Wheels & Waves 2017: Η μεγάλη γιορτή της μοτοσυκλέτας!

Οι custom έχουν την τιμητική τους

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/6/2017

Λίγοι στην Ελλάδα γνωρίζουν ότι συμβαίνει στην Γαλλία αυτές τις μέρες κάθε χρόνο μία μοτοσυκλετιστική συγκέντρωση με το όνομα Wheels and Waves, κι αυτοί δεν χρειάζονται καμία επεξήγηση, ή αναφορά στην ταυτότητα του φεστιβάλ. Όποιος έχει ακουστά το Wheels and Waves ξέρει ακριβώς γιατί συγκεντρώνονται κάθε χρόνο τόσες χιλιάδες μοτοσυκλετιστών στο ίδιο μέρος, όπως και γιατί υποστηρίζεται από τις εταιρίες –επίσημα σε κεντρικό επίπεδο- και γιατί μεγαλώνει με τεράστιο ρυθμό κάθε χρόνο!

Για την πλειοψηφία λοιπόν, το Wheels and Waves με το επεξηγηματικό του όνομα, συγκεντρώνει σε ένα θέρετρο των σέρφερ, -που όπως οι ίδιοι θέλουν να λένε είναι αντίστοιχο της Καλιφόρνια, συμπεριλαμβανομένου του ρυθμού ζωής- ένα πλήθος custom μοτοσυκλετών. Custom μοτοσυκλέτες, παραλία, κύματα, σανίδες σερφ και skateboard. Θα προλάβω τους συνειρμούς που αυτή την στιγμή ίσως να συμβαίνουν αυτόματα στο μυαλό, για να εξαιρέσουμε τον όρο hipster και τα ελληνιστί παράγωγά του. Το Wheels and Waves δεν μπορεί να μπει στα στενά πλαίσια τέτοιων όρων γιατί πολύ απλά δεν γίνεται να ομαδοποιήσεις μερικές χιλιάδες επισκεπτών, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων κρατούσε πάντα την ίδια στάση απέναντι στην μοτοσυκλέτα, ντυνόταν πάντα το ίδιο και συμπεριφερόταν το ίδιο, χρόνια πριν την εμφάνιση τέτοιων ορισμών και συγκεκριμένης μόδας. Ανεξάρτητα από το αν αρέσουν σε κάποιον οι custom μοτοσυκλέτες, αν εγκρίνει ή όχι κάποιες από τις κατασκευές που βλέπει ή και ολόκληρες κατηγορίες παρκαρισμένες στα ασφυκτικά γεμάτα πεζοδρόμια, θα πρέπει να δει το Wheels and Waves ως μία γιορτή της μοτοσυκλέτας, γυμνή από όλα τα μειονεκτήματα που ως λαός περιμένουμε να υπάρχουν, όταν ακούμε σε μία πρόταση μαζί, τις λέξεις γιορτή και μοτοσυκλέτα!

Το Χωριό του Wheels and Waves βρίσκεται μπροστά σε μία διαμορφωμένη παραλία που βρέχει ο Ατλαντικός με μεγάλα κύματα, μόλις είκοσι χιλιόμετρα από τα σύνορα της Γαλλίας με την Ισπανία, ή καλύτερα στην χώρα των Βάσκων, αφού δεν συμφωνούν όλοι οι κάτοικοι της περιοχής με τον παγκόσμιο χάρτη. Το Χωριό αποτελείται στη συντριπτική του πλειοψηφία από μεγάλες στρατιωτικές σκηνές που τοποθετεί η διοργάνωση για κάθε εταιρία ή κατάστημα, κατασκευές με κοντέινερ, καντίνες, βαγονάκια, τρόλεϊ και αχυρόμπαλες. Όλα τους τακτοποιημένα, όλα στο βαθμό του τόσο-όσο, χωρίς το μάτι σου να κουράζεται από ένα σκηνικό που τα έχει όλα, εκτός από πολυφωνία! Το χακί των σκηνών δένει με το πράσινο στο παχύ, καλοταϊσμένο από τις βροχές γρασίδι, που πατάς σε όλο το μήκος και πλάτος του χωριού, με τις σκηνές να μην ξεχωρίζουν από μακριά ποια εταιρία φιλοξενούν.

