Yamaha XT500: Η μοτοσυκλέτα που έθεσε τα θεμέλια

Η on-off μίας ολόκληρης εποχής
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

4/5/2018

Το 1979, σε έναν αγώνα που πολύ γρήγορα θα γινόταν θρύλος, η Yamaha πραγματοποιούσε τον πρώτο της άθλο: Κέρδιζε το Paris – Dakar σε μία εποχή που η κατάταξη ήταν γενική, μπήκε δηλαδή νικήτρια μπροστά από τα ξακουστά Range Rover και τα Renault της εποχής, και μάλιστα έκανε το ένα-δύο στις νίκες! Την επόμενη χρονιά το Paris – Dakar θα έβλεπε το 40% περίπου των συμμετοχών των μοτοσυκλετών, να είναι με XT500 ενώ τα πράγματα ήταν ακόμα πιο εντυπωσιακά στην γενική κατάταξη: Τέσσερα XT500 κέρδιζαν τις πρώτες θέσεις!

Είχαμε γράψει στην ιστορία της Africa Twin, πως η Honda ξεκίνησε την εξέλιξη μίας μοτοσυκλέτας βλέποντας τις Yamaha να δημιουργούν πάταγο, και πήρε την απόφαση για ολική επίθεση την επόμενη χρονιά, με το BMW R80 G/S. Τότε ήταν που ξήλωσε το HRC και το κατέβασε για σχεδόν δύο χρόνια στην έρημο, ώστε να πάρει την νίκη το ’86, όταν είδε πως το XR550 δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στα BMW, για τρεις συνεχόμενες χρονιές. Πάμε όμως πίσω στο 1979 και το 1980, όταν η Yamaha ήταν η πρώτη που έφτιαχνε μία Adventure bike, μία μεγάλη τετράχρονη μοτοσυκλέτα, που ήταν μακριά από τα δεδομένα της εποχής και καλούσε τον κόσμο να δει την μοτοσυκλέτα διαφορετικά. Όπως προσωπικά μου έχει πει ο Hubert Auriol πριν από σχεδόν οκτώ χρόνια στην συγκέντρωση της BMW στο Garmisch-Partenkirchen, μία από τις συγκυρίες που η BMW κατέληξε με μία μοτοσυκλέτα σαν το R80 G/S ήταν το XT500 της Yamaha. Αν λοιπόν το R80 G/S είναι ο πρόγονος των on-off, τότε το XT500 είναι τα θεμέλια ολόκληρου του οικοδομήματος!

Για να φτάσει όμως το XT να γίνει η βάση όλων των Adventure μοτοσυκλετών, μέσα από την παρουσία του σε ένα Rally που γρήγορα θα γινόταν το δυσκολότερο του κόσμου, πέρασαν τέσσερα χρόνια με θητεία στην Αμερική. Κι αν στην από εκεί πλευρά του Ατλαντικού χρησιμοποιούταν καθαρά για οδήγηση στις αχανείς έρημες, χωμάτινες, ευθείες, στην Ευρώπη είχε ήδη απήχηση ως μία μοτοσυκλέτα για καθημερινή χρήση και εξορμήσεις. Χωρίς να παραβλέπουμε την φήμη του ως «σουζομηχανακι» που εκείνη την εποχή ταξίδευε στόμα με στόμα.

Yamaha Tenere 700 World Raid [video]: Εξέλιξη ανά την υφήλιο!

Ήταν η Yamaha Γαλλίας και ένας άνθρωπος συγκεκριμένα, που μετέφρασαν όλα τα παραπάνω πολύ διαφορετικά από οτιδήποτε άλλο έβλεπαν οι υπόλοιποι, αντικρύζοντας στο XT500 την πρώτη μεγάλη ευκαιρία να δει ο κόσμος την μοτοσυκλέτα, ως όχημα περιπέτειας. Εδώ χρειάζεται μία διευκρίνιση: Περιπέτειες με μοτοσυκλέτες ζούσαν τότε οι Ευρωπαίοι καθημερινά, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσει κανείς τις προηγούμενες ταραγμένες δεκαετίες των παγκόσμιων πολέμων. Ταξιδεύοντας με παχύ χιόνι στους -40 εφευρίσκοντας απίστευτα τεχνάσματα για να αποφύγουν τα κρυοπαγήματα, ή φορτώνοντας περιουσίες ολόκληρες σε μία σέλα, στοιβάζοντας μαζί τους τις ελπίδες για μία καλύτερη ημέρα..

