BMW R1250GS Adventure 2019 - Δοκιμάζουμε στην Κρήτη [video]

Μια εβδομάδα “μαδαρωμένος"..
Από το

Μαύρο Σκύλο

9/2/2019

Μερικές φορές ο όρος “περιπέτεια” μπορεί να αποκτήσει πολλές διαφορετικές ερμηνείες..Χειμώνας στη Κρήτη, Λευκά Όρη χιονισμένα, και ένας συντάκτης 65 κιλών προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με μια μοτοσυκλέτα 288 κιλών στις λάσπες στα χώματα και τις πέτρες..Χμμ καλό ακούγεται..

κείμενο: Χρήστος Πατεράκης

φωτογραφίες: SOUTH space for photographyΓιώργος Αναστασάκης

video: Νεκτάριος Πόγκας

Τα πόδια μου ίσα που πατάνε κάτω, ενώ ακόμα και να πατήσουν δεν είναι σίγουρο ότι θα κρατήσουν όρθιο το νέο Adventure... Όταν όμως οι ρόδες τσουλήσουν το πάρτι ξεκινάει, επιβεβαιώνοντας με το καλύτερο τρόπο την παράλογη ιδέα μου να “μαδαρώσω” στη καρδιά του χειμώνα με το νέο BMW. Η αλήθεια είναι ότι το αρχικό μου σχέδιο ήταν ιδιαίτερα φιλόδοξο, όταν όμως πάτησα στις λάσπες με τα street ελαστικά άρχισα να ψάχνω μπεμπιλίνα... Συνεπώς αν στα πλάνα σας είναι να γυρίστε τον κόσμο από χώμα με το νέο 1250, βάλτε οπωσδήποτε χωματερά ελαστικά. Χρειαζόταν διευκρίνιση κάτι τέτοιο, μπορεί εύλογα να αναρωτηθείτε, και η απάντηση είναι ναι, πάντοτε χρειάζεται μία. Δεν είναι ότι δε πας χώμα, απλά θέλει πολύ προσοχή και κινήσεις ακριβείας όταν το έδαφος παύει να είναι ομαλός χωματόδρομος και ειδικά όταν στη συνταγή υπάρχει λάσπη... Στη πρώτη μου εξόρμηση κινήθηκα στα πέριξ του οροπεδίου Ομαλού και είχα πλάνο να ανέβω αρκετά ψηλά πατώντας και λίγο χιόνι, αλλά το χιόνι ήταν περισσότερο από όσο θα ήθελα και ακόμα και στην άσφαλτο έπρεπε να είσαι προσεκτικός. Όσο όμως “έπαιζα” με το 1250 τόσο αυξανόταν η εμπιστοσύνη μου, κι απομακρυνόταν η ιδέα πως θα με πλακώσει, συνεπώς όλο και ξεθάρρευα. Η πελώρια μετωπική επιφάνεια που έχει σε αποκόβει πολύ από τις εξωτερικές συνθήκες που επικρατούν και σε συνδυασμό με μια αρμαθιά ηλεκτρονικά συστήματα, αρχίζεις να νιώθεις ότι εσύ τελικά είσαι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού.

Μου έκανε τρομερά θετική εντύπωση η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στον βρεγμένο δρόμο, με τα ελαστικά να βρίσκουν πρόσφυση παντού και γενικά η αίσθηση ασφαλείας που αρχίζει να αποκτά ο αναβάτης είναι μοναδική. Τις επόμενες ημέρες της δοκιμής η βροχή ήταν ένα καθημερινό φαινόμενο, αλλά ούτε μια στιγμή δεν απέτρεψε τα σχέδια μου, όντας η πιο ασφαλής μοτοσυκλετα που έχω οδηγήσει στη βροχή.

Καταρχάς δεν βρέχεσαι..ειδικά αν σηκώσεις ψηλά τη ζελατίνα και έχεις μια σχετικά γρήγορη ταχύτητα, τότε οι σταγόνες της βροχής ίσα που σε χτυπούν στο κράνος σου, φτάνοντας στεγνός, όσο μακριά κι αν είναι ο προορισμός... Πόδια και παπούτσια παραμένουν φυσικά στεγνά, όσο δεν γίνεται κατακλυσμός αλλά το τοπία θυμίζει αγγλική εξοχή και στο τέλος αποκτάς θάρρος στη βροχή. Με το νέο 1250 γίνεσαι τζάμπα μάγκας! Τις επόμενες ημέρες κινήθηκα προς την πλευρά των Σφακίων, θέλοντας να προσεγγίσω τα βουνά από την νότια πλευρά και στο κολασμένο στροφιλίκι έκανα πάλι σαν να ήμουν έφηβος... Βλέπεις ο νέος κινητήρας έχει τόσο πολύ γκάζι και οι ακούσιες σούζες έρχονται σε κάθε έξοδο στροφής ακόμα και με τρίτη σχέση στο κιβώτιο... Αυτή η τρύπα του παρελθόντος εκεί στις 3.000 στροφές έχει εξαφανιστεί οριστικά και το 1250 έχει αγριέψει πραγματικά. Πρώτη φορά μπήκα στη πρίζα με on off BMW!