Πολύ μικρές ξύλινες ταμπέλες στο κέντρο κάθε σκηνής σε ενημερώνουν τι υπάρχει μέσα, αν δεν το έχεις ήδη καταλάβει από τις μοτοσυκλέτες μπροστά τους δημιουργώντας έτσι ένα απόλυτα ομοιόμορφο σκηνικό, την στιγμή που οι καντίνες καλύπτουν οτιδήποτε αποθηκεύεται εκτός, με αντίστοιχο χακί παραπέτασμα. Με τον τρόπο αυτό συνυπάρχουν όλοι, αλλά το μοναδικό που ξεχωρίζει πραγματικά είναι οι μοτοσυκλέτες! Μέσα στο Χωριό του Wheels and Waves θα δεις μερικά από τα πιο τρανταχτά παραδείγματα του customizing και σίγουρα κάθε μία από τις πιο ακριβές μοτοσυκλέτες που ίσως έχεις δει να συζητιούνται στα social media ή ακόμη καλύτερα έχεις προσέξει στους δρόμους στην ευρύτερη περιοχή της Biarritz.

Στον παράπλευρο με το χωριό δρόμο, εκατοντάδες μοτοσυκλέτες επισκεπτών θα αποτελούν μία κανονική έκθεση και την στιγμή που το ίδιο ακριβώς συμβαίνει στα πεζοδρόμια όλων των χωριών και των πόλεων της περιοχής, εκατέρωθεν των συνόρων μέχρι και μέσα στην Ισπανία! Εδώ κρύβεται το πραγματικό νόημα της ύπαρξης του φεστιβάλ, που με την σειρά του δεν περικλείεται σε κανόνες και ορισμούς:

Είτε έρθεις μόνος, είτε με παρέα μοτοσυκλετιστών, είτε σαν ζευγάρι απολαμβάνοντας ο καθένας την δική του θέα, το Wheels and Waves αφορά όλα όσα θα κάνεις στην διάρκεια των ημερών αυτών, όλα όσα θα ζήσεις, κι όχι απλά τις μοτοσυκλέτες έξω από τις τέντες, τα ακριβά μπλουζάκια και αξεσουάρ στα μαγαζιά, το γελοίως ακριβό φαγητό και την ζεστή μπύρα με τρία ευρώ το ποτήρι. Δεν θα πας στο Wheels and Waves μόνο για τις στρατιωτικές σκηνές και τις τέντες, ούτε και για τις ομολογουμένως εκπληκτικές συναυλίες τα βράδια, με την άψογη ηχητική εγκατάσταση. Είναι μεγάλο το ταξίδι για εμάς από την Ελλάδα μόνο για αυτό τον σκοπό. Στο φεστιβάλ αυτό που συγκεντρώνεται ο μοτοσυκλετισμός από ολόκληρη την Ευρώπη, θα πας με αφορμή τα παραπάνω και σκοπό να γίνεις μέρος μία μεγάλης γιορτής. Τον τρόπο που θα γίνεις τμήμα του Wheels and Waves θα πρέπει να τον βρεις ο ίδιος, γιατί είναι πραγματικά ένας ανάμεσα σε εκατοντάδες!

Το πιο ωραίο και συνάμα ανάμεσα στις σίγουρες επιλογές κάθε επισκέπτη, είναι να κάνει βόλτες μέσα στο χωριό, στον κάθετο προς την θάλασσα, παράπλευρο δρόμο, και έξω από όλα τα μαγαζιά της περιοχής, χαζεύοντας μοτοσυκλέτες, την δουλειά που έχουν για να φτάσουν στο σημείο που έχουν, ή και την προχειρότητα που εκπέμπουν, να πάρεις θετικά αλλά και αρνητικά, -προς φυγή- παραδείγματα. Σαν διαφορετικά, ζωντανά κανάλια του Youtube που για κάθε δεκάλεπτο που παρακολουθείς, ανεβαίνουν ώρες ολόκληρες από νέο υλικό, δεν γίνεται να παρατηρήσεις κάθε μία μοτοσυκλέτα επισταμένα. Σαν τον αρκούδο μπροστά σε λίμνη γεμάτη με μέλι, που έχει συνηθίσει μονάχα σε μικρές δόσεις λιχουδιάς κρυμμένες στο δάσος, θα τσαλαβουτάς δεξιά και αριστερά με γουρλωμένα μάτια χωρίς να ξέρεις που θα πρωτο-κοιτάξεις. Για τους πραγματικούς λάτρεις του customizing δεν χρειάζεται και ούτε υπάρχει χρόνος για κάτι περισσότερο.

