HONDA RC213V-S: Έτοιμη για παραγωγή, αλλά θα τρέξει;

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

5/11/2014

Με το ποντίκι στο χέρι μας άφησε η Ηonda. Απ’ τη μια παρουσίασε επιτέλους την "υπέρτατη μοτοσυκλέτα δρόμου", κι απ’ την άλλη δεν μας δίνει καμία πληροφορία πέρα από το ότι "είναι βασισμένη στην παγκόσμια πρωταθλήτρια κι εξελίχθηκε από κορυφαίους αναβάτες". Λες κι ήταν δύσκολο να το μαντέψεις. Κι όμως, όσο το ψάχνουμε, τόσο ανακαλύπτουμε πως αυτή η μοτοσυκλέτα αντιπροσωπεύει κάτι παραπάνω από την Desmosedici της Honda, ή κι από την ίδια της την NR, από την άποψη πως η NR ήταν μια τεχνολογική άσκηση υπεροχής χωρίς συνέχεια των οβάλ πιστονιών. Η NR μας έδωσε βέβαια την 916, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Το ερώτημα που ζητά απάντηση είναι αν η Honda επιθυμεί να τρέξει με την RCV στα Superbike ή όχι. Οι κανονισμοί που θα ισχύσουν το 2015 επιτρέπουν ουσιαστικά μόνο την αλλαγή των εκκεντροφόρων, ενώ κάρτερ, πιστόνια, βαλβίδες και τα περισσότερα από τα εξαρτήματα του κινητήρα θα πρέπει να είναι τα στάνταρ. Άρα, για να έχει ανταγωνιστική μοτοσυκλέτα ένας κατασκευαστής θα πρέπει να έχει σε παραγωγή μια εξ αρχής δυνατή μοτοσυκλέτα, και τώρα οι ιπποδυνάμεις που ανακοινώνονται στην κατηγορία για το 2015 είναι στους 200 και πάνω από 200 ίππους, νούμερα που το CBR1000RR δεν μπορεί να πιάσει, καθώς και σε πραγματική ισχύ υπολείπεται των αντιπάλων του. Για να ομολογκαριστεί μια μοτοσυκλέτα ώστε να τρέξει στα Superbike, χρειάζεται να έχουν παραχθεί 125 κομμάτια όταν γίνει η αίτηση, 250 στο τέλος της πρώτης χρονιάς συμμετοχής και 1.000 στο τέλος της δεύτερης. Η Honda δεν θα έχει πρόβλημα με αυτούς τους αριθμούς (εδώ η Ducati πούλησε πάνω από 1.500 Desmosedici), αλλά το ζήτημα είναι, θέλει;

Μια ένδειξη πως μπορεί και να θέλει είναι το χρώμα της μοτοσυκλέτας που ανέβασε στην σκηνή ο Marc Marquez, ή καλύτερα, η έλλειψή του: Σκέτο carbon. Μαύρες ή άσπρες ήταν πάντα οι μοτοσυκλέτες που η Honda πούλαγε για αγωνιστική χρήση. Η άλλη RCV που είδαμε, είναι βαμμένη σε χρώματα που μοιάζουν με της NS500 του Freddie Spencer, με ένα μεγάλο κόκκινο κύκλο στο πλάι που παραπέμπει άμεσα στην Ιαπωνική σημαία. Φαντάζομαι πως όταν στην παρουσίαση του νέου R1 ο πρόεδρος της Yamaha Motor Japan φώναζε ξαφνικά "Υamaha is challenging the future!", μπορεί και να εννοούσε "Yamaha is challenging Honda!", όπως είχε κάνει και στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ενώ η Honda έβαψε έτσι την RCV για να δείξει ποιος είναι ο σημαιοφόρος...

Αν προχωρήσουμε την φαντασίωση ακόμα παραπέρα, με την υπόθεση πως η Honda επιθυμεί να τρέξει με V4 στα Superbike, θα βλέπαμε και μια πιο έκδοση παραγωγής με χαμηλότερη τιμή, χωρίς carbon, χωρίς κορυφαίες Οhlins, χωρίς την απίστευτη προσοχή στην λεπτομέρεια της RC213V-S. Όπως και νά’χει, ένα είναι σίγουρο: Μια μοτοσυκλέτα παραγωγής δεν θα περιλαμβάνει στις προδιαγραφές και την τεχνολογία της τα πραγματικά μυστικά της μοτοσυκλέτας του Marquez.