Φτάνοντας στα χώματα αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα. Είχε μεν κροκάλα (το κλασικό πέτρωμα της Κρήτης...) αλλά δεν είχε λάσπη. Το 1250 άρχισε να δείχνει τα δόντια του και παρά τα 288 πραγματικά κιλά του, πραγματικά μπορεί και “πλανάρει” πάνω στις πέτρες, νιώθοντας πως κάθε στιγμή έχεις τον έλεγχο και δαμάζοντας τις συνθήκες του δρόμου γίνεσαι εσύ ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Τεράστιο ρόλο βέβαια παίζουν και οι νέες αναρτήσεις που πραγματικά καταπίνουν τα πάντα και προσφέρουν μια άριστη κατευθηντικότητα, ακόμα και με τα συμβατικά ελαστικά. Βέβαια και εδώ τα πράγματα θέλουν σύνεση και προσοχή. Οι αναστροφές είναι μεγάλο ζήτημα, γιατί σε περίπτωση πτώσης δεν ξέρω πόσο εύκολα το σηκώνεις από κάτω. Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να κάνω άρση βαρών με το R1250 στο ρόλο του προπονητή! Δεν σας κρύβω όμως πως στο τέλος το ευχαριστήθηκα με το παραπάνω. Ναι μεν θηρίο, πελώριο και τεράστιο, αλλά εύκολο και απολαυστικό ακόμα και στο χώμα. Φτάνει να τολμήσει κανείς, που είναι και το μεγαλύτερο εμπόδιο, κι έπειτα να μην χρειαστεί να ξεμπλέξει από κάπου. Αν ξέρεις που πηγαίνεις, αν δεν χρειαστεί να χειριστείς το βάρος και τον όγκο με χέρια σκέτα χωρίς γκάζι, τότε έχεις μία πραγματικά βολική μοτοσυκλέτα. Στο κάτω-κατω αν πέσει, έχει μια ντουζίνα σίδερα επάνω του κι αν δεν βρει κάποια πέτρα ακριβώς στην αχίλλειο πτέρνα του, τα καπάκια του boxer, τότε θα είναι μια χαρά. Όσο για εσένα; Ίσως ένα λουμπάγκο στη μέση παραμονεύει…

Στο επόμενο τεύχος του MOTO, θα δούμε πόσο καλό είναι το νέο GS Adventure, που κατάφερε να ανέβει σε ψηλό σκαλί από πέρσι. Οι αναρτήσεις του προηγούμενου μοντέλου με τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις και την αυτόματη ρύθμιση της προφόρτισης, ήταν τόσο καλές που η BMW τις μετέφερε αυτούσιες στην φετινή έκδοση HP του R1250GS, που αντικαθιστά την Rally, όπως πρώτοι διαβάσατε στο MOTO, κατά την παρουσίαση του GS. Αυτό είναι το αποτέλεσμα και δεν πρέπει να ξεχνάμε την πορεία, καθώς για να φτάσει εδώ η BMW, σε ένα Adventure που είναι λιμουζίνα στο χώμα, έχει περάσει μερικά χρόνια που αναγκαζόμασταν να μην λέμε κολακευτικά σχόλια, και όχι μόνο… Από το προηγούμενο Adventure, κι όπως φάνηκε στο Mega Test, οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με αυτή την τεχνολογία, είναι πλέον σε ένα εξαιρετικό επίπεδο. Για να μην ξεχνάμε την τρελή αναβάθμιση στα φρένα, που οι αναγνώστες του MOTO θα θυμούνται την λασπωμένη δοκιμή από την παρουσίαση του F850GS, αλλά και την δοκιμασία στην Πορτογαλία από το R1250GS. Εδώ τώρα με το πρόσθετο βάρος τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά… Βλέποντας λευκό καπνό να βγαίνει από τον εμπρός τροχό καθώς πραγματοποιούσαμε μετρήσεις φρεναρίσματος –οι μόνοι που το κάνουμε στην Ελλάδα με αυτό τον τρόπο- το μεγάλο GS μας αποκάλυψε ομοιότητες και διαφορές από το μικρότερο σε όγκο αδερφάκι του. Αναλυτικά όλα αυτά, στο τεύχος 592 ου κυκλοφορεί την 1η Μαρτίου!

