Arch KRGT-1 2020: Επέστρεψε δριμύτερη

Ριζική ανανέωση
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

26/11/2019

Το KRGT-1 ήταν το πρώτο μοντέλο της Arch, η εταιρεία του γνωστού ηθοποιού και μοτοσυκλετιστή Keanu Reeves πίσω στο 2014. Για τη δημιουργία της είχε χρησιμοποιηθεί ως βάση η προσωπική μοτοσυκλέτα του ηθοποιού, μια Harley Davidson Dyna, όμως το αποτέλεσμα δεν έχει καμία σχέση με την αρχική μορφή της μοτοσυκλέτας. Έκτοτε, το μοντέλο πέρασε στην…παραγωγή για όσους είχαν τα χρήματα να το παραγγείλουν, ενώ η ίδια εταιρεία δεν ήθελε απλώς να κατασκευάζει custom μοτοσυκλέτες, αλλά μοτοσυκλέτες που να περνούν παράλληλα και όλες τις κρατικές προδιαγραφές των Πολιτειών της Αμερικής. Ένα ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα, το οποίο όμως την κάνει να ξεχωρίζει και να είναι πλέον στη λίγκα των μεγάλων κατασκευαστών, ασχέτως αν η παραγωγής της περιορίζεται σε πολύ μικρό αριθμό.

Για το 2020 το KRGT-1 ανανεώθηκε ριζικά με νέα εμφάνιση, επανασχεδιασμένο πλαίσιο και προηγμένο περιφερειακό εξοπλισμό ώστε να προσφέρει τη μέγιστη δυνατή οδηγική απόλαυση. Παράλληλα όμως παραμένει πιστό στη σχεδιαστική του ταυτότητα ώστε η σύνδεση με το προηγούμενο μοντέλο να είναι ευδιάκριτη. Ο δικύλινδρος V των 45ο, που υπήρχε και στο υφιστάμενο μοντέλο, είναι χωρητικότητας 2.023 κυβικών και έχει δημιουργηθεί από τη συνεργασία της Arch με την S&S. Μέχρι στιγμής, η ιπποδύναμή του δεν έχει ανακοινωθεί αλλά το απερχόμενο μοντέλο έφτανε τους 120 ίππους. Από την άλλη η ροπή ανακοινώνεται κανονικά και φτάνει τα 16,7 χιλιογραμμόμετρα. Η μοτοσυκλέτα έχει έγκριση τύπου για να κυκλοφορεί στην Καλιφόρνια, όποτε μπορούμε να πούμε εκ του ασφαλούς ότι είναι διαθέσιμο και στις περισσότερες πολιτείες, αφού η Καλιφόρνια έχει τις πιο αυστηρές προδιαγραφές. Ωστόσο, δεν γίνεται αναφορά αν πληροί τις νέες προδιαγραφές Euro5. Ο ηλεκτρονικός ψεκασμός έχει κάθετα τοποθετημένα τα μπεκ, ενώ ο κινητήρας τροφοδοτείται με φρέσκο αέρα απ’ τα φίλτρα της K&N, με την εξάτμιση να διαθέτει το carbon τελικό της Yoshimura που ενισχύει την premium αύρα που απορρέει.

Το ρεζερβουάρ αντί να δένει πάνω στη μονή δοκό του πλαισίου, εδράζεται από κάτω της, με αποτέλεσμα να δημιουργεί μια μοναδική εμφάνιση. Για να πραγματοποιηθεί αυτό έπρεπε να μικρύνουν οι διαστάσεις του ρεζερβουάρ καθώς δημιουργούνται προβλήματα χωροταξίας αφού βρίσκεται πιο κοντά στο σύστημα ψεκασμού. Για να προσφέρει ικανοποιητική αυτονομία, έχει χωριστεί εσωτερικά σε δύο τμήματα και για τη δημιουργία του απαιτούνται 33 ώρες πάνω στην εργαλειομηχανή ώστε να αποτελείται από ένα κομμάτι… Γεγονός που δικαιολογεί κατά ένα μεγάλο ποσοστό το κόστος απόκτησης που ξεπερνά τις 70.000 ευρώ.