Όμως το Wheels and Waves είπαμε πως είναι για όλους κι έχει τόσα πράγματα να κάνει κανείς με αφορμή τις μοτοσυκλέτες! Από τα κύματα του Ατλαντικού στην παρακείμενη άψογα διαμορφωμένη παραλία - και τις διπλανές της, νοικιάζοντας σανίδες του σερφ για μία ακόμη, ή την πρώτη εμπειρία με το άθλημα, μέχρι την εξερεύνηση της ακτογραμμής της πανέμορφης –τακτοποιημένης- παραλιακής πόλης και τα κρυφά πάρτι έχεις πολλά να κάνεις πριν από το δεύτερο καλύτερο μετά το οφθαλμόλουτρο. Ατέλειωτες βόλτες στα γραφικά Πυρηναία, οδηγώντας στην εκπληκτική άσφαλτο σε μία περίοδο που συντρέχουν δύο μοναδικές συγκυρίες: Οι τουρίστες δεν έχουν ακόμη κατακλύσει το μέρος και η αστυνομία κατεβάζει το απόλυτο σημείο συναγερμού που διατηρεί στους δημόσιους δρόμους, κάνοντας τα στραβά μάτια και τα κλειστά αυτιά, σε δυνατές εξατμίσεις και στο άνοιγμα του γκαζιού. Η περιοχή είναι από τις ομορφότερες της Γαλλίας, κι αν η βόλτα σου σε οδηγήσει μέσα σε ισπανικό έδαφος, τότε θα συνεχίσεις στην ίδια ομορφιά τοπίου, αλλά σε λιγότερο όμορφες πόλεις, έως και αρκετά λιγότερο. Το πιθανότερο είναι να μην προσέξετε την ταμπέλα που ενημερώνει πως τα σύνορα έχουν αλλάξει, οπότε η εμφάνιση σπιτιών και δρόμων, είναι το καλύτερο στοιχείο.

Αμέτρητοι λόγοι να επισκεφτείς το Wheels and Waves, όμως τι θα πρέπει να περιμένει όποιος πηγαίνει εκεί;

Παρασκευή και Σάββατο είναι οι μέρες που συγκεντρώνεται η δράση στο χωριό, με τον κόσμο κυριολεκτικά να το πλημμυρίζει το Σάββατο, ξενυχτώντας έπειτα σε κάποιο από τα πάρτι της ευρύτερης περιοχής. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η Κυριακή να είναι η πιο ήσυχη μέρα, ενώ μετά τις 18:00 τα πάντα ξεστήνονται και το μόνο που μαρτυρά τι είχε προηγηθεί, είναι το πατημένο γρασίδι.

Σε αυτό το φεστιβάλ δεν πηγαίνεις για να θαυμάσεις τις σκηνές των εταιριών, αλλά για να γίνεις μέρος μία μεγάλης γιορτής. Τον τρόπο που θα γίνεις τμήμα του Wheels and Waves θα πρέπει να τον βρεις ο ίδιος, γιατί είναι πραγματικά ένας ανάμεσα σε εκατοντάδες επιλογές!

Στο Wheels and Waves όμως, δεν συγκεντρώνονται μερικές χιλιάδες μοτοσυκλετιστών για να γυρνάνε δύο μέρες ανάμεσα στις σκηνές εκστρατείας, αλλά είναι η αφορμή όπως είπαμε για βόλτες πολλών χιλιομέτρων και για την συμμετοχή σε όλες τις δράσεις. Η έκθεση στον San Sebastian και ο «αγώνας» / «οργανωμένη κόντρα», το Punks Peak είναι δύο από αυτές τις δράσεις που συμβαίνουν μακριά από το Wheels and Waves στο έδαφος της Ισπανίας, και συγκεντρώνουν χιλιάδες μοτοσυκλέτες! Η Έκθεση στην Ισπανική πόλη αξίζει οπωσδήποτε την επίσκεψη, με την δωρεάν είσοδο σε αυτή να εξασφαλίζει το ειδικό βραχιολάκι για το Χωριό. Μοναδικές Custom μοτοσυκλέτες, που δεν θα είναι όλες τους στο Χωριό, αποτελούν την δικαιολογία και μόνο για την οδήγηση μέχρι εκεί μέσα από πανέμορφες διαδρομές. Την Παρασκευή δεσπόζει στο πρόγραμμα το Punks Peak, επίσης σε Ισπανικό έδαφος, σχετικά κοντά στο San Sebastian, σε μία μαγική τοποθεσία πάνω στο βουνό που ο δρόμος κλείνει για να γίνει η κόντρα.