 

 
ΠΛΗΡΗ ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ byΜΟΤΟ                            BMW R1250GS Adventure
Αντιπρόσωπος:
BMW HELLAS A.E.
Τιμή:
Από 19.900€
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ Γεωμετρίας Θέσης Οδήγησης
Μήκος (mm):
2.270
Ύψος (mm):
1.460
Μεταξόνιο (mm):
1.504
Απόσταση από το έδαφος (mm):
-
Ύψος σέλας (mm):
890 - 910
Ίχνος (mm):
95,4
Γωνία κάστερ (˚):
24,9
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
770
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
540
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
920
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
530
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
282
(χωρίς καύσιμο: 260,4 )
Πίσω
51,2 %
Εμπρός
48,8 %
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
+4,2
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος του και ατσάλινο σωληνωτό υποπλαίσιο
Πλάτος (mm):
980
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
247,7 / 270,25
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, δικύλινδρος boxer, αερόψυκτος- υδρόψυκτος, 2ΕΕΚ, 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
102,5 x 76
Χωρητικότητα (cc):
1.254
Σχέση συμπίεσης:
12,5:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
136 / 7.750
Ροπή (kg.m/rpm):
14,5 / 6.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
108,3
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός Ride by wire
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός πολύδισκος υδραυλικός
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 1,650
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με άξονα / 1,061
 
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
2,438
2α
1,714
3η
1,296
4η
1,059
5η
0,943
6η
0,848
 
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
Κάθε 20.000
Αλλαγή λαδιού (km):
Στα πρώτα 1.000 και κάθε 10.000
Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):
-/ 4
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
-/ Κάθε 10.000
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Km/h
Sec
Μέτρα
0-50
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ
τ.593 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
0-100
0-150
0-200
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
Sec
km/h
0-400
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ
τ.592 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
0-1.000
 
ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
80-140
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ τ.592 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)
Km/h
4η
5η
6η
40-80
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ
80-120
ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ
120-160
τ.592 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
160-200
 
 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
120-40
ΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ τ.592 1ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
 
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Κεντρικό αμορτισέρ, BMW Paralever
Διαδρομή (mm):
220
Ρυθμίσεις:
Ημι-ενεργητικές αναρτήσεις Dynamic ESA
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
4,5 x 17
Ελαστικό:
170/60-17
Πίεση:
36
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 276mm με διπίστονη δαγκάνα και ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Έγχρωμη οθόνη 6,5 ιντσών με Bluetooth για ταυτόχρονο έλεγχο κινητών τηλεφώνων και ακουστικών αναβάτη και συνεπιβάτη. Πλοήγηση μέσω εφαρμογής με χρήση χαρτών BMW ή Google Plus. Ενημέρωση για βενζινάδικα, σημεία ενδιαφέροντος εκτιμώμενο χρόνο βάση πυκνότητας κυκλοφορίας. Περιστροφικό χειριστήριο, cruise control, ενδείξεις θερμοκρασίας κινητήρα / στάθμης καυσίμου / ταχύτητας κιβωτίου / ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές / υπολειπόμενο αριθμό χιλιομέτρων / ρολόι, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, ρυθμιζόμενο ύψος σέλας αναβάτη, ρυθμιζόμενη θέση τιμονιού, immobilizer, σχάρα, παροχή ρεύματος. Ένδειξη πίεσης ελαστικών, ABS, ASC
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Κεντρικό αμορτισέρ, BMW Telelever με Dynamic ESA
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
210
Ρυθμίσεις:
Ημι-ενεργητικές αναρτήσεις Dynamic ESA
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3 x 19
Ελαστικό:
120/70-19
Πίεση:
36
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 305mm με τετραπίστονες monobloc δαγκάνες και ABS
 
ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
122.60/7.700
Ροπή (kg.m/rpm):
12.91/6.600
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ετικέτες

Οδηγούμε το Moto Morini X-Cape 650!

Ξαναμπαίνει στο παιχνίδι η ιστορική φίρμα!
12/1/2022

Απόδραση στην υπεροχή!

 

Πριν από πέντε χρόνια, η ιταλική φίρμα Moto Morini έφτασε πολύ κοντά στο να καταλήξει στον κάλαθο των αχρήστων της μοτοσυκλετιστικής Ιστορίας, μαζί με άλλες ιστορικές μάρκες από το δίτροχο παρελθόν. Αλλά ο τότε ιδιοκτήτης της εταιρείας, ο Ruggero Jannuzzelli, μπόρεσε να επενδύσει ένα σημαντικό κεφάλαιο για να επιβιώσει το εργοστάσιο, ενώ παράλληλα έψαχνε κάποιον με τους απαραίτητους πόρους και την δέσμευση να επαναφέρει οριστικά και μόνιμα την Moto Morini στο προσκήνιο.

Τον Οκτώβριο του 2018 σφράγισε την συμφωνία με την οποία ο Chen Huaneng, ιδιοκτήτης του κινέζικου εργοστασίου κατασκευής scooter και minimoto Zhongneng Vehicle Group, απέκτησε το 100% της Moto Morini.