Για ν φτάσει σε μια RCV παραγωγής, η Honda ξεκίνησε από πολύ παλιά, και συγκεκριμένα από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν διαπίστωσε πως τα τετρακύλινδρα εν σειρά είχαν μια σειρά από εγγενή της διάταξης προβλήματα, με κυριότερο το ότι στην ουσία πρόκειται για δύο δικύλινδρα δίπλα δίπλα, που το καθένα προσπαθεί να στρέψει διαφορετικά τον στρόφαλο. Έτσι, ήδη από το 1961 είχε οδηγηθεί στην ενιαία χύτευση κάρτερ και μπλοκ κυλίνδρων, ενώ πολύ αργότερα συνέλαβε την ιδέα ενός ιδιαίτερου V4 με οβάλ πιστόνια, που απέδιδε σαν V8. Η NR500 ήταν αγωνιστική αποτυχία, αλλά οι RC30 και RC45 που φτιάχτηκαν με τεχνογνωσία από εκείνη, όχι. Με την σειρά της, και με λίγη out of the box σκέψη, η RC45 οδήγησε στην V5 RC211V. Οι αγωνιστικές της επιτυχίες δικαίωσαν τις επιλογές της Honda.   

Κι όμως, όταν η Honda έβγαλε πέρυσι την αγωνιστική παραγωγής RCV1000R, οι αναβάτες της παραπονιούνταν για ανεπαρκή απόδοση, δείχνοντας πως τα "μυστικά" είναι ακριβά, και πως δεν μπορούν να πέσουν στα χέρια άλλων. Η RCV1000R όμως άνοιξε τον δρόμο για την έκδοση... δρόμου, κι είναι αξιοσημείωτο πως έχει πιο "παραγωγής" όνομα σε σχέση με το RC213V-S. Επιπλέον, αν η Honda σκέφτεται με βάση την οικονομία κλίμακας, είναι πολύ λογικό να έχει τρεις εκδόσεις με κοινό κονδύλι έρευνας και εξέλιξης, συγκεντρώνοντας όλους της τους πόρους σε έναν τομέα. Να έχει δηλαδή την full factory RCV με πνευματικές βαλβίδες και seamless κιβώτιο (πως να το πω; Χωρίς ραφές;), την αγωνιστική παραγωγής για τα MotoGP με ελατήρια στις βαλβίδες και στάνταρ κιβώτιο, και μια παραγωγής με έγκριση τύπου για κυκλοφορία στο δρόμο, που θα αποτελεί την βάση για την αγωνιστική στα Superbike…

TEXNIKA ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Honda RC213V (στοιχεία ΗRC)

 

 

Μήκος

2.052mm

Πλάτος

645mm

Ύψος

1.110mm

Μεταξόνιο

1.435mm

Απόσταση από το έδαφος

115mm

Βάρος

πάνω από 160kg

Κινητήρας

Υγρόψυκτος τετράχρονος, V4 τετραβάλβιδος με 2ΕΕΚ

Κυβισμός

1000cc

Μέγιστη ισχύς

Πάνω από 235ΗΡ

Χωρητικότητα ρεζερβουάρ

20lt

Ελαστικά

BRIDGESTONE

Εμπρός

16.5"

Πίσω

16.5"

Αναρτήσεις

ÖHLINS

Εμπρός

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Πίσω

Pro-link

Τύπος πλαισίου

Αλουμινένιο δύο δοκών

 

Όπως βλέπετε, γνωρίζουμε περισσότερα για την full factory παρά για την παραγωγής. Το σίγουρο είναι πως δεν θα έχει ζάντες 16,5 ιντσών, αλλά 17, με 190/55ZR17 πίσω και 120/70ΖΡ17 μπροστά. Από κει και πέρα, η παραγωγής είναι έτοιμη όντως για παραγωγή, όπως μαρτυρούν δεκάδες λεπτομέρειες επάνω της που δείχνουν πως δεν πρόκειται για μια racing που της έβαλαν βιαστικά φώτα, αλλά για μια μοτοσυκλέτα εξελιγμένη όπως κάθε άλλη δρόμου. Και η σκέψη μου για μια πιο προσιτή έκδοση ενισχύεται από λεπτομέρειες όπως τα πρεσαριστά ανοξείδωτα κομμάτια της εξάτμισης, που μιλούν για μια πιο μαζική, και όχι πολύ περιορισμένη παραγωγή.

Μέχρι να μας διευκρινίσει η Honda τις προθέσεις της, μπορούμε να αναστενάζουμε ελεύθερα απολαμβάνοντας την απλότητα της φακτορίλας που αποπνέει η RC213V. Και σε όσους αρέσουν οι ασκήσεις επί χάρτου, ας πάρουν τις μεζούρες τους για να επαληθεύσουν αν και η παραγωγής έχει τον ίδιο ακραίο λόγο μεταξονίου προς μήκος ψαλιδιού που έχει και η factory. 