Αυτό όμως που έκανε ο Jean-Claude Olivier, ο άνθρωπος που αργότερα θα γινόταν διευθυντής της Yamaha Γαλλίας, κι ένα από τα πιο σημαντικά στελέχη της Yamaha στην Ευρώπη, ήταν σε μία εποχή απίστευτων αλλαγών, στις αρχές της δεκαετίας του ’80 να δώσει στην μοτοσυκλέτα την εικόνα του συντρόφου στην περιπέτεια. Αντί για το μουλάρι που σε βοηθά στην δουλειά, γινόταν το ατίθασο άτι που οι υπόλοιποι θαύμαζαν και ονειρεύονταν να βρεθούν επίσης στην σέλα του, κι αυτό το κατάφερε με το XT500 σαρώνοντας το πιο σκληρό Rally του κόσμου! Ήταν επίσης η εποχή που το Paris – Dakar εμφανιζόταν στην τηλεόραση, κι έτσι το να βλέπει το γενικό κοινό μία μοτοσυκλέτα να υπερισχύει των αυτοκινήτων, έχτιζε ένα τεράστιο μύθο για τους δύο τροχούς, την Yamaha ειδικότερα και το XT500 πιο συγκεκριμένα!

Όταν το ’81 το Paris – Dakar μπήκε υπό την στέγη της FIM έχοντας περισσότερες συμμετοχές και φυσικά φέρνοντας το R80 G/S στο προσκήνιο που με περίσσεια δύναμης ισοπέδωνε τον ανταγωνισμό, η Yamaha προσπάθησε να απαντήσει. Έφερε το XT550 με το σύστημα YDIS (Yamaha Dual Intake System) όπου ένα δεύτερο καρμπυρατέρ φρόντιζε να δίνει πλουσιότερο μίγμα στις υψηλές στροφές, αυξάνοντας την δύναμη. Φυσικά αυτό δεν ήταν αρκετό απέναντι στον οδοστρωτήρα της BMW, ούτε για την απάντηση της Honda που στηρίχτηκε σε μία τόσο τεράστια επένδυση (κουβαλώντας το HRC στην άμμο). Για ολόκληρη την δεκαετία του ’80 η Yamaha δεν θα βρισκόταν στην κορυφή, όμως αυτό δεν την ένοιαζε ιδιαίτερα, ο θρύλος είχε ήδη δημιουργηθεί κι αυτό δεν άλλαζε εύκολα.

Μετουσιώνοντας την επιτυχία αυτή σε εμπορικό προϊόν, το ’82 έφερε το XT600 Tenere στο μεγαλύτερο –τότε- σαλόνι μοτοσυκλέτας στο Παρίσι που αμέσως έγινε επιτυχία και χρησιμοποιήθηκε από πολλούς αναβατές, ερασιτέχνες και μη, στο Paris – Dakar. Το XT600 Tenere ήταν τόσο μεγάλη εμπορική επιτυχία, εξαργυρώνοντας τον θρύλο από το XT550 χωρίς να χρειάζεται τις νίκες, έως ότου η Yamaha ετοίμασε την τρίτη γενιά, που για σχεδόν ολόκληρη την δεκαετία του ’90 ήταν η καλύτερη Adventure του κόσμου! Τα Yamaha YZE 750T και 850T ήταν κυρίαρχα για όλη την δεκαετία με τρία διαλείμματα, από το Cagiva Elephant 900 το ’90 και το ’94 κι από το BMW F650RR το ’99!