Σε μια αποκλειστική συνέντευξη μαζί του, ο Chen δήλωσε πως η πρόθεσή του είναι να εξελίξει άμεσα μια γκάμα μοντέλων της Morini με δικύλινδρους εν σειρά κινητήρες 500-800cc. Αυτά θα υποστήριζαν οικονομικά τα μεγάλα V-2 1200cc τα οποία κατασκεύαζε η εταιρεία αποκλειστικά τις τελευταίες δύο δεκαετίες, από το 2003 που αναβίωσε (να θυμίσουμε ότι το 1996 η TPG που είχε αγοράσει την Ducati, που με τη σειρά της είχε στην κατοχή της Moto Morini, την αφάνισε).

Ο Chen κράτησε το λόγο του και ακριβώς τρία χρόνια μετά το adventure Moto Morini X-Cape 650 μπήκε στην παραγωγή στο εργοστάσιο της Zhongneng στο Taizhou, 400 χιλιόμετρα νότια της Σαγκάης, με στόχο την παγκόσμια αγορά.

 

Γνωστή ποσότητα

Το X-Cape διαθέτει τον υγρόψυκτο, οκταβάλβιδο, με τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα, με τον στρόφαλο των 180°, την offset καδένα των εκκεντροφόρων και τον αντικραδασμικό άξονα, ο οποίος παράγεται από τους γείτονες της Zhongneng, την CFMOTO, από το 2011. Μέχρι στιγμής έχουν πουληθεί δεκάδες χιλιάδες μοντέλα από τις τέσσερις διαφορετικές εκδόσεις (το 650ΝΚ, το 650ΤΚ, το 650GT και το 650SM) της CFMOTO, χτίζοντας την φήμη του κινητήρα για την αξιοπιστία και την απόδοση του συγκεκριμένου κινητήρα. Σε αυτά όμως τα τέσσερα μοντέλα, δεν συμπεριλαμβάνεται ακόμη μια adventure μοτοσυκλέτα με πραγματικές δυνατότητες off-road –και τώρα η Moto Morini το προσφέρει!

Διαθέσιμο σε τρία χρώματα, κόκκινο, άσπρο και ανθρακί, με τιμή που ξεκινάει από τα 7.690 ευρώ, το X-Cape είναι λίγο πιο ακριβό από το Benelli ΤΡΚ 502, το οποίο είναι best seller στην Ιταλία ρίχνοντας το BMW R1250GS από τον θρόνο του. Η διαφορά στην τιμή έγκειται στο ότι το Moto Morini έχει έναν κινητήρα 649cc που αποδίδει 59 ίππους στις 8.750 στροφές, έναντι των 47 ίππων στις 8.500 στροφές του Benelli με τον κινητήρα των 499cc.

Αυτό σημαίνει ότι το Moto Morini X-Cape έχει όλες τις προϋποθέσεις να αποτελέσει μια πολύ καλή αντιπρόταση απέναντι στο Yamaha Tenere 700 ή στο άρτι αφιχθέν Aprilia Tuareg 660 που κοστίζει αρκετά παραπάνω.

Πάντως, ανταποκρίνεται άριστα στις προσδοκίες που δημιουργεί το ιστορικό λογότυπο στο ρεζερβουάρ του, οπότε η ευκαιρία να περάσω μια ηλιόλουστη μέρα στη σέλα του, γύρω από τους αμπελώνες του Oltero, νότια του Μιλάνου, μου έδωσε την δυνατότητα να επιβεβαιώσω τις δυνατότητές του.

 

Ιταλική φινέτσα, κινέζικη εκτέλεση

Η παραγωγή του X-Cape μπορεί να γίνεται στην Κίνα, αλλά σχεδιάστηκε και εξελίχθηκε εξ ολοκλήρου στο εργοστάσιο των τριών στρεμμάτων της Moto Morini στο Trivolzio, κοντά στην Pavia, στα ριζοχώραφα νότια του Μιλάνου. Αυτό μου επιβεβαίωσε ο Massimo Gustato, Διευθυντής του R&D της Morini, ο οποίος προσλήφθηκε από τον Jannuzzelli το 2015 και εξακολουθεί να ηγείται της πενταμελούς ομάδας εξέλιξης του εργοστασίου υπό την επίβλεψη των Κινέζων ιδιοκτητών.

Είναι ένας φανατικός εντουράς στον ελεύθερο χρόνο του και στο παρελθόν είχε εργαστεί στο τεχνικό τμήμα της Bimota, όντας αποκλειστικά υπεύθυνος για την δημιουργία του DBX (Με το μοτέρ της Ducati), αναμφίβολα το πιο σέξι on-off που έχει φτιαχτεί ποτέ.

"Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε πάνω στο X-Cape τον Δεκέμβριο του 2018, σχεδόν αμέσως μόλις η Zhongneng απέκτησε την εταιρεία", λέει ο Gustato. "Μας έδωσαν απόλυτη ελευθερία στον σχεδιασμό της μοτοσυκλέτας, χρησιμοποιώντας μόνο τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα 650cc της CFMOTO ως βάση. Όλα τα υπόλοιπα ήταν πάνω μας. Οι Κινέζοι συνάδελφοί μας ανέλαβαν να προσαρμόσουν τον κινητήρα και τα ηλεκτρονικά του για να ταιριάξουν στο X-Cape, αν και σχεδιάσαμε και κατοχυρώσαμε την έγχρωμη TFT οθόνη μόνοι μας. Όλα τα υπόλοιπα έγιναν στην Ιταλία, οπότε έχουμε χρησιμοποιήσει από τοπικούς προμηθευτές όπως η Marzocchi και η Brembo, ενώ ο επικεφαλής του τμήματος σχεδιασμού, Angel Lussiana, σχεδίασε την μοτοσυκλέτα εδώ."

Η αυθεντική αισθητική που προσέδωσε ο Lussiana στο X-Cape, με τους LED προβολείς να δημιουργούν μια επιθετική όψη, εξασφαλίζοντας ότι θα ξεχωρίσει από το πλήθος της πολύ ανταγωνιστικής κατηγορίας των 600-800cc on-off, αυτή που πολύ επιτυχημένα οι Ιταλοί ονομάζουν "crossover", η οποία περιλαμβάνει πάνω από μία ντουζίνα μοντέλων από ασιατικά και ευρωπαϊκά εργοστάσια.

Η αρχιτεκτονική της μοτοσυκλέτας ανταποκρίνεται άριστα στην εμφάνιση, με το στιβαρό σωληνωτό πλαίσιο που χρησιμοποιεί τον κινητήρα ως ενεργό μέλος του. Το μεταξόνιο είναι στα 1.470mm με το πλήρως ρυθμιζόμενο πιρούνι της Marzocchi (ναι σε αυτή την τιμή!) των 50mm να είναι τοποθετημένο με γωνία κάστερ 25,5° και ίχνος στα 123mm. Η διαδρομή της πίσω ανάρτησης με το αλουμινένιο ψαλίδι είναι στα 135mm και ελέγχεται από ένα Kayaba αμορτισέρ χωρίς μοχλικό, που ρυθμίζεται ως προς την προφόρτιση του ελατηρίου και την απόσβεση της επαναφοράς. Το ύψος της σέλας είναι στα 845mm ή στα 820mm με την πιο χαμηλή εναλλακτική που είναι διαθέσιμη.

Μέχρι στιγμής όλα καλά, αλλά λιγότερο εντυπωσιακό στο χαρτί είναι το βάρος του X-Cape, που φτάνει στα 213 κιλά κενό με πισώβαρη κατανομή 48/52%, και ανέρχεται στα 232 κιλά με το 90% της βενζίνης που χωράει το 18λιτρο ρεζερβουάρ, το οποίο δίνει αυτονομία κοντά 320 χιλιόμετρα. Έχει το ίδιο ακριβώς βάρος με το Benelli, αλλά είναι αρκετά βαρύτερο από το Ténéré 700 και το Tuareg 660.

Για να σταματήσει όλη αυτή η μάζα, το Morini διαθέτει ένα ζευγάρι δίσκους κινέζικης κατασκευής 298mm με διπίστονες δαγκάνες της Brembo και πίσω έναν δίσκο 260mm με παρόμοια δαγκάνα, που συνδυάζονται με δικάναλο ABS της Bosch 9.1Mb. Ο μπροστινός τροχός έχει διάσταση 19'' και ο πίσω 17'', με ελαστικά πρώτης τοποθέτησης Pirelli Scorpion STR, αλλά δεν υπάρχει ως εναλλακτική μπροστινός τροχός 21'' για σοβαρές εκτός δρόμου δυνατότητες.

Διαθέτει όμως έναν κατοχυρωμένο σχεδιασμό για την ρυθμιζόμενη ζελατίνα που μπορεί να ρυθμιστεί με το ένα χέρι σε ένα εύρος 50mm, κάτι που στο Aprilia, για παράδειγμα, δεν υπάρχει ούτε σαν after market επιλογή, ενώ η αντίστοιχη λίστα των αξεσουάρ του X-Cape περιλαμβάνει θερμαινόμενα γκριπ και πολλές εναλλακτικές για βαλίτσες. Επιπλέον θα υπάρχει διαθέσιμη έκδοση 48 ίππων για κατόχους διπλωμάτων Α2.

 

Διαφορά με το "καλημέρα"

Εκεί που ξεχωρίζει αμέσως το X-Cape μόλις ανέβεις στη σέλα του, είναι το πώς ακόμη και με την ψηλότερη σέλα νιώθεις να κάθεσαι μέσα στην μοτοσυκλέτα και να γίνεσαι ένα με αυτήν. Είναι μια ιδιαίτερα φιλόξενη και βολική μοτοσυκλέτα για άπειρους αναβάτες, που θα εκτιμήσουν την εύκολη πρόσβαση που προσφέρει.