Ετικέτες

Γερμανία: Δημοπρατήθηκε Yamaha XT500 του 1988 με 0 χιλιόμετρα για 115.000 ευρώ!

Η τιμή της ξεκίνησε από τα 15.000 ευρώ
cover
Από τον

Παύλο Καρατζά

22/10/2025

 

Σας είχαμε ενημερώσει πως στην Γερμανία δημοπρατούταν μία Yamaha XT500 του 1988 με μηδέν χιλιόμετρα. Μάλιστα, η μοτοσυκλέτα δεν έχει καν συναρμολογηθεί όπως μπορείτε να δείτε στις φωτογραφίες και η διαδικασία αυτή θα γίνει από τον νέο της ιδιοκτήτη.

Η δημοπρασία αυτή έλαβε τέλος και η XT500 δημοπρατήθηκε έναντι του ποσού των 84.000 ευρώ. Όμως, ο νέος ιδιοκτήτης θα πρέπει να καταβάλει επιπλέον 31.000 ευρώ για προμήθειες και φόρους, κάτι που εκτινάσσει την τελική τιμή της μοτοσυκλέτα στα 115.000 ευρώ.

Η αρχική εκτίμηση έκανε λόγο για μία τιμή που θα έφτανε έως και τα 25.000 ευρώ, όμως η τελική τιμή που δημοπρατήθηκε το μοντέλο ήταν 500% παραπάνω. Η συγκεκριμένη τιμή-ρεκόρ δείχνει πόσο μεγάλη συλλεκτική αξία έχει αποκτήσει η ιστορική αυτή μοτοσυκλέτα.

Επειδή οι απανταχού XTάκηδες δεν θα σταματήσουν να σχολιάζουν την ημερομηνία, όπως ακριβώς έγινε και όταν αρχικά αναρτήσαμε την αναγγελία της δημοπρασίας, γράφοντας πως περιμένουμε να φτάσει τις 25.000 Ευρώ, να διευκρινίσουμε πως ο οίκος δημοπρασιών αναφέρει το μοντέλο ως 1988 και μάλιστα συνοδεύεται από αντίστοιχα πιστοποιητικά. Ένα από τα στοιχεία που καθιστούν αυτή τη μοτοσυκλέτα μοναδική, πέρα από το ότι έχει μείνει στο κουτί της καινούρια, είναι πως μπορεί να βγάλει πινακίδα μετά από τόσα χρόνια. Κι αυτό γιατί είχε κάνει εγγραφή σε μητρώο της Γαλλίας, παρόλο που δεν βγήκε ποτέ από το κουτί της.

Σε μία χώρα όπως η Γερμανία που έχει ένα πολύ σαφές πλαίσιο για τις ιστορικές πινακίδες, όχι όπως σε εμάς εδώ που πριν από τρεις θητείες Υπουργών, είχαν προσπαθήσει να σταματήσουν τα οχήματα με ιστορικές πινακίδες, η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα μπορεί να βγάλει πινακίδα ως μοντέλο 1988.

Η πραγματικότητα είναι πως το XT500 έμεινε στην παραγωγή πολύ αργά, έως το 1989 υπερπηδώντας το XT550 που το διαδέχτηκε το 1981 αλλά και τις πρώτες γενιές του XT600. Η ιστορία λέει πως αυτό το XT500 από την ώρα που ήρθε το 550 και μετά, ήταν στην ουσία ένα XT600 που για λόγους συνοχής στις αγορές εκείνες, ή απλά για δημιουργία διαφοράς τιμής χτυπώντας έναν φθηνότερο ανταγωνισμό, έμενε παράλληλα με το XT600. Αυτή την περίοδο οι Ιάπωνες κάνουν το ίδιο με τα πενηντάρια παπιά, όπως γράψαμε για πρώτη φορά πέρσι. Για λόγους κόστους σταματούν τον κινητήρα εκείνον, πνίγουν τον 110 και βγάζουν μία νέα έκδοση, την Lite, που είναι ίδια με την ακριβότερη 110 αλλά κυκλοφορεί ως 50 κυβικά και την λειτουργία του διέπουν οι κανόνες που ισχύουν στην Ιαπωνία για τα 50άρια! Στην πορεία της ιστορία αυτό έχει γίνει πολλές φορές, το έχει κάνει και η BMW αν θυμάστε με την σειρά F! Εκείνη την εποχή ήταν πολύ πιο εύκολο να εισάγεις επίσης το οτιδήποτε από οπουδήποτε και έτσι μπορεί κάλλιστα το συγκεκριμένο XT500 να είναι πράγματι του 1988. Σε κάθε περίπτωση είναι από τα πλέον ακριβά που έχουμε δει ποτέ…