Ducati Multistrada 620 2005 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

30/8/2010

Μπορεί η αισθητική των Multi να μη συγκίνησε πολλούς, αλλά ποτέ κανείς δεν αμφισβήτησε τις ικανότητές τους. Ειδικά για την έκδοση των 620 κυβικών εκατοστών! [blockquote]Ναι…
Στον χρηστικό χαρακτήρα
Στις ταξιδιωτικές του ικανότητες
Στα σπορ χαρακτηριστικά του
Όχι…
Στην άκαμπτη αίσθηση στις χαμηλές ταχύτητες
Στο εξηντάρι μπροστινό ελαστικό
Στη μη-ρυθμιζόμενη μανέτα του συμπλέκτη
Γιατί…
Γιατί είναι το πιο σπορ από όλα τα on-off μεσαίου κυβισμού, χωρίς να θυσιάζει το παραμικρό από τις ταξιδιωτικές του ικανότητες
Τι να προσέξετε
Πέρα από τους τυπικούς ελέγχους για πτώσεις και κακή συντήρηση, μια προσεκτική ματιά στις φλάντζες των κυλίνδρων για διαρροές λαδιού είναι απαραίτητη[/blockquote]
Μόλις λίγα χρόνια μετά την κυκλοφορία του Multistrada 1000DS, το ιταλικό εργοστάσιο παρουσίασε μια έκδοση μεσαίου κυβισμού, για τους λάτρεις των on-off με τροχούς δεκαεπτά ιντσών, ή αλλιώς των “ψηλών” street. Το θετικό στην όλη υπόθεση, δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι καλύφθηκε ένα κενό στη γκάμα της Ducati, αλλά κυρίως το ότι η νέα έκδοση ήταν μια ολοκληρωμένη και δελεαστική πρόταση.
Με τον κινητήρα να έρχεται αυτούσιος από το μικρό Monster, όπως και το ψαλίδι, το ιταλικό εργοστάσιο κατάφερε να κρατήσει σχετικά χαμηλά το κόστος παραγωγής του μικρού Multi, κατασκευάζοντας μία από τις πιο φιλικές και χρηστικές μοτοσυκλέτες της γκάμας της. Ο ρόλος του, πολύπλευρος, όπως δηλώνει και το όνομά του. Από καθημερινό μέσο μετακίνησης ως και ταξιδιωτικό όχημα μεγάλων αποστάσεων. Αρκετά “μουράτο” για νυχτερινές εξόδους και πλέον του δέοντος σπορ, για κάθε είδους στροφιλίκι. Ένα γνήσιο Ducati άλλωστε, οφείλει να έχει έντονο σπορ χαρακτήρα.
Παρότι είναι μικρό σε μέγεθος, έχει υπεραρκετό χώρο για αναβάτη και συνεπιβάτη, ακόμα και για ταξίδια μεγάλων αποστάσεων. Το μόνο που προβληματίζει είναι η έλλειψη χώρου για τις αποσκευές, οπότε ένα σετ πλαϊνών σακιδίων και μπαγκαζιέρας είναι τουλάχιστον απαραίτητο. Σύντροφος στο ταξίδι είναι η καλή κάλυψη από τη ζελατίνα, οι έλλειψη κραδασμών, και ο ζωντανός κινητήρας που εξασφαλίζει ταχύτητα ταξιδιού πάνω από τα εκατόν πενήντα χιλιόμετρα την ώρα.
Το πλαίσιο είναι γνήσιος εκπρόσωπος της φιλοσοφίας της Ducati. Στιβαρό αλλά όχι άκαμπτο, θα διαχειριστεί κάθε απότομο χειρισμό και κάθε “τσαμπουκά” από τον αναβάτη, χωρίς να δυσανασχετήσει. Η λέξεις “πλεύση” και “ασάφεια” απουσιάζουν από το λεξιλόγιό του. Το πιρούνι είναι λίγο πιο σφιχτό από όσο θα έπρεπε, ειδικά σε συνδυασμό με το χαμηλού προφίλ εμπρός ελαστικό, το οποίο αρνείται να διαβάσει τις μικρο-ανωμαλίες του δρόμου με λίγα χιλιόμετρα.
Αντίθετα, μόλις η ένδειξη στο κοντέρ πλησιάσει τα τριψήφια νούμερα, το όλο σύστημα (πλαίσιο - πιρούνι - ψαλίδι - αμορτισέρ) λειτουργεί άψογα. Ο μονόδρομος APTC συμπλέκτης της, εκτός απ’ το ότι είναι ήσυχος στη λειτουργία του (σε αντίθεση με τον ξηρό του 1000), μειώνει τις αναπηδήσεις του πίσω τροχού στα απανωτά κατεβάσματα. Η μανέτα έχει ελαφριά αίσθηση, αλλά απομονώνει ψηλά και θέλει χρόνο εξοικείωσης -ειδικά για “δικάβαλες” εκκινήσεις σε ανηφόρα.