Πρόκειται για μία μοτοσυκλέτα που σου προσφέρει άμεσα τον έλεγχο, χάρη στον ισορροπημένο σχεδιασμό της, με το βάρος του να γίνεται αισθητό στους χωματόδρομους ή σε κομμάτια εκτός δρόμου ανάμεσα στα αμπέλια της περιοχής που το οδήγησα.

Είναι ένα αυθεντικό "παντός δρόμου", στο οποίο χάρη στην προσεκτικά σχεδιασμένη σέλα και τα πλαϊνά πλαστικά, είναι πολύ εύκολο να οδηγήσεις όρθιος στα μαρσπιέ. Είναι λεπτό και στενό εκεί ακριβώς που το χρειάζεσαι, με το συγκεκριμένο δικύλινδρο να νομίζει πως είναι… μονοκύλινδρο, σε ό,τι έχει να κάνει με την ευελιξία του παρά το μακρύ μεταξόνιο, ενώ παράλληλα προσφέρει το χαρακτηριστικό τράβηγμα από χαμηλά των δικύλινδρων.

Με τον κόφτη στις 10.500 στροφές, ο κινητήρας του Morini αποδίδει την μέγιστη ισχύ στο όριο των στροφών, και όπως γνώριζα ήδη από την οδήγηση των τεσσάρων μοντέλων της CFMOTO που τον χρησιμοποιούν, είναι πρόθυμος να ανεβάσει στροφές ψηλά. Όμως, η κατανομή της δύναμης και της ροπής στο X-Cape έχει επαναπροσδιοριστεί, σε σχέση με τα μοντέλα-δωρητές της CFMOTO, ενώ πληροί και τις Euro5 προδιαγραφές. Είναι η πρώτη Euro5 έκδοση αυτού του κινητήρα που οδηγώ και δεν μπορώ να πω ότι έχει χάσει κάτι από τον χαρακτήρα του.

Εντάξει, είναι μία κινέζικη εκδοχή του κινητήρα από το ER6 της Kawasaki, ακόμη και με τις ίδιες διαστάσεις, αλλά ο ιδιοκτήτης της CFMOTO, Lai Guogui, επέλεξε τον σωστό κινητήρα για αντιγραφή προκειμένου να μεγαλώσει σε κυβικά η γκάμα της και οι μηχανολόγοι του έκαναν πολύ καλή δουλειά στην εκτέλεση, ενώ συνεχίζουν να τον βελτιώνουν. Η ECU της Bosch που ελέγχει την τροφοδοσία του X-Cape επαναπρογραμματίστηκε, έτσι ώστε να κατανεμηθεί σε ευρύτερο φάσμα η ροπή και να παρέχεται από πιο χαμηλές στροφές, λέει ο Massimo Gustato. Το ότι ο κινητήρας τραβάει δυνατά λίγο πιο πάνω από το –υψηλό σχετικά- ρελαντί στις 1.500 στροφές (είναι τόσο υψηλό προφανώς για να αντισταθμίσει την απουσία μονόδρομου συμπλέκτη), όπως και το ότι μπορείς να ανοίξεις όλο το γκάζι με έκτη και 2.200 στροφές χωρίς να σκορτσάρει, είναι η απόδειξη ότι το πέτυχαν.

Ο δικύλινδρος εν σειρά του Morini είναι ροπάτος, εύστροφος και γραμμικός, και χάρη στον αντικραδασμικό άξονα και τα μεγάλα αντίβαρα στο τιμόνι, δεν υπάρχει ίχνος κραδασμού σε όλο το φάσμα των στροφών, από το ρελαντί μέχρι τον κόφτη, ούτε… γαργαλητά από τα μαρσπιέ όπως συμβαίνει στα περισσότερα μονοκύλινδρα αλλά και σε μερικούς δικύλινδρους ανταγωνιστές του X-Cape, όταν οδηγείς με ταχύτητες ταξιδίου. Αυτό κάνει το Morini ευχάριστο και πρακτικό στις υψηλές ταχύτητες των αυτοκινητοδρόμων, ξεκούραστο στην οδήγηση, με ηχητική υπόκρουση ένα διακριτικό, άρρυθμο τόνο από την 2σ ε 1 εξάτμιση, με το τελικό να βγαίνει κάτω και χαμηλά από την δεξιά πλευρά.

 

Αναλογικές αρετές και τεχνολογικά στολίδια

Υπάρχει μια απόλυτα γραμμική παροχή δύναμης μέχρι τον κόφτη στις 10.500 στροφές, και παρά το ότι ανεβάζει λίγο πιο γρήγορα στροφές μετά τις 7.000 (εκεί που αποδίδεται η μέγιστη ροπή και είναι λίγο πιο έντονη η επιτάχυνση), δεν μπορείς να το χαρακτηρίσεις ως "σκαλοπάτι" στην απόδοση.

