιχώματα, καπάκια κινητήρα κτλ, ώστε να απουσιάζουν οι μηχανικοί θόρυβοι και να ακούς αντίστοιχα μία χαρακτηριστική -σαν V2- μουσική. Αυτή η δήλωση είναι σημαντική αν την συνδυάσεις με το βάρος του κινητήρα που είναι εξαιρετικά χαμηλό. Διότι και η Honda μπορεί να φτιάξει έναν V4 που ακούγεται μόνο μουσική αλλά ζυγίζει όσο ένα μικρό Ducati μόνος του και η μοτοσυκλέτα σου πέφτει σταματημένη αν δεν είσαι 1.80 και πάνω με πόδια δρομέα. Μιλάμε για το Crosstourer προφανώς και οι αναγώστες του ΜΟΤΟ ξέρουν πολύ καλά πως δεν το λέμε τώρα, αλλά πολλά χρόνια πριν από την πρώτη στιγμή που το οδηγήσαμε, όταν οι υπόλοιποι απλά το εκθείαζαν. Αντίστοιχα έχουμε γράψει από την πρώτη στιγμή για τον εξαιρετικό δικύλινδρο της KTM με τα 160 άλογα που στο 1190 ζύγιζε 62 κιλά αλλά άκουγες μέχρι και το λάδι να κυλά! Άκουγες τα πάντα να δουλεύουν και η απάντηση τότε ήταν πως αυτά παθαίνεις αν στοχεύεις στο πολύ χαμηλό βάρος ενός πολύ αποδοτικού κινητήρα. Έχουμε λοιπόν παραδείγματα του αντιθέτου. Οπότε; Οπότε εδώ έχουν μάλλον έχουν χρησιμοποιηθεί κράματα που αξίζουν μία πρόσθετη ανάλυση, όταν με το καλό μιλήσουμε από κοντά με τους μηχανικούς της Ducati και βάλουμε το αυτί μας δίπλα στον κινητήρα. Η Ducati είναι από τις εταιρείες που λένε πάντα την αλήθεια στο βάρος χωρίς απόκλιση, κι αυτό το λέμε εμείς που είμαστε οι μόνοι που ζυγίζουμε τις μοτοσυκλέτες. Επίσης στην Ducati δίνουν μεγάλη σημασία στον ήχο, για αυτό κι αυτά τα δύο αποτελούν ενδιαφέρον συνδυασμό.

Στο ρελαντί βέβαια αυτή η μοτοσυκλέτα θα ακούγεται διαφορετικά, από την στιγμή που -όπως και στην Panigale- θα διακόπτεται η ανάφλεξη στους δύο πίσω κυλίνδρους με τα προτερήματα που λέμε παραπάνω.

Οι δεκαέξι βαλβίδες των 33,5mm σε διάμετρο για της εισαγωγής και 26,8mm για της εξαγωγής, δέχονται την επίδραση από follow finger εκκεντροφόρους που παίρνουν κίνηση με σύστημα αθόρυβης αλυσίδας και γραναζιών. Στο μπροστά μπλοκ η κίνηση μεταφέρεται στους εκκεντροφόρους για την εισαγωγή και από εκεί με γρανάζια στους εκκεντροφόρους για την εξαγωγή. Ανάποδα συμβαίνει στο πίσω μπλοκ που η κίνηση πηγαίνει στους εκκεντροφόρους εξαγωγής και από εκεί στην εισαγωγή. Με την αντιστροφή αυτή ο χρονισμός γίνεται πιο εύκολος και οι δυνάμεις κατανέμονται ομοιόμορφα. Η κίνηση για το εμπρός μπλοκ γίνεται από τα δεξιά του κινητήρα με γρανάζι από το γρανάζι κύριας μετάδοσης. Για το πίσω μπλοκ η κίνηση μεταδίδεται από τον στρόφαλο απευθείας ενώ κάθε κύλινδρος έχει και knock sensor” που βοηθά εξαιρετικά στα ταξίδια και την αίσθηση απόκρισης. Ουσιαστικά ελέγχει για κάθε αρρυθμία του κινητήρα που προέρχεται από κακό μίγμα, και το κακό μίγμα εξαιτίας της βενζίνης είναι κάτι που συμβαίνει πολλές φορές καθημερινά σε όλους τους κινητήρες. Ο knock sensor ανιχνεύει την ποιότητα του μίγματος ενημερώνει την ECU για να παρέμβει αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει πως η ECU μπορεί να καθυστερήσει την ανάφλεξη για μερικά κλάσματα, ώστε η πλήρωση του θαλάμου καύσης να είναι πληρέστερη και ο αναβάτης να μην καταλάβει τίποτα, ισιώνοντας έτσι κάθε πρόβλημα που θα μπορούσε να φανεί στην απόκριση.