Για να φτάσει κανείς στην εκκίνηση, θα πρέπει να περπατήσει υπερβολικά, καθώς οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα παρκάρουν κατά μήκος του δρόμου, σχηματίζοντας μία ουρά μεγαλύτερη των δύο χιλιομέτρων. Χωρισμένες σε κατηγορίες, μερικές από τις πιο όμορφες μοτοσυκλέτες του φεστιβάλ διαγωνίζονται στην εκκίνηση του Punks Peak με το πρώτο συνθετικό της ονομασίας του να δικαιολογείται από την εμφάνιση των συμμετοχών στην κατηγορία των 50αριών και εκείνη των κριτών. Αμφότεροι ντυμένοι με στολές, όλες αυτοσχέδιες, όλες τους αστείες, δίνουν την εκκίνηση του Punks Peak. Φέτος η Yamaha είχε εμπλακεί ενεργά στον αγώνα του Wheels and Waves, δημιουργώντας μία κατηγορία για όλες τις Yardbuilt μοτοσυκλέτες που αγωνίστηκαν η μία απέναντι στην άλλη. Μέχρι νωρίς το απόγευμα που ολοκληρώνεται ο αγώνας και ανοίγει ο δρόμος, το βουνό σείεται από τους ήχους των εξατμίσεων, ενώ φέτος έλαμψε μία πρωτότυπη ηλεκτρική μοτοσυκλέτα και μία custom Indian Scout με νίτρο στην τροφοδοσία και αναβάτη την Katja Poensgen, την πρώτη γυναίκα που μπήκε στα 250GP και με τεράστιες αγωνιστικές περγαμηνές. Ήξερε λοιπόν πολύ καλά πώς να επικρατήσει στην τεθλασμένη ευθεία των τετρακοσίων μέτρων!

Από το απόγευμα της Παρασκευής και μετά, η δράση επιστρέφει στο Χωριό με δυνατές συναυλίες, ενώ ο πραγματικός πανικός επικρατεί την επόμενη μέρα, το Σάββατο. Είναι η πιο κατάλληλη μέρα για να θαυμάσεις αμέτρητες custom μοτοσυκλέτες που καταλαμβάνουν κάθε γωνιά έξω από το Χωριό του Wheels and Waves, να προσπαθήσεις να προσέξεις λεπτομέρειες σε όσες από αυτές προλάβεις –πράγμα αδύνατο- και φυσικά είναι η καταλληλότερη μέρα για να στριμωχτείς στον χώρο του Wheels and Waves που είναι ασφυκτικά γεμάτος. Την Κυριακή είναι η μέρα με τον λιγότερο κόσμο, η ημέρα που μπορείς να παζαρέψεις την τιμή στα ακριβά T-Shirt, και να φωτογραφίσεις με μεγαλύτερη άνεση τις καλύτερες των custom μοτοσυκλετών, μέχρι νωρίς το απόγευμα που το Χωριό ξεστήνεται…

Στο φετινό Wheels and Waves κυριάρχησε η Yamaha που μετέφερε τον διαγωνισμό Yardbuilt στους κόλπους του φεστιβάλ, αναλαμβάνοντας μάλιστα να χορηγήσει και το Punks Peak. Η BMW που πέρσι είχε δείξει αποκλειστικά εκεί δύο πρωτότυπα, φέτος αποφάσισε να φέρει το «ιστορικό» της τμήμα, κουβαλώντας μερικές πανάκριβες και σπάνιες μοτοσυκλέτες, όπως και μοναδικά roadster. Η Ducati παρουσίασε δύο μοναδικά Scrambler που πήγαν οδικώς από την Ιταλία, μία έκδοση Mach 2.0 και νέα γραφικά της Full Throttle, ενώ παράλληλα είχε μερικές μοναδικές custom από συνεργάτες της.

