H-D LiveWire S2 Del Mar 2023: Η δεύτερη ηλεκτρική μοτοσυκλέτα των Αμερικάνων
Φτηνότερη και εμπνευσμένη από τα flat-track
Από τον
Μπάμπη Μέντη
11/5/2022
Η Harley Davidson έχει πλέον διαχωρίσει ως ξεχωριστή μάρκα τις ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες της σειράς LiveWire και με την νέα Del Mar, εγκαινιάζει την έναρξη παραγωγής της πλατφόρμας S2, πάνω στην οποία θα βασιστούν στο μέλλον αρκετά μοντέλα της μεσαίας κατηγορίας.
Η Del Mar είναι μιας περιορισμένης παραγωγής έκδοση που θα κατασκευαστεί σε μόλις 100 αριθμημένα αντίτυπα, με εκτιμώμενη τιμή στις ΗΠΑ τα 17.699 δολάρια, όμως αμέσως μετά θα ξεκινήσει η “κανονική” παραγωγή των S2 με τιμή κοντά στα 15.000 δολάρια.
Ήδη μετά την παρουσίασή της, η Del Mar ξεπούλησε τα 100 αντίτυπα μέσα σε μόλις 18 λεπτά!
Η πλατφόρμα S2 έχει κινητήρα απόδοσης 80 ίππων (περίπου 60kw) και μπαταρία με αυτονομία εντός πόλης τα 180 χιλιόμετρα. Η μπαταρία θα μπορεί να φορτιστεί είτε μέσω οικιακής πρίζας, είτε μέσω ταχυφορτιστή.
Η εξωτερική εμφάνιση είναι σχεδιασμένη από τον Eric Stafford και όπως δήλωσε ο ίδιος κατά την παρουσίαση, είχε πηγή έμπνευσης τα αγωνιστικά flat-track XR750 της Harley Davidson, ενώ χαρακτηρίζει τη μοτοσυκλέτα ως “urban street tracker”….
Νέο entry-level μοντέλο με δικύλινδρο σε σειρά, βασισμένο στην Aprilia RS457
Από τον
Φίλιππο Σταυριδόπουλο
1/8/2025
Η Moto Guzzi ετοιμάζει το μεγαλύτερο τεχνολογικό άλμα εκτός παράδοσης εδώ και δεκαετίες. Αντί για τον κλασικό εγκάρσια τοποθετημένο V2, η νέα της μικρή μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιεί δικύλινδρο σε σειρά 457 κ.εκ., προερχόμενο από την Aprilia, με στόχο την παγκόσμια αγορά και ιδιαίτερα την Ασιατική
Το καλοκαίρι του 2023 η Aprilia παρουσίασε την RS457, εξοπλισμένη με νέο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα. Το μοτέρ αυτό γρήγορα έγινε η βάση για ολόκληρη οικογένεια μοντέλων, την RS457, την Tuono 457 και σύντομα την Tuareg 457. Όλα παράγονται στο εργοστάσιο της Piaggio στην Ινδία, διασφαλίζοντας χαμηλότερο κόστος και άμεση πρόσβαση σε αναδυόμενες αγορές.
Η Moto Guzzi, μέλος του ίδιου ομίλου (Piaggio) από το 2004, αποφάσισε να υιοθετήσει τον κινητήρα, φέρνοντας για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν έναν αιώνα έναν δικύλινδρο σε σειρά σε μοντέλο παραγωγής της. Αν και η Guzzi είχε φτιάξει εν σειρά κινητήρες τη δεκαετία του ’30, αυτοί περιορίζονταν σε αγωνιστικές εφαρμογές. Από το 1967 και μετά, η εταιρική ταυτότητα της, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον εγκάρσιο αερόψυκτο V2. Η εισαγωγή της υδρόψυξης με το V100 Mandello ήταν ήδη μεγάλο βήμα αλλά η εγκατάλειψη του V2 αποτελεί πραγματική επανάσταση.
Η νέα naked της Guzzi θα μοιράζεται τον κινητήρα και ορισμένα περιφερειακά με την Tuono 457, αλλά θα έχει ολοκληρωτικά δική της αρχιτεκτονική στηριζόμενη σε σωληνωτό ατσάλινο πλαίσιο αντί για αλουμινίου, με στόχο να προσδώσει διαφορετική γεωμετρία αναβάτη για μια πιο άνετη θέση οδήγησης αλλά και μια μια πιο παραδοσιακή σχεδίαση ρεζερβουάρ και φωτιστικών σωμάτων.
Η κατηγορία 350-500 κ.εκ. αναπτύσσεται ραγδαία, ιδιαίτερα στην Ασία. Για μικρές εταιρείες όπως η Guzzi (15.000 μονάδες ετησίως), η διείσδυση σε αυτές τις αγορές είναι ζήτημα επιβίωσης. Η παραγωγή στην Ινδία, όπως ήδη γίνεται με την Aprilia, ανοίγει τον δρόμο για οικονομικά προσιτά μοντέλα που θα μπορούν να πωλούνται τόσο σε Ασία όσο και σε Ευρώπη.
Παράλληλα, η Moto Guzzi ακολουθεί το παράδειγμα άλλων κατασκευαστών: KTM- Bajaj, Triumph-Bajaj και εργοστάσια στην Ταϊλάνδη, BMW-TVS. Όλοι προσαρμόζουν την παραγωγή τους σε μικρότερες και πιο οικονομικές μοτοσυκλέτες για να κερδίσουν μερίδιο αγοράς σε χώρες με εκρηκτική ζήτηση.
Αν και είχε ακουστεί ότι η Guzzi θα επαναφέρει το όνομα “Eldorado”, αυτό φαίνεται απίθανο, καθώς ιστορικά αφορούσε μεγάλες cruiser. Μια πιο ταιριαστή επιλογή θα ήταν ίσως το “Airone”, το πρώτο μεταπολεμικό Guzzi μαζικής παραγωγής που έφερε την ελευθερία ταξιδιού σε χιλιάδες αναβάτες, ακριβώς όπως στοχεύει να κάνει και η νέα, μικρή Moto Guzzi.