3ο Tourist Trophy Ψυχικού 2018

Τρέξαμε με την γρηγορότερη μοτοσυκλέτα της κατηγορίας και… χάσαμε!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

5/11/2018

Η ιστορία του πρώτου μεταπολεμικού αγώνα μοτοσυκλετών που έγινε στην Ελλάδα συνεχίζει να μας διδάσκει. Χάρη στις προσπάθειες του Τάκη Μαριολόπουλου που έχει ιδρύσει και το Μουσείο Κλασσικής μοτοσυκλέτας, όσο και στην ενεργή υποστήριξη του δήμου Ψυχικού, είχαμε την ευκαιρία να δούμε, να ακούσουμε (και εμείς προσωπικά να οδηγήσουμε) σπάνιες μοτοσυκλέτες, που συνήθως είναι κριμένες μέσα σε γκαράζ. Μοτοσυκλέτες που όχι απλώς συμβολίζουν μια εποχή, αλλά διδάσκουν στις νεότερες γενιές το πάθος, την θέληση και την χαρά της δημιουργίας των ανθρώπων που τις σχεδίασαν, τις κατασκεύασαν, αλλά και όσους τις συντηρούν και της οδηγούν. Ειδικά οι ιδιοκτήτες αυτών των μοτοσυκλετών σήμερα, που κάποιοι τους αποκαλούν λανθασμένα “συλλέκτες” είναι στην πραγματικότητα οι βιβλιοθηκάριοι της γνώσης του μοτοσυκλετισμού.

Με κόπο, χρόνο και πάρα πολλά έξοδα και στερήσεις, κρατάνε ζωντανή την ιστορία και όση αξία κι αν έχουν σε χρήματα αυτές οι μοτοσυκλέτες σήμερα, να είστε βέβαιοι ότι οι κάτοχοί τους έχουν ξοδέψει πολλά περισσότερα για να τις κρατάνε ζωντανές.

Τι είναι όμως αυτή η αναβίωση του TT Ψυχικού; Σίγουρα δεν έχει την μορφή που είχαν οι πρώτοι αγώνες που έγιναν εκεί, στους χωματόδρομους του Ψυχικού. Υπάρχει χρονομέτρηση και υπάρχουν ξεχωριστές κατηγορίες, όμως το πνεύμα της εκδήλωσης δεν είναι να δούμε ποιος θα φτάσει πρώτος στον τερματισμό. Στην πραγματικότητα είναι μια αφορμή, για να βγουν ξανά αυτές οι μοτοσυκλέτες στους δρόμους και να τις απολαύσουμε, είτε είμαστε θεατές, είτε είμαστε συμμετέχοντες. Η λογική της χρονομέτρησης είναι να διατηρήσεις έναν σταθερό ρυθμό για συνολικά έξι γύρους. Υπάρχουν τρεις κατηγορίες με βάσει την ηλικία της μοτοσυκλέτας που οδηγάς. Η κατηγορία με τα “σύγχρονα” είναι μοτοσυκλέτες της εικοσαετίας 1960-1979 και οι περισσότερες από αυτές έχουν μίζα και δισκόφρενα. Η μεσαία κατηγορία είναι μοτοσυκλέτες των  ‘50ies και η “κορυφαία” κατηγορία έχει μοτοσυκλέτες που πλησιάζουν χρονολογικά τις μοτοσυκλέτες που συμμετοχών στους πρώτους μεταπολεμικούς αγώνες του TT Ψυχικού.

Η δική μας συμμετοχή ήταν φυσικά στη μεσαία κατηγορία, χάρη στο δίχρονο MI-Val του 1954 που μας παραχώρησε από το μουσείο του ο Τάκης Μαριολόπουλος.

Το μηχανάκι αυτό είναι πραγματικά “όπλο” αφού η ιταλική εταιρεία MI-VAL γεννήθηκε και κατασκεύαζε τις μοτοσυκλέτες της σε δύο από τα εργοστάσια όπλων της Beretta στην Μπολόνια. Το όνομα MI-Val είναι από την σύσταση της εταιρείας  Company Industrial Minganti Valtrompia S.p.A  το 1950, κατασκευάζοντας το πρώτο δίχρονο 125 Tourismo, με επιρροές από το DKW RT 125 που ήταν μία από τις δημοφιλέστερες μοτοσυκλέτες της εποχής της. Η MI-VAL έγινε γνωστή με τις νίκες και την πολύ καλή της εμφάνιση στους αγώνες SIX DAYS, όπου κέρδισε το χρυσό μετάλλιο το 1954 και 1956.

Με τέτοιες αγωνιστικές περγαμηνές, η νίκη ήταν το λιγότερο που έπρεπε να κερδίσουμε με την συμμετοχή μας σωστά; Οπότε τέρμα γκάζι από την εκκίνηση! Βέβαια η αλήθεια είναι ότι δεν είχα και άλλη επιλογή, καθώς στη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα είχε αφαιρεθεί το ταχύμετρο, οπότε δεν είχα καμία πληροφορία για την ταχύτητα. Σκέφτηκα λοιπόν πως ο μόνος τρόπος να διατηρήσω σταθερό γυρολόγιο είναι να πηγαίνω όσο πιο γρήγορα γίνεται!