Μπορεί από τότε, η KTM να μην έχει αφήσει καμία ευκαιρία για επικράτηση άλλης ομάδας, επενδύοντας τεράστια ποσά στον πιο σκληρό αγώνα, ωστόσο δύσκολα σβήνεις τους πρώτους. Το XT500 και το XT550 έβαλαν τις βάσεις για το όνομα Tenere που αργότερα και για μία δεκαετία δεν σταματούσε να ακούγεται. Πάνω σε αυτά τα γερά θεμέλια, το νέο μεσαίο Tenere της Yamaha βρήκε –όπως όλα δείχνουν- το σωστό δρόμο. Διότι ενώ αρχικά η Yamaha έδειξε ένα πρωτότυπο που απλά έφερε το όνομα, στη συνέχεια άκουσε τον κόσμο κι έκανε κάτι εξίσου γενναίο που λίγες φορές έχει συμβεί στην μοτοσυκλετιστική ιστορία: Άλλαξε τελείως την μορφή του, σχεδιάζοντας από την αρχή ένα Tenere αντάξιο του ονόματος! Αυτό ακριβώς παραλίγο θα διαπιστώναμε αν ισχύει και στην πράξη, από τους πρώτους στον κόσμο, όταν η Yamaha σχεδίαζε να μας φέρει το πρωτότυπο στην Ελλάδα.

Χωρίς λοιπόν να το έχουμε οδηγήσει, αλλά παρακολουθώντας την εξέλιξή του και συνομιλώντας με τους ανθρώπους που το εξελίσσουν, η αναμονή θα πρέπει να κρίνεται βάσιμη και το τελικό αποτέλεσμα να την δικαιώνει…

 

Ετικέτες

Διόδια και προσωπικά δεδομένα: Μας απάντησαν τέσσερα χρόνια μετά!

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

14/11/2014

Ήταν αρχές του 2011, όταν οι εταιρίες παραχώρησης που εισπράττουν τα έσοδα των διοδίων τελών, άρχισαν να αποστέλλουν στην τροχαία τα στοιχεία των οχημάτων που δεν κατέβαλαν το τέλος διοδίων. Στις 5/1/2011 το περιοδικό MOTO στα πλαίσια έρευνάς του έκανε αίτηση στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ζητώντας να μάθει αν η Αρχή είναι σύμφωνη με την επεξεργασία δεδομένων από τις εταιρίες, και αν ναι, τα σημεία που βασίστηκε η γνωμοδότησή της. Η απάντηση της Αρχής μας ήρθε εχθές, 13/11/2014!

Το διάστημα αυτό των τεσσάρων χρόνων που χρειάστηκε για να μας απαντήσουν (τι είναι άλλωστε τέσσερα χρόνια μπροστά στην αιωνιότητα!), είναι ακόμα ένας τρόπος για να αντιληφθεί κανείς τις διαφορετικές ταχύτητες αντίδρασης με τις οποίες κινείται το ελληνικό δημόσιο σε ότι αφορά τους πολίτες, σε σχέση με τις ανώνυμες εταιρίες. Ευτυχώς που δεν μας είπαν, τέσσερα χρόνια μετά, «Θα το ψάξουμε και θα σας ενημερώσουμε», γιατί και αυτό δεν είναι δύσκολο για τα ελληνικά δεδομένα…

Σχετικά με τις κάμερες λοιπόν, και την διασταύρωση των στοιχείων που κάνουν οι ίδιες οι εταιρίες, έχοντας στα χέρια τους τις πινακίδες, αλλά και τους αριθμούς πλαισίου από το Υπουργείο Μεταφορών, η Αρχή είναι σύμφωνη. Μάλιστα, σύμφωνα με την νέα Οδηγία 1/2011 οι εταιρίες απλά χρειάζεται να γνωστοποιούν στην αρχή την λειτουργία του συστήματος, και την επεξεργασία των στοιχείων, καθώς αυτά δεν είναι «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα». Διαφορετική λοιπόν αντιμετώπιση για τα «προσωπικά δεδομένα» και για τα «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα». Ο αριθμός της πινακίδας ανήκει στα πρώτα, τα πρόσωπα των επιβαινόντων στο όχημα ανήκουν στα δεύτερα.