Μέσα στην πόλη είναι σβέλτο και η αίσθησή του είναι πραγματικά ελαφριά, παρά τα 201 (“γεμάτα”) κιλά του. Το μόνο κακό είναι ότι το τιμόνι, βρίσκεται στο ύψος των καθρεφτών των αυτοκινήτων -οπότε θέλει λίγη προσοχή στους μποτιλιαρισμένους δρόμους. Η καθαρή λειτουργία του κινητήρα, εξασφαλίζει κίνηση με ροή ακόμα και με πολύ μικρές ταχύτητες, ενώ ο κινητήρας ανεβάζει γραμμικά και ευχάριστα από τις 2.000 στροφές μέχρι και τον κόφτη.
Από τα φρένα απουσιάζει το έντονο αρχικό δάγκωμα, ανάγοντας το σε φιλικό για νέους αναβάτες και ιδανικό για γυαλιστερούς και βρεγμένους δρόμους. Προσοχή θέλουν οι καθρέφτες-φλας που είναι ευαίσθητοι στα χτυπήματα, αλλά παρέχουν ικανοποιητικό οπτικό πεδίο -και μόνο γύρω στις 3.000 στροφές θα συντονιστούν αλλοιώνοντας την εικόνα.
Η συνολική εντύπωση από το μικρό Multi είναι πραγματικά θετική, με πολλά δυνατά σημεία, όπως η ευκολία χειρισμού, η πολύ καλή οδηγική συμπεριφορά, ο πολυχρηστικός χαρακτήρας και άλλα, ενώ ελάχιστα είναι τα αρνητικά. Μάλιστα, είναι τόσο μικρής σημασίας, που απλά αδιαφορείς για την ύπαρξή τους. Η τιμή του ως μεταχειρισμένο κυμαίνεται από 6.000 έως και 7.500 ευρώ, πράγμα που το ανάγει σε μια εξαιρετική πρόταση για all around μοτοσυκλέτα. Επίσης υπάρχει ένα μικρό στοκ στην αντιπροσωπεία, με τιμή 8.980 για τη νορμάλ έκδοση και 8.480 ευρώ για την Dark.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος διβάλβιδος, αερόψυκτος, V2 90ο , με δεσμοδρομικό σύστημα βαλβίδων
Χωρητικότητα (cc): 618
Σχέση συμπίεσης: 10,5:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marellli με δύο σώματα 45mm
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, slipper APTC, με υδραυλική υποβοήθηση
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,85
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,46 2: 1,66 3: 1,33 4: 1,13 5: 1,00 6: 0,92
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 3,20 (15:48)
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, χωροδικτύωμα, με σωλήνες κυκλικής διατομής
Βάρος κενή (kg): 183
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 15 / 4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι της Marzocchi
Διαδρομή (mm): 145
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 121
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι ημίπλευστοι 300mm, με δαγκάνες δύο εμβόλων της Brembo
Πίσω: Ένας δίσκος 245mm, με δαγκάνα δύο εμβόλων της Brembo
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Χυτή αλουμινίου 3,5 x 17’’
Ελαστικό: 120/60-17
Πίσω
Ζάντα: Χυτή αλουμινίου 4,5 x 17’’
Ελαστικό: 160/60-17
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ (sec)
0-100m: 5,5
0-400m: 12,91
0-100km/h: 4,5
0-150km/h: 9,54
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 6,71
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 223
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 59,3 / 8.700
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,4 / 5.300
Αν και στο διάγραμμα της ιπποδύναμης, παρατηρείται μία “κοιλιά” στην καμπύλη στις 7.000 περίπου στροφές, αυτή δεν γίνεται αισθητή στον δρόμο. Η μέγιστη τιμή των 59,3 ίππων αποδίδεται στις 8.700 στροφές, ενώ μένει πάνω από τους 55 ίππους έως και τον κόφτη στις 10.500. Η δε καμπύλη της ροπής, παρά την όχι γραμμική μορφή της, βρίσκεται πάνω από τα τέσσερα χιλιογραμμόμετρα σε όλο το φάσμα των στροφών.

