Keeway K300 N & K300 R - Rebadged μοντέλα της CFMOTO
Συνεργασία των δυο εταιρειών στην Ινδία
Από τον
Κώστα Γκαζή
21/9/2022
Η Keeway προχώρησε σε συνεργασία με την CFMOTO στην Ινδία, παρουσιάζοντας δυο νέα μοντέλα, το γυμνό K 300 N που βασίζεται στο 300NK και στο K 300 R που βασίζεται στο 300SR.
Τα τεχνικά χαρακτηριστικά των μοτοσυκλετών της Keeway είναι ταυτόσημα με εκείνα των μοντέλων της CFMOTO, με K 300 N & K 300 R να μοιράζονται την ίδια βάση, όπως και τα μοντέλα της CFMOTO.
Η βάση αυτή αποτελείται από έναν μονοκύλινδρο, υγρόψυκτο, τετράχρονο κινητήρα με απόδοση 27,5 hp, κιβώτιο 6 σχέσεων και μονόδρομο συμπλέκτη και από το ίδιο πλαίσιο χωροδικτύωμα, ανάποδο πιρούνι 37 mm και μονό αμορτισέρ πίσω.
Το δικάναλο ABS ανήκει στον στάνταρ εξοπλισμό, ενώ τα φώτα είναι LED με DRL LED φωτιστικά σώματα.
Η πρακτική του rebadging, του “δανεισμού” μοντέλων μοτοσυκλέτας με μόνη αλλαγή το σήμα (άντε και ελάχιστες ακόμα λεπτομέρειες, όπως πχ. τη βαφή, ή τις ζάντες στο K 300 N), είναι γνωστή από παλιά, και σε πολλές περιπτώσεις αφορά σε χώρες που δεν έχουν αντιπροσώπευση μιας εταιρείας, με μια άλλη να “υιοθετεί” τα μοντέλα της κάτω από το δικό της λογότυπο. Περιέργως όμως, η CFMOTO αντιπροσωπεύεται στην Ινδία, και είναι παράξενο πώς η “μαμά” εταιρεία έδωσε την άδεια στην Keeway να χρησιμοποιήσει τα δυο μοντέλα της, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό του εισαγωγέα της.
Νέο entry-level μοντέλο με δικύλινδρο σε σειρά, βασισμένο στην Aprilia RS457
Από τον
Φίλιππο Σταυριδόπουλο
1/8/2025
Η Moto Guzzi ετοιμάζει το μεγαλύτερο τεχνολογικό άλμα εκτός παράδοσης εδώ και δεκαετίες. Αντί για τον κλασικό εγκάρσια τοποθετημένο V2, η νέα της μικρή μοτοσυκλέτα θα χρησιμοποιεί δικύλινδρο σε σειρά 457 κ.εκ., προερχόμενο από την Aprilia, με στόχο την παγκόσμια αγορά και ιδιαίτερα την Ασιατική
Το καλοκαίρι του 2023 η Aprilia παρουσίασε την RS457, εξοπλισμένη με νέο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα. Το μοτέρ αυτό γρήγορα έγινε η βάση για ολόκληρη οικογένεια μοντέλων, την RS457, την Tuono 457 και σύντομα την Tuareg 457. Όλα παράγονται στο εργοστάσιο της Piaggio στην Ινδία, διασφαλίζοντας χαμηλότερο κόστος και άμεση πρόσβαση σε αναδυόμενες αγορές.
Η Moto Guzzi, μέλος του ίδιου ομίλου (Piaggio) από το 2004, αποφάσισε να υιοθετήσει τον κινητήρα, φέρνοντας για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν έναν αιώνα έναν δικύλινδρο σε σειρά σε μοντέλο παραγωγής της. Αν και η Guzzi είχε φτιάξει εν σειρά κινητήρες τη δεκαετία του ’30, αυτοί περιορίζονταν σε αγωνιστικές εφαρμογές. Από το 1967 και μετά, η εταιρική ταυτότητα της, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον εγκάρσιο αερόψυκτο V2. Η εισαγωγή της υδρόψυξης με το V100 Mandello ήταν ήδη μεγάλο βήμα αλλά η εγκατάλειψη του V2 αποτελεί πραγματική επανάσταση.
Η νέα naked της Guzzi θα μοιράζεται τον κινητήρα και ορισμένα περιφερειακά με την Tuono 457, αλλά θα έχει ολοκληρωτικά δική της αρχιτεκτονική στηριζόμενη σε σωληνωτό ατσάλινο πλαίσιο αντί για αλουμινίου, με στόχο να προσδώσει διαφορετική γεωμετρία αναβάτη για μια πιο άνετη θέση οδήγησης αλλά και μια μια πιο παραδοσιακή σχεδίαση ρεζερβουάρ και φωτιστικών σωμάτων.
Η κατηγορία 350-500 κ.εκ. αναπτύσσεται ραγδαία, ιδιαίτερα στην Ασία. Για μικρές εταιρείες όπως η Guzzi (15.000 μονάδες ετησίως), η διείσδυση σε αυτές τις αγορές είναι ζήτημα επιβίωσης. Η παραγωγή στην Ινδία, όπως ήδη γίνεται με την Aprilia, ανοίγει τον δρόμο για οικονομικά προσιτά μοντέλα που θα μπορούν να πωλούνται τόσο σε Ασία όσο και σε Ευρώπη.
Παράλληλα, η Moto Guzzi ακολουθεί το παράδειγμα άλλων κατασκευαστών: KTM- Bajaj, Triumph-Bajaj και εργοστάσια στην Ταϊλάνδη, BMW-TVS. Όλοι προσαρμόζουν την παραγωγή τους σε μικρότερες και πιο οικονομικές μοτοσυκλέτες για να κερδίσουν μερίδιο αγοράς σε χώρες με εκρηκτική ζήτηση.
Αν και είχε ακουστεί ότι η Guzzi θα επαναφέρει το όνομα “Eldorado”, αυτό φαίνεται απίθανο, καθώς ιστορικά αφορούσε μεγάλες cruiser. Μια πιο ταιριαστή επιλογή θα ήταν ίσως το “Airone”, το πρώτο μεταπολεμικό Guzzi μαζικής παραγωγής που έφερε την ελευθερία ταξιδιού σε χιλιάδες αναβάτες, ακριβώς όπως στοχεύει να κάνει και η νέα, μικρή Moto Guzzi.