Όσο λοιπόν οι εταιρίες καταγράφουν πινακίδες ή αριθμούς πλαισίου (για να μην ξεχνάμε ότι στα σύγχρονα αυτοκίνητα αυτός είναι εμφανής από το παρμπρίζ) δεν χρειάζονται την αδειοδότηση της Αρχής. Οι ίδιες οι εταιρίες βέβαια, σε επιστολές τους προς τους πολίτες, λένε ότι έχουν την άδεια της Αρχής, οπότε και σε επιστολή της προς τις εταιρίες η Αρχή ζητά να αναφέρονται απλά στην Οδηγία 1/2011, χωρίς να λένε ότι αυτή «υπέχει θέση αδειοδότησης».

Εν ολίγοις, το ελληνικό δημόσιο έδωσε το δικαίωμα σε ιδιώτες ν’ αστυνομεύουν απευθείας πολίτες. Αφού ενσωμάτωσε την μη καταβολή αντιτίμου διοδίων, στις παραβάσεις του ΚΟΚ, έδωσε και το δικαίωμα στις εταιρίες να στέλνουν απευθείας πρόστιμα σε όσους δεν πληρώνουν διόδια. Με την προϋπόθεση ότι υπάρχει φωτογραφία της πινακίδας την στιγμή της παράβασης…

Βέβαια εδώ υπάρχει και κάτι άλλο, πολύ σημαντικό που οι εταιρίες προσπερνούν με διάφορους τρόπους:

«Ο Παραχωρησιούχος, μετά από παρέλευση 15 ημερών από την ημερομηνία βεβαίωσης της μη καταβολής, εντός των οποίων ο υπόχρεος θα δικαιούται να καταβάλει το οφειλόμενο τέλος με τον τρόπο που θα υποδείξει ο Παραχωρησιούχος, απαλλασσόμενος από κάθε άλλη επιβάρυνση, θα δικαιούται να ζητήσει και έκδοση διαταγής πληρωμής και για τα δύο αυτά ποσά με βάση την παραπάνω βεβαίωση»

Αν λοιπόν η εταιρία καταγράψει τα στοιχεία οχήματος που δεν πλήρωσε διόδια, τότε ο ιδιοκτήτης έχει 15 μέρες στη διάθεσή του να πληρώσει μονάχα τα διόδια, χωρίς κανένα απολύτως πρόστιμο (το οποίο είναι το 20πλάσιο του αντιτίμου). Βέβαια, σε όσες περιπτώσεις γνωρίζουμε εμείς, οι εταιρίες έχουν στείλει απευθείας "λογαριασμό" μαζί με το πρόστιμο.

Ακόμα όμως και αν εκδοθεί νόμιμα η διαταγή πληρωμής, τότε σύμφωνα με το άρθρο 272ΣΤ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας θα πρέπει να επιδοθεί εντός 30 ημερών αλλιώς παύει να ισχύει! Αν δηλαδή σας ψάχνουν και δεν σας βρίσκουν, τότε θα πρέπει να βγάλουν νέα διαταγή πληρωμής, νέα δικαστικά έξοδα κτλ… Η οποία διαταγή πληρωμής φυσικά, μπορεί και να ανακοπεί.

Στην απάντηση επίσης της Αρχής προς το MOTO, δεν αναφέρεται τίποτα για την κοινοπραξία ΟΛΥΜΠΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε., πρότερα γνωστή ως "Άπιον Κλέος Αυτοκινητόδρομος Α.Ε.". Δεν μας λένε αν έχει γνωστοποιήσει και η παραπάνω εταιρία την καταγραφή των στοιχείων των οχημάτων, ως οφείλει, πριν αρχίσει να τα επεξεργάζεται. Θα τους ρωτούσαμε για αυτή την παράλειψη, αλλά φοβόμαστε ότι θα περάσουν άλλα τέσσερα χρόνια μέχρι να μας απαντήσουν!

Ολόκληρη η απάντηση προς το περιοδικό:

(σημείωση: Το ερώτημα στάλθηκε στις 5/1/2011, αριθμό πρωτοκόλου πήρε στις 10/1/2011. Πέντε μέρες για να πρωτοκοληθεί, σχεδόν τέσσερα χρόνια για να απαντηθεί!)

Ετικέτες