Πάντως, λόγω της απουσίας του ηλεκτρονικού ελέγχου του γκαζιού (ο έλεγχος του γκαζιού γίνεται παραδοσιακά με ντίζα) δεν υπάρχουν διαθέσιμα riding modes ούτε traction control. Υπάρχει μόνο η επιλογή απενεργοποίησης του ABS της Bosch και στους δύο τροχούς για οδήγηση στο χώμα, οπότε και εμφανίζεται το εικονίδιο "Off-Road" στην οθόνη, σαν να έχεις επιλέξει ένα διαφορετικό, πιο φιλικό, power mode.

Μόνο που δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο –απλώς απενεργοποίησες το ABS! Η οθόνη όμως υποστηρίζει διασύνδεση μέσω Bluetooth με το τηλέφωνό σου, συν του ότι υπάρχει διπλή USB θύρα για φόρτιση και αισθητήρας πίεσης των ελαστικών.

Η μετάδοση με το κιβώτιο έξι σχέσεων, διαθέτει έναν FCC υγρό πολύδισκο συμπλέκτη ιαπωνικής κατασκευής, με πολύ θετική και ελαφριά λειτουργία –ξεχάστε τις κράμπες στο αριστερό σας χέρι ακόμη κι όταν το οδηγείτε στην κίνηση. Γι' αυτό το λόγο το X-Cape θα είναι πολύ φιλικό στις χαμηλές ταχύτητες για όλους τους αναβάτες ανεξαρτήτως επιπέδου εμπειρίας, με τις αναστροφές και τις μανούβρες να γίνονται παιχνιδάκι, παρά το μικρό κόψιμο του τιμονιού.

Αντίστοιχα φιλικό για τους λιγότερο έμπειρους –αλλά θα το εκτιμήσουν και οι πεπειραμένοι αναβάτες- είναι η εξαιρετική χαρτογράφηση του ψεκασμού. Δεν υπάρχει ίχνος απότομης αντίδρασης στο γρήγορο άνοιγμα του γκαζιού από τέρμα κλειστό, παρά μόνο μια ομαλή απόκριση που συμβάλλει στην αίσθηση του απόλυτου ελέγχου. Με την μέγιστη ροπή να αποδίδεται στις 7.000 στροφές και κατανεμημένη σε ένα μεγάλο εύρος, δεν υπάρχει λόγος να ανεβάσεις τις στροφές μέχρι τον κόφτη στις 10.500. Παρόλα αυτά, στον ανοιχτό δρόμο άλλαζα ταχύτητες στις 8.000 στροφές και ήμουν πάντα μέσα στην "γεμάτη" περιοχή της καμπύλης της ροπής.

Η θέση οδήγησης του X-Cape είναι σούπερ αναπαυτική, με την επίπεδη αλλά με μπόλικο αφρώδες σέλα να σε βάζει "μέσα" στην μοτοσυκλέτα και όχι "πάνω" της, ενώ υπάρχει και ικανοποιητικό, αλλά όχι ακριβώς μεγάλος, χώρος για τον συνεπιβάτη. Το μεταβλητής διατομής τιμόνι που εδράζεται σε καβαλέτα 60mm έχει σωστό σχήμα, με κλίση προς τον αναβάτη αλλά όχι τόσο που να φέρνει τα χέρια στο στήθος σου, δημιουργεί μια άνετη και όρθια θέση οδήγησης, με τα χειριστήρια να βρίσκονται εκεί που πρέπει.

Αν και η σέλα με ύψος 845mm μπορεί να… πέφτει λίγο ψηλή για μερικούς αναβάτες, έχει την τέλεια απόσταση για το δικό μου ύψος (1,80m), καθώς μπορούσα να πατήσω και τα δύο πόδια στο έδαφοις όταν σταματούσα στα φανάρια.

Στο δρόμο, η συμπεριφορά το X-Cape εμπνέει εμπιστοσύνη, εν μέρει λόγω της ισορροπημένης αίσθησης της μοτοσυκλέτας και εν μέρει λόγω της εξαιρετικής πρόσφυσης από τα Pirelli –ακόμη και υπό κλίση- παρά την διάσταση των 19 ιντσών του μπροστινού τροχού. Η κατευθυντικότητα έχει ακρίβεια, αν και είναι λίγο αργή, κυρίως λόγω του μεγάλου ίχνους το οποίο όμως αντισταθμίζεται από την σταθερότητα στις στροφές και στην οδήγηση στο χώμα, εκεί όπου χρειάζονται και τα 160mm της διαδρομής με απόλυτο όμως έλεγχο.

Σε τέτοιες συνθήκες είχα απροσδόκητα καλή πληροφόρηση από το πιρούνι της Marzocchi, και όποιος κατέληξε σε αυτές τις ρυθμίσεις ήξερε πολύ καλά τι έκανε, με το αμορτισέρ πίσω να είναι πιο ενδοτικό απ' ό,τι περίμενα.