Η Honda είχε τρεις μοναδικές custom, με τις εντυπώσεις να κλέβει η εξακύλινδρη CBX και έπειτα να ξεχωρίζουν τα CX500 και CB500. Η Royal Enfield, η Harley Davidson και η Indian είχαν τον περισσότερο χώρο και την καλύτερη προβολή στο φεστιβάλ, με την Royal Enfield να έχει απίστευτες custom μοτοσυκλέτες, πλήρως αγνώριστες σε σημείο που ακόμα και το εκπαιδευμένο μάτι θα δυσκολευόταν να ξεχωρίσει την μάρκα, αν δεν γραφόταν με μεγάλα γράμματα σε κάθε μία από αυτές. Η Indian έκλεβε την παράσταση, έχοντας πολλαπλή παρουσία, τόσο σε σκηνές όπως οι Ducati, Honda, Yamaha, BMW, όσο και με μία τεράστια κατασκευή με τον γύρο του θανάτου, που έφερνε το όνομά τους. Το υπέροχο της υπόθεσης, είναι πως στις παλιές Indian που έπαιρναν μέρος στον Γύρο του Θανάτου, είχαν ένα πολύ έξυπνα τοποθετημένο kill switch, που φρόντιζαν να το πατούν ανά τακτά χρονικά διαστήματα κάνοντας δυνατά σκασίματα στην εξάτμιση, με τον κόσμο να ζητωκραυγάζει θεωρώντας πως η μοτοσυκλέτα θα σβήσει από στιγμή σε στιγμή. Κυριαρχώντας και στο Punks Peak με την «νιτραρισμένη» Scout που είχε ετοιμάσει ο Σουηδός αντιπρόσωπος και οδηγούσε η Γερμανίδα Poensgen, όπως είπαμε παραπάνω, η Indian είχε μία τεράστια παρουσία στο Wheels and Waves.

 

Φυσικά για την Ελλάδα το πιο σημαντικό ήταν συμμετοχή στον διαγωνισμό Yardbuilt με μία μοτοσυκλέτα εξολοκλήρου κατασκευασμένη εδώ, από την Jigsaw Customs του Πέτρου Χατζηροδέλη με την υποστήριξη του MOTO και της Yamaha Μοτοδυναμικής. Ήταν τόσο μεγάλος ο αντίκτυπος στο Wheels and Waves που φτάσαμε στο σημείο να έρχεται μόνος του ο Randy Mamola, ζητώντας μας την μοτοσυκλέτα για τις ανάγκες ενός διαφημιστικού με την Alpinestars! Η αποθέωση του “The Slider” ήταν μία μικρή έκπληξη καθώς ξεπερνούσε κάθε προσδοκία μας!

 

 

 

Το Wheels and Waves επισκέπτονται λίγοι Έλληνες και ελπίζουμε πως στο μέλλον θα βλέπουμε και περισσότερους. Διότι αποτελεί μίας πρώτης τάξης παράδειγμα για το πώς μπορούν να συνυπάρχουν ετερόκλητοι αναβάτες σε πλήρη αρμονία. Φεύγοντας από την φετινή Πανελλήνια Συγκέντρωση Μοτοσυκλετιστών, ο κεντρικός δρόμος ήταν γεμάτος με σημάδια από λάστιχα, κηλίδες αίματος από τα σοβαρά ατυχήματα που συνέβησαν εκεί και τεράστιους όγκους σκουπιδιών εκατέρωθεν. Φεύγοντας από το Punks Peak στην κορυφή του βουνού, κι ενώ τους περίμενε ένας ποδαρόδρομος περίπου δύο χιλιομέτρων μέχρι τις μοτοσυκλέτες τους, οι θεατές μάζευαν κάθε σκουπίδι από το λιβάδι που καθόντουσαν. Δύο απλά παραδείγματα που φανερώνουν την τεράστια διαφορά πολιτισμού που μας διακρίνει, πριν ακόμα συζητηθεί το παραμικρό περί μοτοσυκλετιστικής κουλτούρας…

φεύγοντας όλοι μάζευαν κάθε μικρό και μεγάλο σκουπίδι, αφήνοντας το λιβάδι κατά πράσινο όπως το βρήκαν, σε αντίθεση με την ελληνική παράδοση

 

Δείτε το Wheels and Waves μέσα από μία μεγάλη έκθεση φωτογραφιών:

 

Ετικέτες

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/10/2025

Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!

Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.

Super Sic 58 – The Legacy
Ονοματεπώνυμο: Marco Simoncelli
Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250
cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες:
Matteoni Racing, Metis Gilera, San Carlo Honda Gresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)

Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας

Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.

Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.

Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.

Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!

ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!

Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)

Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.

Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.

Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.

Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα

Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.

Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.

Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.

Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:

“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”