Οι σχέσεις στο κιβώτιο έχουν αλλάξει σημαντικά σε σύγκριση με την Desmosedici Stradale πηγαίνοντας από 2171 σε 2849 κονταίνοντας την πρώτη σχέση πράγμα που χρειαζόταν σίγουρα στον V4 που δεν θα έχει πλέον την ίδια εκρηκτικότητα χαμηλά, όπως είχε και ο V2. Σίγουρα η ροπή χαμηλά θα είναι μικρότερη, οπότε η Ducati προχώρησε σε αυτή την λύση και για να εξισορροπήσει αυτή την απώλεια.

Τι περιμένουμε να δούμε από έναν V4 της Ducati εκτός των άλλων; Να είναι και σωστά τοποθετημένος και να έχει ακριβώς την ακαμψία που πρέπει. Παλαιότερα η οπτική της εταιρείας ήταν να φτιάχνει κινητήρες και πλαίσια «νταμάρια» για να στρίβεις στις πίστες παίρνοντας μαζί σου και την άσφαλτο. Η μοτοσυκλέτα γενικά, σαν όχημα, έχει κάνει τεράστια εξέλιξη τα τελευταία χρόνια και οι εταιρείες μπορούν να κάνουν υπολογισμούς σε γραμμάρια δίνοντας ακριβώς εκείνα τα χαρακτηριστικά που θέλουν. Από το πρώτο Hypermotard για παράδειγμα, σε αυτά που βλέπουμε τώρα οι διαφορές είναι τεράστιες και δεν φαίνονται όλες με γυμνό μάτι. Η Ducati έχει γίνει πλέον μπροστάρης στην κατανομή βάρους και την σωστή απόδοση της ακαμψίας κάτι που φαίνεται και με την νέα Panigale. Οι μεγάλες διαφορές διαστάσεων που έχει ο νέος κινητήρας, διότι τα χιλιοστά είναι πολλά, τους επιτρέπουν να αλλάξουν πλήρως την κατανομή βάρους και να προσαρμόσουν με καλύτερη ακρίβεια την γεωμετρία της μοτοσυκλέτας. Το ακραίο παράδειγμα του αντιθέτου ήταν η Multistrada Enduro αλλά ήταν και μία πολύ συγκεκριμένη έκδοση αυτή, στην νέα Multistrada -που έχουμε επίσης περιέργεια να δούμε πόσο On και πόσο Off θα είναι- το ζύγισμα με τον νέο κινητήρα δίνει μεγάλες προοπτικές στην Ducati. Είναι ασφαλές να θεωρήσουμε από τώρα, πως τις έχουν εκμεταλλευτεί στο έπακρο…

Αναμένουμε τώρα με μεγάλη προσμονή, την παρουσίαση της νέας Multistrada στις 4 Νοεμβρίου!

 

Ετικέτες

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/10/2025

Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!

Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.

Super Sic 58 – The Legacy
Ονοματεπώνυμο: Marco Simoncelli
Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250
cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες:
Matteoni Racing, Metis Gilera, San Carlo Honda Gresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)

Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας

Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.

Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.

Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.

Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!

ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!

Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)

Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.

Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.

Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.

Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα

Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.

Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.

Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.

Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:

“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”