Triumph Bonneville 2001 - 2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/8/2010

Η σύγχρονη Bonneville παρουσιάστηκε το 2001 από την Triumph και έμεινε έως και το 2006 στην παραγωγή δίχως αλλαγές. Αναφέρουμε τον χαρακτηρισμό σύγχρονη γιατί η Bonneville υπήρχε από το 1959 στην γκάμα της εταιρείας...
[blockquote]Ναι...
Για όσους θέλουν να χαίρονται κάνοντας ωραίες βόλτες
Όχι...
Για όσους δεν ενδιαφέρονται για οτιδήποτε θυμίζει το παρελθόν
Γιατί...
Έχει ιδιαίτερη εμφάνιση, και μοναδικό χαρακτήρα χάρη στην απόδοση του κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η αξιοπιστία και η… στεγανότητα του κινητήρα έχει αποδειχθεί, οπότε εάν συναντήσετε κάποια με μηχανικούς θορύβους ή διαρροές αποφύγετέ την. Η παραμονή της κοντά σε θάλασσα αφήνει σημάδια οξειδώσεων, ενώ μια παραπάνω προσοχή χρειάζεται στο εσωτερικό του ταχύμετρου[/blockquote]
Για την αναβίωση της μοτοσυκλέτας επιλέχθηκε να κατασκευαστεί από την αρχή ένας κινητήρας αποκλειστικά για αυτήν. Ένας κινητήρας σύμφωνος με την βρετανική παράδοση και έτσι για την Bonneville φτιάχτηκε ένας αερόψυκτος δικύλινδρος κινητήρας, αποκλειστικά για αυτήν. Μάλιστα τα δυο του έμβολα ανεβοκατεβαίνουν μαζί και η ανάφλεξη γίνεται ταυτόχρονα και στους δυο κυλίνδρους, χάρη στον στρόφαλο των 360ο. Είναι σαν να έχει δυο μονοκύλινδρους ενωμένους, και ο σκοπός τους ήταν να δημιουργηθεί μια μοναδική αίσθηση για να απολαμβάνει ο αναβάτης. Είναι γνωστό ότι μεγάλο μέρος της αξίας και της σημασίας μιας μοτοσυκλέτας οφείλεται στον κινητήρα της, και αυτό ακριβώς συμβαίνει με τη Bonneville. Ο δικύλινδρος με τα 790 κυβικά κυριαρχεί και οπτικά, πάνω στη μοτοσυκλέτα. Έχει μεγάλο μέγεθος και δυο αντικραδασμικούς άξονες, απαραίτητους για να φιλτράρουν τους πολλούς κραδασμούς που δημιουργεί αυτή η διάταξη του στροφάλου.
Εξωτερικά, ο κινητήρας είναι ιδιαίτερα φροντισμένος με καμπύλα και γυαλισμένα καπάκια, την έξοδο της κίνησης από τη δεξιά μεριά, στοιχεία που έκριναν απαραίτητα οι στυλίστες για την αναβίωση της μοτοσυκλέτας. Μετά τον κινητήρα ήρθε η σειρά του πλαισίου για να θυμίζει όσο γίνεται περισσότερο με τις μοτοσυκλέτες της δεκαετίας των ’60. Ένα ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο, βαμμένο μαύρο, με έναν ισχυρό σωλήνα να περνά πάνω από τον κινητήρα, χωρίζεται σε δύο εμπρός από αυτόν και συνεχίζει ισχυρό μέχρι το πίσω μέρος όπου δυο αμορτισέρ αναρτούν τον πίσω τροχό.
Η Bonneville είναι αρκετά βαριά, με τη σέλα της να είναι ίσια, το μεταξόνιό της μεγάλο, η γεωμετρία του μπροστινού αργή και ο εμπρός τροχός έχει τη μεγάλη διάμετρο των 19 ιντσών. Μόλις πάρει μπροστά ο κινητήρας και αρχίσει η μοτοσυκλέτα να κινείται ο αναβάτης της αρχίζει να νιώθει τη μοναδική αίσθηση που μεταφέρει αυτή η μοτοσυκλέτα. Είναι πολύ εύκολη στην οδήγηση και ο κινητήρας της είναι βελούδινος στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. Εάν οι στροφές του ανέβουν πάνω από τις 5.500, οι κραδασμοί αρχίζουν να εμφανίζονται ειδοποιώντας τον αναβάτη ότι δεν έχει σχεδιαστεί για τέτοια. Η μοτοσυκλέτα αυτή στρίβει αρχοντικά και μαγεύει πραγματικά τον αναβάτη της όταν την οδηγεί σε ρυθμό βόλτας. Σε επαρχιακούς δρόμους είναι απολαυστική με τον κινητήρα να αποδίδει σχεδόν σταθερή ροπή από τις δυο χιλιάδες στροφές και πάνω, προσφέροντας ένα δυνατό και συνεχές τράβηγμα. Η μοτοσυκλέτα αυτή έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και απαιτεί κάποια προσαρμογή του αναβάτη σε αυτά. Η υποστροφή της εμφανίζεται όταν πιέζεται, αλλά η μοτοσυκλέτα αυτή δεν έχει φτιαχτεί με σκοπό να πιέζεται. Θέλει τον τρόπο της και τότε ανταμείβει προσφέροντας το δικό της ιδιαίτερο και μοναδικά απολαυστικό χαρακτήρα της. Από την άλλη είναι αρκετά εύκολη, ώστε να κυκλοφορεί και καθημερινά στην πόλη, δίχως να δυστροπεί ή να κουράζει τον αναβάτη της. Τα χειριστήρια είναι μαλακά και εύκολα και ο ήχος από τις εξατμίσεις ένας ευχάριστος σύντροφος. Η Triumph έφτιαξε αυτή τη μοτοσυκλέτα χωρίς να κάνει οικονομία στα υλικά ή στο φινίρισμα, κάτι που έχει και αντανάκλαση και στην τιμή της. Ακόμη και σαν μεταχειρισμένη κρατά σχετικά υψηλή τιμή.
Κατά τη διάρκεια των ετών που παραγόταν η Triumph δεν την άλλαξε καθόλου, αλλά μεγάλωσε συνεχώς την γκάμα του προαιρετικού εξοπλισμού, κάτι που επιτρέπει την ατέλειωτη διαμόρφωσή της. Μετά το 2006 ο κινητήρας απέκτησε περισσότερα κυβικά, το 2008 απέκτησε ψεκασμό και από το 2009 άλλαξαν και οι ζάντες κάνοντάς την πιο κατάλληλη για τη πόλη. Η πρώτη όμως Bonneville της σύγχρονης εποχής είναι για πολλούς η πιο “σωστή” και η πιο κοντινή σε αισθητική με τον πρόγονό της.  