Το αλουμινένιο υποπλαισίο έχει τροποποιηθεί ώστε να εφαρμόζει πάνω του η νέα σέλα. Μπροστά, το κάλυμμα του LED προβολέα με λειτουργία cornering διαθέτει ένα μικρό ζελατινάκι κατασκευασμένο από αλουμίνιο, με κορυφαίο φινίρισμα που εντοπίζεται σε όλα τα μέρη της μοτοσυκλέτας. Τόσο το εμπρός όσο και το πίσω carbon φτερό διαθέτουν νέα εμφάνιση που δένει αρμονικά με την υπόλοιπη σχεδίαση της μοτοσυκλέτας. Ο τομέας των αναρτήσεων είναι αισθητά ανανεωμένος και τόσο το πιρούνι των 48mm όσο και το αμορτισέρ είναι της Öhlins και έχουν δικά τους settings εξελιγμένα απ’ τη σουηδική εταιρεία ώστε να συνεργάζονται άρτια με το πλαίσιο και το ψαλίδι, ενώ είναι πλήρως ρυθμιζόμενα. Το αλουμινένιο ψαλίδι είναι σχεδιασμένο με γνώμονα να προσφέρει περισσότερη ακαμψία στο πλαίσιο, ενώ το αμορτισέρ δεν χρησιμοποιεί σύστημα μοχλισμού για να δέσει πάνω του.

Τα φρένα αποτελούνται από δύο πλευστούς δίσκους μπροστά της ISR με διάμετρο 320mm και με ακτινικά τοποθετημένες δαγκάνες έξι εμβόλων της ίδιας εταιρείας και συνεργάζονται με την ακτινική τρόμπα της Magura. Πίσω, τα πράγματα βρίσκονται σε αντίστοιχο επίπεδο υπερβολής με τον πλευστό δίσκο να συνεργάζεται με δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων. Στον βασικό εξοπλισμό περιλαμβάνεται και το ABS, ενώ δεν είναι υποχρεωτικό για την αμερικάνικη αγορά. Ίσως αυτό να προμηνύει ότι η Power Cruiser της Arch να μπορεί να έρθει στις ευρωπαϊκές αγορές.

Βέβαια για να την αποκτήσει κάποιος θα πρέπει να έχει τουλάχιστον 72.648 ευρώ, ενώ η Arch δίνει τη δυνατότητα στους αναβάτες να την τροποποιήσουν όσο θέλουν, τόσο σε εμφάνιση όσο και σε επίπεδο εξοπλισμού και επιδόσεων, αρκεί να έχουν τα ανάλογα χρήματα. Η Arch μπορεί να είναι απ’ τις εταιρείες που απευθύνεται σε ελάχιστους αναβάτες, όμως έχει πάρει το ρόλο της πολύ σοβαρά και όπως δείχνει επενδύει στην ανάπτυξη των μοτοσυκλετών της, ακολουθεί το δικό της ρυθμό.

Aprilia RSV1000 2026 - Αντίπαλος των Panigale V2, R9 και Street Triple RS 765

Κατοχύρωση εκ νέου του εμβληματικού ονόματος, με άρωμα νέου δικύλινδρου Sport μοντέλου
Aprilia RSV1000 - Κατοχύρωση ονόματος
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

11/3/2025

Δεκαπέντε χρόνια μετά το τέλος του δικύλινδρου RSV1000 Mille, το 2010 και την αντικατάστασή του από την RSV4 μοτοσυκλέτα της Aprilia, η μητρική Piaggio κατοχυρώνει ξανά το όνομα της δικύλινδρης Superbike της, με τις πρώτες σκέψεις να δείχνουν φυσικά έναν νέο αντίπαλο στις πιο οικονομικές δικύλινδρες και τρικύλινδρες προτάσεις που πλέον αγωνίζονται στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Supersport.

Με τις επιδόσεις αλλά και τις τιμές των τετρακύλινδρων Superbike να βρίσκονται πλέον στα ύψη, αφορώντας ολοένα και μικρότερο κοινό, οι εταιρείες αναγεννούν την ιδέα της Sport οδήγησης με λιγότερους κυλίνδρους, πιο βατές ιπποδυνάμεις και χαμηλότερες τιμές, αποσκοπώντας στην προσέλκυση ευρύτερης βάσης αναβατών.