Ο αναβάτης εξέλιξης της Morini, Gabriele Manzi, με τον οποίο οδηγήσαμε παρέα εκείνη την μέρα, μαζί με τους συναδέλφους του "έγραψαν" 30.000 χιλιόμετρα κατά την εξέλιξη της μοτοσυκλέτας. Αντιλαμβάνεσαι αμέσως ότι έκαναν καλά τη δουλειά τους, μέσα από την ποιοτική all-round προσωπικότητα που βγάζει μια μοτοσυκλέτα που κοστίζει κάτι παραπάνω από εφτά χιλιάδες ευρώ. Το ίδιο καλά έκαναν τη δουλειά τους ο Massimo Gustato και η μικρή του ομάδα των μηχανολόγων, που δεν θα σταματούσαν αν δεν πετύχαιναν τους στόχους τους.

Πάρτε για παράδειγμα το πίσω φρένο, το οποίο είναι άριστα σεταρισμένο για χρήση εκτός δρόμου, με αρκετό δάγκωμα, προοδευτικότητα και τόνους αίσθησης και ελέγχου. Δεν φτιάχτηκε έτσι. Κάποιος έπρεπε να δουλέψει πάνω στην επιλογή των τακακίων, στον μοχλισμό του λεβιέ, στην επιλογή των υλικών για την δισκόπλακα, για την αντλία κλπ. Μετά θα έπρεπε να κάνει συνεχόμενες δοκιμές μέχρι να βρει το σωστό σετάρισμα. Μικρά πράγματα με μεγάλο αντίκτυπο.

 

Value for money

Ο ανταγωνισμός ποτέ δεν ήταν τόσο σκληρός στην κατηγορία των adventure μεσαίου κυβισμού όσο είναι αυτή τη στιγμή, με υποψήφιους αγοραστές από όλα τα επίπεδα εμπειρίας και δυνατοτήτωννα έχουν μια πληθώρα επιλογών για να εκπληρώσουν το όνειρό τους να εξερευνήσουν τον κόσμο –ή την περιοχή γύρω τους… Με πολύ υψηλή ποιότητα κατασκευής και μια δυνατή ταυτότητα από τον σχεδιασμό του Lussiana, το Moto Morini X-Cape είναι εξίσου ικανό και ευχάριστο –καθώς και πρακτικό- στην οδήγηση, όσο οι μοτοσυκλέτες που κοστίζουν σχεδόν τα διπλάσια χρήματα από αυτό, και δεν είναι και τόσο όμορφες.

Προσφέροντας ένα πλήρως ρυθμιζόμενο μπροστινό από μια γνωστή φίρμα όπως η Marzocchi, σε μια μοτοσυκλέτα που κοστίζει όσο το Morini, είναι πραγματικά μια καλή αναλογία κόστους/αξίας, ειδικά με τα φρένα της Brembo, το ABS της Bosch και τα ελαστικά της Pirelli.

Εντάξει, δεν υπάρχει επιλογή για riding modes, αλλά δικαιολογείται το μεγαλύτερο κόστος του Aprilia Tuareg κατά 4.500 ευρώ, από το πλούσιο πακέτο των ηλεκτρονικών, το μικρότερο βάρος και τον πιο δυνατό κινητήρα; Διότι το Tuareg και το X-Cape τοποθετούνται ουσιαστικά στα αντίθετα άκρα της κατηγορίας των adventure 600-800cc, ενώ και τα δύο προτάσσουν πολύ σημαντικούς λόγους για να τα αγοράσει κανείς.

Παραδεχτείτε το, σε μια νίκη για τους υποψήφιους αγοραστές, έχετε το προνόμιο της επιλογής!

 

Του Alan Cathcart

Φωτό: Moto Morini/Giovanni Mitolo

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ               Moto Morini X-Cape

Αντιπρόσωπος:

KSR Hellas

Τιμή:

Από 7.690

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μεταξόνιο (mm):

1.470

Ύψος σέλας (mm):

845

Ίχνος (mm):

123

Γωνία κάστερ (˚):

25,5

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό τύπου "διαμάντι", με τον κινητήρα ενεργό μέλος του

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

213 / 232

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

18

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

83 x 60

Χωρητικότητα (cc):

649

Σχέση συμπίεσης:

11,3:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

59 / 8.750

Ροπή (kg.m/rpm):

5,7 / 7.000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

90,9

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα / -

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

3,6

3,9

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αμορτισέρ Kayaba

Διαδρομή (mm):

135

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

4.50 / x 17

Ελαστικό:

50/70-17 Pirelli Scorpion Rally STR

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 255mm με δαγκάνα δύο εμβόλων της Brembo και ABS Bosch 9.1Mb

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

160 / 50

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίων και αποσβέσεις επαναφοράς και συμπίεσης

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3.50 x 19

Ελαστικό:

110/80-19 Pirelli Scorpion Rally STR

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 298mm με δαγκάνες δύο εμβόλων της Brembo και ABS Bosch 9.1Mb