Πράγματι δούλεψε η στρατηγική, αφού η μέση ωριαία μου ήταν στα 52km/h στους περισσότερους γύρους. Έριξα γύρο σε όλους! Το πρόβλημα ήταν πως ο πρώτος γύρος που έκανα ήταν στα 43km/h και βάσει αυτού του γύρου έτρωγα τις ποινές στη διαφορά του χρόνου… όποτε καταλαβαίνετε γιατί τερμάτισα 24ος, όταν ο νικητής της κατηγορίας μου είχε μέση ωριαία 39-40km/h με την BSA του και ο δεύτερος με μια Harley Davidson είχε 34-35km/h.

Παρ’ όλα αυτά, στο τέλος της ημέρας πάλι κερδισμένος βγήκα. Όχι μόνο διότι η οδήγηση μιας παλιάς μοτοσυκλέτας είναι από τα πιο ψυχαγωγικά πράγματα που μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος, αλλά κυρίως για τους νέους φίλους και την παρέα που κάνεις σε τέτοιες εκδηλώσεις με σημαντικούς ανθρώπους. Κι αυτό το τελευταίο είναι ανεκτίμητο…      

 

 

Suzuka 8 Hours: Ο Johann Zarco μιλά για απίστευτα δύσκολες συνθήκες αγώνα

Η Honda HRC και ο Johann Zarco ήταν και πάλι στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου
Zarco
Από τον

Παύλο Καρατζά

5/8/2025

Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, οι Johann Zarco και Takumi Takahashi ανέβηκαν στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου της Suzuka 8 Hours, κατακτώντας παράλληλα την 4η συνεχόμενη νίκη της Honda HRC στον εμβληματικό αγώνα.

Η Honda επέλεξε να συμμετέχει με μόλις δύο αναβάτες την φετινή χρονιά, τους Johann Zarco και Takumi Takahashi. Η συγκεκριμένη επιλογή μόνο εύκολη δεν ήταν, καθώς το δίδυμο χρειάστηκε να οδηγήσει για σχεδόν τέσσερις ώρες ο καθένας σε σύγκριση με τις άλλες ομάδες που είχαν διαθέσιμους τρεις αναβάτες.

Η ομάδα της Honda κατάφερε να πάρει την καρό σημαία με διαφορά 34 δευτερολέπτων από την εργοστασιακή ομάδα Yamaha Racing Team.

Ο Johann Zarco δήλωσε: “Οι 8 ώρες Suzuka είναι ένας αγώνας που απολαμβάνω πολύ και το να βρίσκομαι στην καλύτερη μοτοσυκλέτα, μια μοτοσυκλέτα που είναι ευχάριστη να οδηγείς, είναι απολύτως σπουδαίο. Ταυτόχρονα, σήμερα ήταν τόσο, μα τόσο δύσκολο, σε απίστευτα δύσκολες συνθήκες. Κατάφερα να διατηρήσω τον έλεγχο στην πίστα, όπως περίμενα, αλλά η ξεκούραση μεταξύ των sessions ήταν πολύ πιο δύσκολη από ό,τι πίστευα. Στη συνέχεια, την τελευταία ώρα, βγήκε ένα αυτοκίνητο ασφαλείας και πρόσθεσε μερικούς επιπλέον γύρους στην τελευταία περίοδο που ήταν στην πίστα ο Takumi, γεγονός που μου έδωσε λίγο περισσότερο χρόνο για να ξεκουραστώ. Όταν ήρθε η στιγμή να οδηγήσω, βγήκε άλλο ένα αυτοκίνητο ασφαλείας και με βοήθησε να επανέλθω σιγά σιγά στο ρυθμό μου, οπότε τελικά όλα πήγαν πολύ καλά.”

Στην συνέχεια είπε πως ο Takumi ήταν πολύ δυνατός, ανεξάρτητα από την ζέστη. Το πλάνο ήταν καλό και τα επτά pit stops έκαναν την διαφορά. Είπε επίσης πως πέρυσι ο Takahashi πήρε την καρό σημαία, όμως φέτος ήταν προσχεδιασμένο να τελειώσει τον αγώνα ο ίδιος, το οποίο ήταν πραγματικά πανέμορφο. Η μοτοσυκλέτα έγινε πιο διαχειρίσιμη μόλις έπεσε η θερμοκρασία και η διαφορά των τριάντα δευτερολέπτων έδωσε στην ομάδα τους μία ασφάλεια. Μάλιστα δήλωσε πως η πίστα σε μερικά σημεία ήταν αρκετά σκοτεινή και δεν μπορούσε να κατέβει το 2:09, έτσι απόλαυσε την οδήγηση έως τον τερματισμό.