Η Ducati με το Panigale V2, η Triumph με το Street Triple RS 765 και η Yamaha με το R9, έχουν δείξει τα τελευταία χρόνια πως δικύλινδρα και τρικύλινδρα μοντέλα μπορούν να ανταγωνιστούν με επιτυχία τα τετρακύλινδρα στα WorldSSP, ενώ παράλληλα μοτοσυκλέτες όπως το Aprilia RS660, το Honda CBR500RR, το Yamaha R7, το Triumph Daytona 660, το Suzuki GSX-8R, κ.α. αποτελούν τίμιες sport προτάσεις, για καθημερινή οικονομική αλλά και διασκεδαστική μετακίνηση.

RSV1000

Έχοντας τα παραπάνω στο μυαλό, η κίνηση της Piaggio να κατοχυρώσει εκ νέου το όνομα RSV1000 Mille -αρχικά στις Η.Π.Α.-, θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί προάγγελο για την επιστροφή ενός δικύλινδρου sport μοντέλου στην γκάμα της εταιρείας, το οποίο θα προσπαθεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ του RS660 των 100 hp και του RSV4 των… 217 hp.

Εάν όντως το Noale σκέφτεται κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να ακολουθήσει δυο δρόμους. Ο πρώτος είναι ο ακριβότερος, τον οποίο και συνήθως αποφεύγουν όποτε μπορούν τα εργοστάσια, και αφορά στην εξέλιξη μιας ολοκαίνουργιας πλατφόρμας. Ο δεύτερος και πιο οικονομικός θα ήταν να προσαρμόσουν στη νέα RSV1000 Mille τον ήδη εξελιγμένο -και πολύ πιο ταπεινό σε επιδόσεις- V2 που έχει φορεθεί προηγουμένως στα Shiver και Dorsoduro και είχε παραχθεί σε κυβισμούς 750, 900 και 1.200. Πλέον ο συγκεκριμένος V2 παράγεται στην Κίνα μέσω της συνεργασίας Piaggio-Zonsen, ενώ αρχικά είχε κυκλοφορήσει στα 896 κ.εκ. για το Shiver 900, τώρα ετοιμάζεται έκδοσή του στα 996 κ.εκ. για την επερχόμενη κινέζικη naked μοτοσυκλέτα Zonsen Cyclone SR1000 που είχαμε δει ως πρωτότυπο το 2021.

Η SR1000 μοιράζεται το πλαίσιο χωροδικτύωμα του Shiver, καθώς και τη βασική αρχιτεκτονική του κινητήρα, έχοντας μονόμπρατσο ψαλίδι και ένα τεράστιο πίσω ελαστικό 240.

Mille

Στα 996 κ.εκ. ο V2 αυτός αποδίδει 105 hp, ενώ πληροί τις κινέζικες προδιαγραφές ρύπων που πλησιάζουν εκείνες της Ευρώπης. Μια ιπποδύναμη χαμηλή για sport μοτοσυκλέτα του λίτρου, αλλά στα πρότυπα της νέας sport οικονομικής κατηγορίας, και συνοδευόμενη με τη σεβαστή ροπή των χιλίων κυβικών. Παρόλα αυτά, το Dorsoduro 1200 απέδιδε 130 hp από την έκδοση του κινητήρα στα 1.197 κ.εκ. δείχνοντας πως η Aprilia θα μπορούσε να βγάλει εύκολα περισσότερους ίππους αν το επιθυμεί. Θυμίζουμε πως το Aprilia RSV1000 Mille R στις τελευταίες του εκδόσεις παραγωγής απέδιδε κοντά ή και λίγο πάνω από τους 140 hp. 

Ένας ακόμη παράγοντας για την ιταλική εταιρεία με το έντονο αγωνιστικό προφίλ θα ήταν και η δυνατότητα αγωνιστικής εμπλοκής της νέας RSV1000 σε Πρωταθλήματα όπως το WorldSSP, ακόμα και μια νέα κατηγορία στο MotoGP που θα μπορούσε να αντικαταστήσει τη Moto3.