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, αερόψυκτος 2EEK/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 86 x 68
Κυβικά (cc): 790
Σχέση συμπίεσης: 9,2:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: 2 Keihn CVK 36mm, θερμαινόμενα και με TPS
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 2


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος, με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Tελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό με μονή κεντρική δοκό, χωριζόμενο σε δυο εμπρός από τον κινητήρα
Γωνία κάστερ (o): 29
Ίχνος (mm): 117
Μεταξόνιο (mm): 1493
Ύψος σέλας (mm): 775
Βάρος κατασκευαστή κενή/γεμάτη (kg): 205/215
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 16/
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Δύο αμορτισέρ
Διαδρομή (mm): 105
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 310mm, πλευστή δαγκάνα με δυο έμβολα
Πίσω: Δίσκος 255mm, πλευστή δαγκάνα με δυο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 100/90-19
Ζάντα: 2,5 x 19
Πίσω
Ελαστικό: 160/60-17
Ζάντα: Χυτή αλουμινένια, 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό ταχύμετρο με ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ενδεικτικές λυχνίες για φλας/νεκρά/χαμηλή πίεση λαδιού/μεγάλη σκάλα φώτων


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 62/7.400
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 6,1/3.500


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 54,2/7.200
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 5,8/6.400
Η απόδοση του δικύλινδρου κινητήρα είναι απίστευτα ομαλή, όπως και η ελαστικότητά του. Η απόδοσή της ροπής είναι ουσιαστικά σταθερή χαρίζοντας απόλαυση στην οδήγηση. Στις ψηλές στροφές οι κραδασμοί κάνουν την εμφάνισή τους.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 7
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 227,5